Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Και τα είπεν όλα αυτά με τον σκοπόν να πειράξη τον αντίπαλόν του, και αρκετά μεγαλοφώνως διά να ακούεται καλά από τους πολύ αγαπητούς του νέους. — Είναι λοιπόν ευχάριστον το να φιλοσοφή κανείς; τον ηρώτησα. — Ναι, ναι, και πάρα πολύ μάλιστα, μου απήντησε.

Όχι! ανεπήδα πολλάκις την νύκτα, εξυπνώσα την μητέρα της από χαράν. Όχι, δεν έπαθε κακόν ο Λαλεμήτρος. Το κακόν ακούεται αμέσως. Δεν έπαθε κακόν. Με αυτά τα όνειρα, η Θωμαή απεφάσισε να ταξειδεύση εις Πειραιά: — Να ησυχάσω, μάννα μου! Δεν μπορώ πλεια να περιμένω. Δεν υπάρχει μεγαλείτερο βάσανο από το να περιμένη κανένας. Σαν πάρω την απόφασιν, θα ησυχάσω. Ο χειμών ήδη παρήλθεν.

Ακούεται σεμνή μουσική. Μπαίνει ο ΑΡΙΕΛ, κατόπι του ο ΑΛΟΝΖΟΣ με φέρσιμο τρελλού, συνωδευμένος από τον ΓΟΝΖΑΛΟ· ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ και ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ στην ίδια κατάσταση, συνωδευμένοι από τον ΑΡΙΕΛ και από τον ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ· όλοι μπαίνουν μέσα στον κύκλο, που είχε κάμει ο ΠΡΟΣΠΕΡΟΣ, και στέκουν αυτού μαγευμένοι· αυτά παρατηρώντας ο ΠΡΟΣΠΕΡΟΣ, λέγει.

Ήτον η φωνή του παιδιού του, μισοκομένη φωνή, βγαλμένη απ' αλαφιασμένα στήθια. — Τ' έπαθες μωρέ Φώτο; Ακούεται κ' η φωνή της μάνας, οπώδενε τ' άλογο στον ταβλά. Και σύνωρα, πατήματα βιαστικά ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια του απάνου σπιτιού. Ο Λάμπρος χάνει με μιας όλες τες προτερινές σκέψες του, τραβιέται αλλαξοπρόσωπος από το παραθύρι και πάει κατά την πόρτα.

Ένα βουνό από σκόνη μαυρειδερή σέρνεται στο δρόμο, κυλιέται και προβαίνει οκνό, σαν άρρωστο. Ο ήλιος το χτυπά κατακέφαλα και το δείχνει θεριό παράξενο. Η χήτη του κοκκινίζει και καίγεται. Κάποια σημάδια μέσα του σβύνουν και ξαναλάμπουν από στιγμή σε στιγμή, σβύνουν και ξαναλάμπουν σα λεπίδες σπαθιών. Ακούεται βαρύς και βαθύς ο ανασασμός του, βαθύς και βαρύς σα μακρινό μπουμπουνητό.

Ότε δε επήλθεν η στιγμή, προχωρήσας από του μνημείου εις βήμα υψηλόν, διά να ακούεται από το πλείστον μέρος του πλήθους, είπε τα εξής. 35. «Οι μεν πολλοί αφ' όσους ωμίλησαν ήδη από του βήματος τούτου επήνεσαν τον νομοθέτην, ο οποίος τον ορισμόν τούτον επρόσθεσεν εις τον νόμον, ότι καλόν είναι να απαγγέλλεται λόγος επί του τάφου των πιπτόντων κατά τους πολέμους, όταν θαπτωνται.

Και μέσα στη σαλαλοή φωνή αργιόχρωμη σαν κουκοβάγιας ανάκρασμα ακούεται να λέγη: Τάωτω και πίσω δεν κυτώ! τ' αχνάρια μου πάνε μπροστά κ' εγώ γυρίζω πίσω. Έλα βλάμη σήκω, σήκω να μοιράσουμε!.. Ο καπετάν Λαχτάρας πνίγεται τόρα στον ίδρωτα. Γνώριμη του είνε η φωνή, γνώριμη η οφυριγματιά και η σαλαλοή. Δεν είνε άλλος από τον Τρακάδα τον βλάμη του.

Πέρασε, σε παρακαλώ, αύριον το πρωί, και . . . τράβα του κανένα εκατοστάρικο. — Χωρίς άλλο! ησύχασε. Είνε πράγμα που διορθόνεται. Είνε αντικρύτην ψηφοφορία, και ο κόσμος μπαίνει βγαίνει αδιάκοπα. Είνε καλό ν' ακούεται τ' όνομά μας. — Θύμισέ μου το αύριο, που θα περάσωμε από 'κεί.

Στροφή Α Ένας Θεός και μόνος Αστράπτει από τον ύψιστον Θρόνον· και των χειρών του Επισκοπεί τα αιώνια Άπειρα έργα. Κρέμονται υπό τους πόδας του Πάντα τα έθνη, ως κρέμεται Βροχή έτι εναέριος Εν ώ κοιμώνται οι άνεμοι Της οικουμένης. Αλλ' η φωνή του ακούεται, Φωνή δικαιοσύνης, Και η ψυχαί των ανόμων Ως αίματος σταγόνες Πέφτουντον άδην.

Απάνω της σκυμμένοι, αχνοί και άλαλοι παραστέκουν οι γονέοι, ανίκανοι να συνδράμουν την κόρη στο χαροπάλαιμα. Και δεν ακούεται άλλο τίποτα, άλλο δεν κινείται και δεν κροτεί μέσα στο θλιμμένο δωμάτιο παρά το ανάλαφρο αγγομαχητό της μπεοπούλας, σαν να είνε το φτεροκόπημα της ψυχής.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν