Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Εγώ αυτός, υπό την επίδρασιν της καταπλήξεώς μου, έμεινα ανίκανος διά πάσαν κίνησιν και εις τα μάτια των καταταραγμένων ομίλων, οίτινες εθεώντο, θα εφαινόμην ως κανέν φάντασμα φέρον ατυχίαν, όταν επέρασα ανάμεσόν των, όρθιος και ωχρός εις την μαύρην μου γόνδολαν. Πάσαι αι προσπάθειαι απέβησαν μάταιαι. Ήδη πολλοί κολυμβηταί εκ των αρίστων υπεχώρουν με βαθείαν αποθάρρυνσιν.

Η μητέρα μου ήτανε ακόμη αρκετά όμορφη: οι κυρίες της τιμής, οι καμαριέρες μας είχαν περισσότερα θέλγητρα απ' όσα μπορεί κανείς να βρη σ' όλη την Αφρική: όσο για μένα ήμουνα θαμπωτική, ήμουνα η ίδια ομορφιά, η ίδια χάρη κ' ήμουνα κορίτσι. Δεν έμεινα για πολύ. Αυτό το άνθος, που ήτανε φυλαγμένο για τον ωραίο πρίγκιπα της Μάσσα-Καρράρας, μου πάρθηκε από τον κουρσάρο καπετάνιο.

Έμεινα και εκείνην την ημέραν και την επομένην ανεχώρησα, με συνώδευσαν δε μέχρι του πλοίου οι ήρωες.

Έβαλα εις την ρίζαν τούτου του δένδρου δύο πέτρες ψηλές, επάνω εις τες οποίες ανεβαίνοντας, εσήκωσα τα χέριά μου διά να δέσω την θηλιάν εις εκείνο το χοντρόν κλωνάρι, και δένοντάς την τήν επέρασα εις τον λαιμόν μου, αλείφοντάς την καλά με σαπούνι διά να γλυστρήση να μην τυραννηθώ πολύ· έπειτα ερρίχθηκα από τες πέτρες και έμεινα κρεμασμένος.

Έμεινα μερικάς στιγμάς αφηρημένος με το όνειρον και τον φόβον, πλάττων φανταστικάς και ανοήτους υποθέσεις. Την στιγμήν εκείνην ανεκάλυψα την προέλευσιν της θειαφένιας λάμψεως με την οποίαν εφωτίζετο το κελλί μου. Προήρχετο από μίαν ρωγμήν μισού ποδός το πλάτος, ήτις εξετείνετο κατά μήκος των τοίχων εις την βάσιν των. Επείσθην ούτω ότι ούτοι ήσαν μετέωροι, μηχανικώς συγκρατούμενοι από των πλευρών.

Εγώ επήγα καθώς αυτή με επρόσταξε, και ηύρα τον Ναμαράν που εκάθετο εις το εργαστήρι του. Αυτός ήτον ένας εύμορφος και ευγενής άνδρας, που έμεινα να τον θεωρώ· του εζήτησα και μου έβγαλε διάφορα κομμάτια μεταξωτά, και διαλέγοντας ένα από αυτά, του το επλήρωσα όσα μου εζήτησε· και έπειτα αποχαιρετώντάς τον με ευγένειαν, επήρα το μεταξωτόν και το έφερα της κυράς μου.

Εστάθηκα φυλαγμένος εκεί όλην την ημέραν· Έπειτα με έδεσαν εις ένα δένδρον και έμεινα εκεί όλην την νύκτα καρτερώντας τον θάνατον ώραν την ώραν.

Τέτοιο φάντασμα δεν είδες μαθές; Δεν ξαπλώθηκες ποτέ σου σε τέτοιον τάφο; Καλότυχος άνθρωπος! Δεν είδες λοιπόν δάσκαλο, δεν πήγες ποτέ σου στο «Ελληνικό»! Εγώ καθώς βλέπεις, έμεινα εκεί ξαπλωμένος τέσσερα χρόνια. Τι λέγω τέσσερα!

Έδινε ο καθένας ό,τι είχε. Εμείς δεν είχαμε τίποτις άλλο να δώσουμε, έδωσα λοιπόν τη βάρκα μου, κ' έμεινα με τα δίχτυα, και με την ελπίδα πως ήρθε η ώρα μας και θα δούμε και μεις άσπρη μέρα. Τη βλέπαμε τη βαρκούλα σαν έφευγε δεμένη πίσω από μια γολέττα, και της φωνάζαμε «στο καλό». Έπιασαν τόπο οι γολέττες εκείνες, το ξέρω.

Κ' έμεινα εκστατικός εκεί εις την θύραν μέχρι τέλους, ρίπτων ενίοτε τους οφθαλμούς μου και επί των χρυσοκεντήτων ποδιών, αίτινες με βαρείας χρυσάς φούντας εκρέμαντο υπό τας ολίγας αγίας εικόνας, ποδιών ουχί επί τούτω εξ αρχής κεντηθεισών, ως μοι εφάνη.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν