Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Κ' οι κουρσάροι, αφού έλυσαν γλήγορα το παλαμάρι και πήρανε τα κουπιά στα χέρια, ανοίγονταν στο πέλαγος. Τότε κ' η Χλόη οδηγούσε το κοπάδι, φέρνοντας δώρο στο Δάφνη ένα καινούργιο σουραύλι. Μα όταν είδε τα γίδια τρομαγμένα κι άκουσε το Δάφνη να τήνε φωνάζει πάντα πιο δυνατά, παρατάει τα πρόβατα, πετάει το σουραύλι και φτάνει τρεχάτη στο Δόρκωνα για να τον παρακαλέση νάρθη σε βοήθεια.

Μα το στερνό όταν έτρεχαν πια δρόμο, τότες κάνει παράκληση από μέσα του στης Αθηνάς τη χάρη «Θεά, άκουσέ με! Η χάρη σου τα πόδια ας μου φτερώσει770 Έτσι είπε και του ξάκουσε τη δέηση η Παλλάδα.

Η Αριστούλα ξερή κοιτάμενη, τίποτε δεν άκουσε απαφτά. Η Θεια-Χρηστίτσα του αντιλόγησε. — Πού θα το πας, Τρύφο μ'; Πού θα το πας γιέμ', στα χιόνια μέσα το μωρό;.. Της έβαλε ένα γρούπο χρήματα στο χέρι. — Πάρε, της λέει, για το γιατρό... Λεχώνα είνε, προφύλαξη θέλει... Να την καλόχης με το παραπάνου, γριά, τόρα μέσα στα κρύα... Ακούς;.. Εγώ παγαίνω. Για το παιδί ένια σας.

ΑΓΟΡ. Ήθελα ν' ακούσω κανένα από τους νόμους σου. ΣΩΚΡ. Άκουσε ένα από τους κυριωτέρους, ο οποίος αφορά τας γυναίκας. Κατά τους νόμους μου, καμμία εκ των γυναικών δεν πρέπει να ανήκη εις ένα και μόνον άνδρα, αλλά να παραδίδεται εις πάντα βουλόμενον. ΑΓΟΡ. Τι είνε αυτά που λες; Καταργείς τους περί μοιχείας νόμους; ΣΩΚΡ. Βέβαια και όλας τας περί των τοιούτων μικρολογίας.

Είπε, μα ο τετραπέρατος δεν άκουσε Δυσσέας, Μον πέρασε σα φτερωτός κατά τα κοίλα πλοία.

Η γάτα του σπιτιού εστέκετο επάνω εις της σκάλες, εκύρτωνε την ράχη της και έλεγε: «ΜιάουΑλλά ο Ρούντυ δεν εννοούσε τι του έλεγε· εκτύπησε· κανείς δεν τον άκουσε, κανείς δεν του άνοιξε την πόρτα. «Μιάουέλεγε η γάτα.

Σπρώχνοντας η μεγάλη την μικρή την έρριξε μέσα στο νερό, και πιάνοντας η μικρή την μεγάλη, κατά πως φαίνεται, την ετράβηξε μαζύ της μέσ' τη στέρνα». Ταύτα εξέφερε μάλλον ως συμπερασμούς η ανακρινομένη· διότι μόλις επάτησε το κατώφλιον της θύρας, έλεγε, κι' άκουσε ένα &μπλουμ&! και δεν επρόφθασε να προλάβη την καταστροφήν, μόνον επήρε «μεγάλη τρομάρα». Ο παρεπίδημων ιατρός, κ.

Έτσι επέρασα εις το γεύμα, κυρ κόκορα. ΠΕΤ. Δεν εκαλοπέρασες, ταλαίπωρε Μίκυλλε, αφού η τύχη σου σ' έρριξε κοντά εις εκείνον τον φλύαρον γέροντα. ΜΙΚ. Άκουσε τώρα και το όνειρον. Έβλεπα ότι ο Ευκράτης ήτο άτεκνος και απέθανε.

Ο νέος ο κυνηγός δεν άκουσε τα δυο της τα χείλια, μόνο άκουσε τα δυο της τα ματάκια κ' έπεσε στην αγκαλιά της. Χίλια χρόνια βάσταξε το αγκάλιασμά τους και τα φιλιά τους άλλα τόσα. Και σα σήκωσε το κεφάλι του ο κυνηγός απ' τα γλυκά της στήθια, έβγαλε από μέσα απ' την τσάντα του μια τραχηλιά με μαργαριτάρια και την πέρασε στον άσπρο της λαιμό. Η βοσκοπούλα ξαφνιάστηκε.

Μά 'χε το νου του κι' άκουσε τ' αλύχτημα ο Μενέλας, κι' έτσι είπε αναστενάζοντας μες στη γερή καρδιά του 90 «Ωχού, αν την πλούσια αρματωσά αφίσω, κι' αν το βλάμη πούχασε εδώ τη νιότη του για να τιμήσει εμένα, μήπως ρεζιλεφτώ αν κανείς με δει τυχόν δικός μας· μα αν πάλε Τρώες κι' Έχτορα σταθώ και πολεμήσω μονάχος, μήπως όλοι τους με ζώσουν πούναι τόσοι, 95 γιατί όλο δες! ο Έχτορας μου φέρνει το κοπάδι.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν