Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025
Κάθισε στο δώμα εκείνο απάνω μια στιγμή η Ασήμω, και τήραγε στα μακριά το κάτω χωριό, το χριστιανικό, κι άκουγε τα λαλητά που γεμίζουν τον αέρα σε κάθε χωριού γειτονιά, απ' άντρες κι από γυναίκες, από παιδιά κι από γέρους, από σκυλιά κι από λογής λογής ζώα και πετάμενα, κάθε βράδυ στο γέρμα του ήλιου και πρι να πάρη απόνυχτο.
Ο «Ζώης μας» εδώ κι ο «Ζώης μας» εκεί, το πήγαιναν νύχτα μέρα «Το μοναχό μας, τ' αρχοντοπλό μας, το μοσχοαναθρεμμένο μας, το τζοβαΐρ μας». Είχε γιομώσ' η γειτονιά με τ' όνομα του Ζώη, φορτωμένο μ' όλ αυτά τα χαϊδευτικά χαϊμαλιά. Δεν έμεινεν άλλο τώρα παρά να χτίση και το περιπόθητο σπίτι ο Ζώης.
Ο «Ζώης μας» εδώ κι ο «Ζώης μας» εκεί, το πήγαιναν νύχτα μέρα «Το μοναχό μας, τ' αρχοντοπλό μας, το μοσχοαναθρεμμένο μας, το τζοβαΐρ μας». Είχε γιομώσ' η γειτονιά με τ' όνομα του Ζώη, φορτωμένο μ' όλ' αυτά τα χαϊδευτικά χαϊμαλιά. Δεν έμεινεν άλλο τώρα. παρά να χτίση και το περιπόθητο σπίτι ο Ζώης.
Έτσι του βγήκε σ' όλην τη γειτονιά τόνομα : «η κερένια κούκλα». Κι όσο περνούσαν οι μέρες, η Κερένια Κούκλα αντί να μεγαλώνη, ζάρωνε, αδυνάτιζε, γινόταν πιο κερένια. . . Έφερε ο Νίκος τον παιδίατρο κ' είπε πως είναι ατροφικό.
— Ξυπνήσατε! ξυπνήσατε! έκραξεν ο πετεινός και επήδησεν εις μίαν σανίδα. Τα μάτια του ήσαν ακόμη βαρυμένα από τον ύπνον, άλλ' όμως έκραζε: — Τρεις όρνιθες εψόφησαν από αγάπην δι' ένα πετεινόν! Εμάδησαν όλα τα πτερά των! Τρομερόν δυστύχημα! Ας το ακούση η παρεπάνω γειτονιά, ας το μάθη ο κόσμος όλος! — Ας το μάθη ο κόσμος όλος, επανέλαβαν αι νυκτερίδες.
Ιδών αυτήν ο Σαϊτονικόλής, μεταξύ άλλων γυναικών, την εχαιρέτησε φαιδρώς μακρόθεν και την ηρώτησε τι ήθελε στην ξένη γειτονιά, διότι το σπίτι της ήτο στην άκρη του χωριού. Και τι μαθαίνει από τη θυγατέρα της το Μαρούλι, που ήτο στη χώρα. Να μη τύχη και την κρατήσουν εκεί μέσα. Δόξα σοι ο Θεός το χωριό είχε γαμπρούς καλλίτερους κιαπό τη χώρα. Και διά νεύματος έδειξε τον Μανώλην, υπομειδιών.
Μίαν Κυριακήν, περί τα μέσα Νοεμβρίου, είχε τελεσθή ο γάμος. Όλη η γειτονιά και άλλοι καλεσμένοι είχον διασκεδάσει ολονυχτίς με άσματα και χορούς και με βιολιά και λαγούτα.
'Στη γειτονιά που θε να πας κανέλα μη μασήσης και μοσχοκάρυδο μη φας και μας αλησμονήσης.
Σαν είχα φάγει τα κυδώνια, μου φάνηκε πως μου εκόπη κάπως η δίψα. Ύστερα πάλι εδίψασα χειρότερα. Σηκώθηκα, κ' εβγήκα έξω. Έκαμα ολίγα βήματα στο σοκάκι. Η γειτονιά έρημη. Ο κόσμος είχε φύγει. Αυλόπορτες κλεισμένες. Παράθυρα κλειδομανταλωμένα. Ψυχή δεν εφαίνετο πουθενά. Επήγα παραπέρ' ακόμα. Ήξευρα πως ήτον μια βρύσι κάπου εκεί. Έφτασα, με μεγάλη αδυναμία, με κομμένα γόνατα.
Από το αίμα στα χέρια της πολυθρόνας μπορούσε κανείς να συμπεράνη πως επυροβόλησε καθήμενος μπρος στο γραφείο του· πως έπειτα έπεσε με σπασμούς και κυλίστηκε γύρω στην καρέκλα. Ήτανε στο παράθυρο, παραλυμένος, ανάσκελα, με όλα του τα φορέματα, με τα παπούτσια, με γαλάζιο επανωφόρι και κίτρινο γελέκο. Όλο το σπίτι, η γειτονιά, η πόλις αναστατώθηκε. Ο Αλβέρτος εμπήκε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν