United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι άγριοι κρωγμοί των τάχα απασχολημένων κορακιών έρχονταν ευχάριστα ημερωμένες απόνα σε μικρήν απόσταση ψηλό ισκιερόν άλσος φτελιών και σε διαλείμματ' ακούονταν η φωνή παιδιού που έδιωχνε τα πουλιά από τα νιόσπαρτα χωράφια. Το γαλάζιο φόντο είχε χρώμα βαθιά ultramarine.

Κ' ένοιωσα καλά πως με τα λόγια αυτά που της ξεφύγανε, πρόδωσε μιαν αντιπάθεια για όλο το ταξίδι αυτό, μιαν αντιπάθεια που είτανε ριζωμένη τόσο βαθιά ώστε να φοβάται κ' η ίδια πως δε θα μπορούσε να τη νικήση. Αφού όμως είδε πως την παρατήρησα, έκαμε το καθετί για να εξαλείψη αυτά τα λόγια από τη θύμησή μου.

Ξαφνισμένα μες την αρμονία, που την άφξαιναν, όχι τόσο τω μουσικών η τέχνη, όσο της ώρας η βαθιά σιγή, κ' η μαγική της νύχτας η γαλήνη, επρογκούσαν στα βραχωτά ακρογιάλια γύρω, μες από τις σπηλιές τους τις αθώρητες, τα ολόλαμπρα κ' ερημικά θαλασοπούλια.

Εφάνταζαν ονειρεμένα παλάτια μυστικά, νεροθεμελιωμένα μαγικά στης θάλασας τα ποντισμένα βάθη. Δώθε πάλι έσβυναν, εχάνονταν στα πλάτια του πελάγου, μέσα βαθιά, του Καβογρόσου οι βραχωμένες πλέβρες, που μόλις αξεχώριζαν μες το άπειρο διάστημα του ανοιγμένου κόρφου.

Για ναποφύγη όμως την πισοφυλακή του Οστρογότθου, παίρνει μαζί του διακόσους στρατιώτες, περνάει από βουνά κι αδιάβατα μέρη, και πηγαίνει και πιάνει δυσκολόπαρτο βράχο σιμά στο Δυρράχι. Από κείθε απάνω κατεβαίνει στην πλαγιά μεγάλης χαράδρας με ποτάμι στα βάθια της, και στέλνει και φέρνει το Θοδορίχο, συνοδεμένο κι αυτόν από μερικούς καβαλλάρηδες.

Μούγκρισε τότες σα θεριό, κι' η μάννα του στα βάθια 35 πούμενε κάτου του γιαλού, στου γέρου της πατέρα, τ' ακούει και σπάει στα κλάματα, και του γιαλού οι νεράιδες μαζέβουνται όλες γύρω της, όσες βαθιά 'ναι κάτου, 38 και γιόμισε η πλατιά σπηλιά· κι' ενώ όλες τους τα στήθια 50 χτυπούσαν, τότε αρχίνησε τα μοιρολόγια η Θέτη «Ακούστε με τη χλιβερή, νεράιδες μου αδερφούλες, για να μου ξέρτε τι καημοί τα σπλάχνα μου σπαράζουν.

Τα πουλάκια απάνω απ' τα κλαδιά και οι κύκνοι μέσα απ' τα νερά μια μέρα, που είχε κλάψει πολύ, τη συμπόνεσαν κ' έσκυψαν πονετικά απάνω της. Και της είπαν όλα μαζή: — Μη κλαις, όμορφη βασίλισσα. Εμείς θα σου χαρίσωμε μια βασιλοπούλα, που τα κάλλη της δε μετασταθήκανε στον κόσμο. Η όμορφη βασίλισσα αναστέναξε βαθιά και δεν εμίλησε. Της φάνηκε πως ονειρεύεται.

Όσοι άλλοι φιλοσόφοι βγήκαν αυτόν τον αιώνα δε φαίνουνται τόσο κομματικοί στα θρησκευτικά καθώς πρώτα. Παράδειγμα ο Ιωάννης ο φιλόπονος, που αν και γράφοντας για τη χριστιανωσύνη, βούτηξε όμως σε βαθιά φιλοσοφικά ζητήματα, πολεμώντας Αριστοτελικές ιδέες και θεωρίες.

Και μόνον οι γυναικούλες του χωριού, που δεν είχανε ξεχάσει τον τρελλό με τα μακρυά ολόξανθα μαλλιά, με το χλωμό πρόσωπο και τα βαθουλωμένα μάτια, αναστέναζαν βαθιά: «Ω! ευτυχισμένε, που είδες τον ΠροφήτηΚι' από τότε, όταν γυρίζουν οι γυναικούλες καλοκαίρι κι' άνοιξι απ' τα χωράφια και τις ακροποταμιές, γλυκομιλούν και λένε ακόμα για τον ωραίο τον Προφήτη.

Περπατεί ακόμα; ρώτησε το κυπαρίσσι φοβισμένο. — Περπατεί... είπε το συννεφάκι και πέρασε. Ολοένα περπατεί... Η γιαγιά ακούμπησε ήσυχα το κεφάλι της στην καρέκλα, πήρε βαθιά την αναπνοή της και σταμάτησε. Έτσι έκανε κάποτε τα νάζια της η γιαγιά και σταματούσε στη μέση του παραμυθιού. Ήθελε χάδια και παρακάλια. Σαν πέρασε λίγη ώρα την εσκούντησα και της χάιδεψα τα γόνατα.