Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Μα με καιρό πετιέται πια και τους λαλεί ο Μενέλας με τις βρισές, και τούβραζε μέσα η καρδιά απ' το πάθος 95 «Ωχού μου παινεσιάρηδες, γυναίκες κι' όχι πια άντρες, πάει πια, του κόσμου σιχαμός θα γίνουμε, αν εδώ όλοι μπροστά στον Έχτορα τ' αφτιά τα κατεβάσουμε έτσι.
Για μένα και για σένα δεν είνε. — Είνε, είπε πεισματικά ο Αριστόδημος· θα γίνουμε κ' εμείς σοφοί. — Σοφοί; Όχι, δεν πρέπει· η σοφία μπορεί να βγαίνη από τη ζωή μα ζωή δεν είνε. Να γίνουμε σοφοί; Στο μέλλον ίσως· τόρα όμως όχι. — Γιατί; — Γιατί; δεν το κατάλαβες; Η ζωή τρέχει και πρέπει να την προφτάσουμε. Δύναμη τώρα χρειαζόμαστε, όχι σοφία. Μπράτσα δυνατά και κοφτερά νύχια.
Τώρα πρέπει να βγη το ψωμί όπως όπως. Θα πης, και τι να σου κάμη λαός που φορτώνεται πεθαμμένη γραμματική που χρειάζεται ζωή αλάκερη να τη μάθης! Θάμα είναι κι αυτό που σου κάμνει. Θάμα που έχουμε πέντ' έξη νομάτους στη χώρα και μας γράφουν την κορακίστικη δίχως να μας φέρνουν ανέκατο... Τάχα λες πως όλοι θα γίνουμε μια μέρα σαν κι αυτούς τους πέντ' έξι; Σπολλάτη!
Και τη φοράδα τότε εφτύς θαν τούδινε όπως είπαν, 540 μα να! άξαφνα σηκώνεται, του γέρου ο γιος Νεστόρου και με το δίκιο του απαντάει και λέει αφτά τα λόγια «Θα γίνουμε από διο χωριά, γιε του Πηλέα, αν κάνεις τώρα ό,τι λες — και πρόσεχε σου λέω, θα μ' αδικήσεις — τάχα γιατί είχαν ατυχιά τ' αμάξια κι' άλογά του 545 κι' αφτός είναι άξιος και καλός.
Τέτοιο αριστούργημα δεν το βλέπει κανείς μια φορά!... Ο Δημητράκης δε βάσταξε. — Επί τέλους εγώ δε γίνουμε γελοίος με τις παραξενιές σου! είπε· οι άνθρωποι ήρθαν να γλεντίσουν δεν ήρθαν να σπουδάσουν καλλιτεχνία. — Καλά· τότε κ' εγώ δεν κάθημαι στο τραπέζι. Ο Δημητράκης έτρεμε από τη φούρκα του· τα μάτια του έβγαζαν σπίθες. Ήταν έτοιμος να σηκώση το χέρι του και να του δώση κατάμουτρα.
Η απλή ύπαρξις της συνειδήσεως, της δυνάμεως εκείνης για την οποία τόσο φλυαρούν ανέκαθεν οι άνθρωποι και με τόσην αμάθεια καυχιώνται, είναι σημάδι της λειψής αναπτύξεώς μας. Πρέπει ν' απορροφηθή από το ένστικτο για να γίνουμε υπέρτεροι.
ΧΟΡΟΣ Ώ, δεν υπάρχει, δεν υπάρχει τρόπος τον θάνατό μου πεια να τον γλυτώσω• γιατί του Βάκχου το κρασί εκείνο, όπου ηθέλησα 'ς αυτόν να δώσω, εφανερώθη που είχε τη σταγόνα τη Φονική, που εχύθη απ' τη Γοργόνα. Αχ! είναι ολοφάνερο, πως τώρα του Άδη εμείς θα γίνουμε τροφή• η συφορά για μας, και στην κυρά μας μέσα στους βράχους η καταστροφή.
Μα έπειτα; Γιατί χρειάζεται ο στρατός; Ξεκαθάρισαν τάχα καλά στο μυαλό τους τι είναι να κάνει ο στρατός που θα γίνει; Και πώς σχετίζεται ο στρατός με όλα τα άλλα; Αν τους ρωτήσεις, θα σου πουν: η τιμή του κράτους το απαιτεί, ή η μεγάλη ιδέα. Όμως το κράτος είναι χάρβαλο και τιμή δεν έχει, όσο για τη μεγάλη ιδέα γίνηκε ψέμα. Και ίσως ήλθε τέλος ο καιρός να γίνουμε οι Έλληνες ά ν θ ρ ω π ο ι.
Αυτή τη βολά το σκιάχτηκε το μάτι μου, κυρ γιατρέ... Στην αρχή, δόσαμε με το κινίνο, πού να βρεθή κι αυτό σε τέτοια φτώχεια. Τόστειλε κ' η νουνά του μια κούπα μαντζούνι... Ντε! να το πάρη απάνω του. Τριτόημερα και κάψα, τριτόημερα και κάψα. Είπα τότε τ' άντρα μου, να πουλήσουμε και τ' άλλο το βόιδι μας κι ό τι θέλει ο Θεός, ας γίνουμε. Πού να θελήση να μ' ακούση κι αυτός ο γρουσούζης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν