Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Αφτοί και πριν θωρώντας τον τρεμούλιαζαν, μα τώρα που για το βλάμη κι' η ψυχή του μάνιασε, φοβάμαι μήπως — γραμένο είτ' άγραφο — τη χώρα τούς πατήσει.» 30 Είπε, και σήκωσε φριχτή πολέμου ανεμοζάλη. Κι' εφτύς όλοι οι θεοί κινούν στον πόλεμο να πάνε μ' αντίθετους στο νου σκοπούς.
Ω! — και δεν έχεις τη δύναμη να σηκώσης το πόδι από τη γη, να τελειώσης όλα τα βάσανά σου! — Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου — το αισθάνομαι! Ω Γουλιέλμε; Με πόση χαρά θα έδινα τη ζωή μου για να περάσω μέσα από τα σύννεφα σε κείνη την ανεμοζάλη, να πιάσω τα κύματα!
Ο δεκανέας κοντά στο ένα γωνολίθι, στ' άλλο ο πάρεδρος με τη γριά του, δίπλα τους η Λιώ, και σε μιαν αγκωνή εγώ. Έξω βαρυχειμώνιασε· φύσηξε ένας αέρας ζεστός που μας έπνιγε η μούχλα· κ' ύστερα έπιασε ένα νερό, ένας χειμώνας που χόρευαν τα κεραμίδια του σπιτιού. Μέσα στην ανεμοζάλη με πήρε αρπαχτικά, γλυκά ο ύπνος. Όντας ξάφνω ξύπνησα παγουδιασμένος. Άνοιξα βαρειά τα μάτια μου.
Ούτε τρελλόν ούτε φρόνιμον δεν λυπάται ο καιρός απόψε. ΛΗΡ Πέφτε, βροχή! Χύνου, φωτιά! Αστροπελέκι, βρόντα! Συ αστραπή κι εσύ βροντή και συ ανεμοζάλη, δεν είσθε θυγατέρες μου. Με σας εγώ, Στοιχεία, εάν με κατατρέχετε παράπονον δεν έχω. Εις σας εγώ δεν έδωκα βασίλεια και θρόνον παιδιά δεν σας ωνόμασα· δεν μου χρωστάτε χάριν. Ελάτε, ξεθυμάνετε λοιπόν 'ς την κεφαλήν μου. Ιδού, διασκεδάσατε!
Κι' ανεμοζάλη ο Δίας οχ' τα βουνά τους έστειλε της Ίδας, που στα πλοία φύσαε γραμμή τον κουρνιαχτό, και ζάβωνε τα μάτια των Αχαιών μα πλήθαινε τη δύναμη των Τρώων. 255 Απ' τα σημάδια του έτσι αφτά κι' απ' την αντριά τους θάρρος πήραν, και το τρανό τειχί να σπάσουν προσπαθούσαν.
Έγεινε δε μεγάλη ανεμοζάλη και σκότος εξ αιτίας των στίχων εκείνων και παρ' ολίγον να μας ανατρέψη το πλοίον και ο ποιητής έπαθε ναυτίαν και εξέρασε πολλάς ραψωδίας ομού με την Σκύλλαν και την Χάρυβδιν και τον Κύκλωπα. Από τόσα ξεράσματα δεν ήτο δύσκολον να διατηρώ ακόμη μερικά. Λοιπόν λέγε μου τώρα• Τις γαρ όδ' ποτέ πάχιστος ανήρ ηύς τε μέγας τε, έξοχος ανθρώπων κεφαλήν και ευρέας ώμους;
ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Τι έχεις, ω αυθέντα μου; ΛΗΡ Να σου ειπώ τι έχω... Ιδέ με! το εντρέπομαι την δύναμιν να έχης να φέρης τόσον κλονισμόν 'ς το ανδρικόν μου στήθος, Τα δάκρυά μου τα θερμά, που τρέχουν άθελά μου, να χύνωντ' εξ αιτίας σου το έχω εντροπήν μου, Ω να σε πάρη η καταχνιά και η ανεμοζάλη!
Απλόνει μες 'ς το σάβανο το χέρι με λαχτάρα... Σφίγγει τα κρύα τα μαλλιά... Ο νους του ανεμοζάλη... Ξεσέρνει το κεφάλι, Μ' ανατριχύλα το θωρεί.
Αλλ', ως κάποτε θωρούμε, προτού σπάση ανεμοζάλη, 'ς τ' ουρανού τον γύρον όλον νέφη ατάρακτα να μένουν, των ορμητικών ανέμων η πνοαίς να παύουν όλαις, νεκρική 'ς τον κόσμον κάτω σιγαλιά να βασιλεύη, και διά μιας τ' αστροπελέκι να διασχίση τον αέρα· όμοια τότε και τον Πύρρον, οπού ολίγο εκοντοστάθη, εις το έργον σπρώχνει πάλιν το φιλέκδικό του πάθος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν