Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Για να προκόψη η επιστήμη, για να μάθη χωριανές γλώσσες, τι δεν κάνει ο γλωσσολόγος; Αφίνει το σπιτικό του, ως και στης Τήνος τα ξενοδοχεία πάει να καθήση. Δυο νύχτες με την αράδα κοιμήθηκα λαμπρά στην τραπεζαρία του ξενοδοχείου, απάνω σ' ένα ξύλινο τραπέζι, μάλιστα απάνω σε δυο, γιατί έχω και μπόι. Μεσημέρι και βράδυ με σερβίριζε ο ξενοδόχος το ξακουστό το τηνιακό το κρέας.
Ξέρω, χαριτωμένη μου, γιατί με φεύγεις έτσι· γιατ' έχω φρύδι τριχωτό σ' όλο το μέτωπο μου που αρχίζει απ' τώνα μου ταυτί και φθάνει ίσα με τάλλο κ' έχω ένα μάτι μοναχά κάτ' απ' το φρύδι εκείνο, και πέφτ' η μύτη μου πλατειά κατά το στόμ' απάνω.
Γλυκοχάραζε σαν αρχίσαμε να ξεπλύνουμε, ο γέρος τις ματωμένες τις πλάκες έξω, και γω τα ματωμένα τα σανίδια μες το καλύβι. Και σαν έβγαιν' ήλιος απάνω στα κατάβρεχτα τα βουνά, και γελούσε πάλι ο κόσμος, εμείς καθίζαμε πρώτη φορά ύστερ' από τόσες κατάμαυρες ώρες, αγρυπνισμένοι, αποσταμένοι, τρομασμένοι, και με καρδιές ραγισμένες. Τι να σου τα λέω τάλλα, παιδί μου!
— Να με συμπαθήστε που πρέπει να καρτερέψω καμιά δυο μέρες εδώ, τους είπε απάνω στον καφέ ο Μυλόρδος, ώσπου να γυρίση ο οδηγός μου με μερικούς συνταξιδιώτες που πρέπει να σας δουν και να σας γνωρίσουν. Είνε ένας άλλος Άγγλος κ' η γυναίκα του, ρωμιοπούλα όμως αυτή, και μάλιστα Κρητικιά.
Στοχάστηκε πως δε γίνεται να πέφτουνε με τόση τάξη και γνωρισιά τα Τούρκικα τα βόλια στους δικούς μας απάνω, και να μη δασκαλεύουνται οι Τούρκοι από κάπου.
Από τον κατάφυτο Ελικώνα, από της Αράχοβας τις ράχες δροσερές πνοές κατέβαιναν από τα θεόρατα ύψη του Παρνασσού απάνω, και της ασπροντυμένης πέρα Γκιόνας από το πρώιμο χιονοπωριάτικο χιόνι, κρυερό βορριδάκι ξεχύνουνταν. Στο πλάι μας σ' όλες τις σανιδένιες μπαράγκες του δρόμου οι διακόσοι νευρωμένοι κι ηλιοκαμένοι εργάτες των ανασκαφών έχαφταν μεγάλα κομμάτια μαύρου ψωμιού μ' αχόρταγη όρεξη.
Όχι, όνειρο δεν είταν, όνειρο δεν μπορεί να είταν. Άξαφνα τη βλέπω, σαν που τη βλέπω ακόμη και τώρα — σαν που τα βλέπω ταναθεματισμένα αφτά τα ντουβάρια — βλέπω το κάτασπρό της, τολόχρυσό της το κορμί — και κείνος, Εκείνος, κοντά της, πλάγι της πλαγιασμένος εκεί απάνω, στην κάμερή της! Ορμώ στην κάμερή της απάνω.
Απάνω σε κείνον το χρόνο απέθανε κι ο Κλαύδιος, και τονέ διαδέχτηκε ο Αυρηλιανός, και τούτον πάλε στα 275 ο Πρόβας. Κι αυτοί οι δύο τους πολέμησαν τους βαρβάρους και τους έβαλαν όρους κάμποσο ταπεινωτικούς.
Άξαφνο όμως από την κόχη του βράχου επρόβαλεν άλλος βουτηχτής. Έτρεχε κ' εκείνος ίσα στο μελάτι. Δρασκελιά ο ένας δρασκελιά ο άλλος έσμιξαν και οι δυο. Ο πατέρας σου όμως επρόφτασε κ' έβαλε το πόδι απάνω του. — Τι θες εδώ; ρωτάει τον άλλον με νοήματα· είνε δικό μου· εγώ το πρωτόειδα. — Μπα· κάνει ο άλλος· είνε δικό μου· τα φύλαγα από προχτές. Κάμε πέρα. — Δεν με κουνάς αποδώ ούτε με φουρνέλο.
Έβγαλε το μαντήλι και σκούπισε τα μάτια του. — Ο Θεός να μας λυπηθή να μας αναπάψη. Στον καφενέ, αμίλητοι όλοι, είχαν καρφώσει τα μάτια τους απάνω στον Μπαρμπα-Νικόλα και τον κύτταζαν. Βουρκωμένα τα μάτια ολωνών. Καθένας συλλογιζότανε τα δικά του τα χάλια. Το σκοτάδι άρχισε να πέφτη από τον ουρανό. Ο ξένος γύρισε και κύτταξε ολοτρόγυρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν