Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
— Είπεν ότι θα το φέρη ο ίδιος αύριον, είπεν ο Σκούντας. — Α, έκαμεν η Βεάτη. — Και αν δεν ειμπορέση, θα υπάγω ο ίδιος αύριον να σας το φέρω. — Έτσι; — Τώρα μ' έστειλε διά να σας αναγγείλω ότι αύριον το πρωί έρχεται το κλειδί. — Πολύ καλά. — Και κάτι άλλας παραγγελίας ακόμα, είπεν ο Σκούντας. — Τι παραγγελίας; Ο Σκούντας περιέβλεψε κύκλω. — Δεν μας ακούει κανείς; είπεν. — Είμεθα μόνοι. Λέγε.
— Αϊμά, απήντησεν η φωνή. — Αϊμά; Αυτό είνε το όνομά σου; — Αυτό. — Ευχαριστώ. Και η Βεάτη απεμακρύνθη. Η Σιξτίνα. Ότε η Βεάτη έφθασεν εις το κατώτερον πάτωμα, ήκουσεν όπισθέν της το βήμα της Σιξτίνης, ήτις ανέβαινε διά της κλίμακος με το σοβαρόν βήμα της, κρατούσα τη ετέρα των χειρών το περίφημον μονόφωτον δέλετρόν της.
Και η αδελφή Κλάρα, αισθανθείσα ακατανίκητον αγανάκτησιν έκαμε το σημείον του Σταυρού, και εξήλθεν εκ του μαγειρείου χωρίς να στραφή να ίδη οπίσω της. Ήτο ήδη περί εσπέραν. Η αδελφή Βεάτη ουδόλως ηνησύχησεν εκ του μικρού τούτου συμβάντος, αλλ' ελησμόνησεν ήδη αυτό πριν ή συμβή.
Κατόπιν της επιστολής τη έστειλεν ο Μάχτος και άλλον φίλον. Προ δύο ωρών ο Σκούντας και η Βεάτη είχον αναβή τας τέσσαρας κλίμακας τας αγούσας εις το υπερώον, και συνωμίλησαν μετά της Αϊμάς διά του μέσου του γνωστού εις την Βεάτην. Ο Σκούντας μετεβίβασεν εις την Αϊμάν τους χαιρετισμούς του Μάχτου! Η Αϊμά τον ηρώτησεν, αν θα έλθη ο Μάχτος ταχέως καθώς τη είχεν υποσχεθή διά της επιστολής.
— Αν θέλης να μου το πης. — Ξεύρεις την γνωριμία μου, την αδελφή Βεάτη; Ο Σκούντας έκαμε κίνημά τι, ελέγχον συγκίνησιν. Αλλ' όμως προσεποιήθη απάθειαν. — Πού να την ξεύρω; — Ξεύρεις το μοναστήρι των γυναικών; Νέον κίνημα έκαμεν ακουσίως ο Σκούντας. — Το έχω ακουστά, αλλά δεν υπήγα ποτέ. — Λοιπόν η Βεάτη, μου είνε γνωστή από τον υποκριτήν εκείνον τον Δερμίνην, οπού σου είχα διαβάσει το γράμμα του.
— Αχ, είπεν η έσωθεν φωνή. — Διατί σ' έχουν εδώ; επανέλαβεν η Βεάτη. — Δεν ειξεύρω. — Ποίος σ' έφερεν; — Άνθρωποι άγνωστοι. — Πόθεν είσαι; — Από τα περίχωρα. — Και θα σε κρατήσουν πολύν καιρόν εδώ; — Δεν ειξεύρω. — Τι κακόν έπραξες διά να σε φυλακίσουν ούτω; — Δεν ειξεύρω, αλλά... — Αλλά; επανέλαβεν η Βεάτη. — Έχω αμαρτίας, ως φαίνεται, είπεν η φωνή μετά στεναγμού. — Και είσαι μόνη εδώ μέσα;
Έμελλε δε να μείνη επί μακρόν χρόνον ορθία ενταύθα, αν δεν επήρχετο εις αυτήν η προφυλακτική πρόνοια, ότι ήτο επόμενον η Σιξτίνα να εξέλθη όθεν εισήλθε, και τότε η Βεάτη έμελλε να καταληφθή επ' αυτοφώρω ωτακουστούσα. Η σκέψεις αύτη την έκαμε να τραπή εις φυγήν. Αλλ' ενταύθα πάλιν άλλη δυσκολία. Είπομεν ότι ήτο σκότος.
Η Βεάτη ήθελεν αισθανθή φόβον, αν δεν κατείχετο υπό μεγίστης πολυπραγμοσύνης και έμενε χώρος δι' άλλο αίσθημα εν τη καρδία της. Η παράδοσις αύτη έλεγεν ότι μοναχός τις κατοικών το πάλαι εις τα δώματα ταύτα, ασκήσας μεγίστην εγκράτειαν, είχεν αγιάσει.
Η Βεάτη, ήτις είχε προσπαθήσει να ενωθή ει δυνατόν με τον μέλανα τοίχον, περιέμεινε στιγμάς τινας μέχρις ου απομακρυνθή, προτιμώσα να μείνη αυτή εις το σκότος ή να κινδυνεύση αύθις τον αυτόν κίνδυνον. Η αδελφή Σιξτίνα προέβη. Η Βεάτη την ηκολούθησεν χωρις ν' ανησυχή πλέον. Η Σιξτίνα προεπορεύετο, μηδαμώς υποπτεύουσα εις τι εχρησίμευεν η νυκτερινή αύτη περιοδεία της και ο φανός ον εκράτει.
Η Βεάτη εσκέφθη ότι ίσως η ξένη εκοιμάτο, και αφού το πράγμα ούτως είχεν, η Σιξτίνα μη έχουσα ν' αποτείνη τον λόγον πρός τινα, δεν ήτο ανόητος να ομιλή μόνη της, και ούτω συνέβαινεν ώστε αυτή, η Βεάτη, καίπερ τείνουσα υπερμέτρως τα ώτα, ουδέν όμως ήκουεν. Η εικασία αύτη εφάνη εις την Βεάτην η λογικωτάτη, εξ όσων είχε κάμει ποτέ. Εν τούτοις ηκροάτο εισέτι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν