United States or Ecuador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αίφνης προχωρήσασα μικράν ακόμη εγείρει τους οφθαλμούς της και θεωρεί το φοβερόν και παντέρημον ερείπιόν της, κατάφωτον, απαστράπτον, φωταγωγούν τον λιμένα ολόκληρον. Το δέος καταλαμβάνει αυτήν πλέον πραγματικώς. Ίσταται αποτόμως και τρίβει τους οφθαλμούς της. — Τα μάτια μ' κάνουν έτσ'; — Τι είνε, μαννού; ερωτά η νεάνις.

Α' ΓΡΑΥΣ Δεν είνε δα το γήρας μου που λύπη θα σου κάνη; Α' ΓΡΑΥΣ Τι μου μιλάς; ΝΕΑΝΙΣ γιατί και συ στο παραθύρι σκύφτεις; Α' ΓΡΑΥΣ Εγώ; μονάχη τραγουδώ στον Επιγένη τον καλόν, που περιμένω νάρθη εδώ. ΝΕΑΝΙΣ Ποιόν άλλο θάχης εραστή του λόγου σου και φίλο, που να σου πρέπη, παρ' αυτόν το Γέρο τον ψωρίλο; ΝΕΑΝΙΣ Δεν έρχετ' εδώ πέρα για σε, γρηά χολέρα! Α' ΓΡΑΥΣ Τώρα θα ιδής, χτικιάρα, συ!

Αλλά ποτέ, ποτέ μην το πιστέψης, πως τη δική μου ηδονή θα κλέψης και δεν θα χάσω ό,τι μου γουστάρει, ούτε την ώρα για δική σου χάρι. Τραγούδα ό,τι σούρχεται και κύττα σαν την γάττα. πρώτα θα πάνε στης γρηές, και ύστερα στα νηάτα. ΝΕΑΝΙΣ Για να της θάψουν βέβαια. Α' ΓΡΑΥΣ Καινούργιο τούτο πάλι! ΝΕΑΝΙΣ Καινούργια θέλει μια γρηά με τέτοιο πούχει χάλι;

Πόσον εμεγάλωσες! και τι ωραία που ομιλείς τώρα τα ελληνικά! Δεν θα το επίστευα, πώς ημπορούσες ν' απομάθης την αγγλικήν προφοράν σου. Εύγε σου! Τώρα είσαι αληθινή Ελληνίς! — Βλέπεις, εσπούδασα εις τας Αθήνας, είπεν η νεάνις μετά τινος στόμφου, τρία χρόνια ήμην υπότροφος εις της κυρίας Κ. — Τρία χρόνια εν Αθήναις, κ' εγώ να μη το γνωρίζω; — Και τι σας έμελε να το μάθετε! Καλέ δε βαριέσθε!

Ύψωσε μετά τρόμου τους οφθαλμούς, αλλά δεν επρόλαβε να αναγνωρίση τον Μάχτον. Η λυχνία πεσούσα εκ της κόγχης, εφ' ης έκειτο, συνετρίβη, και σκότος βαθύ κατέστη εντός του σπηλαίου. «Θάρρος», έκραξεν ο Μάχτος, τείνων την χείρα. Εγώ είμαι, Αϊμά!» Η νεάνις απήντησε διά βαθέος στεναγμού, «Θάρρος», επανέλαβεν ο Μάχτος. Αλλ' η κόρη είχε χάσει τας αισθήσεις της και ελιποθύμησεν.

Οι θεοί δεν ηδύναντο να το επιτρέψωσιν. Αυτός είχε θέσιν πατρός προς την Αϊμάν, και έπρεπε να είνε πάντοτε ως πατήρ της. Προς περιφρούρησιν του ιερού χαρακτήρος της πατρότητος, τις οίδε διατί, ησθάνετο ο Πλήθων την ανάγκην να εκδώση εις γάμον την Αϊμάν. Άλλως δε και αυτή η νεάνις αμφίβολον ήτο αν ήθελε συναινέσει να μείνη επί πολύ εις το άντρον.

Ώ Αφροδίτη! αχ, γιατί, γιατί μ' ετρέλλανες γι' αυτή; Έρωτα, σε παρακαλώ, κάμε μου τούτο το καλό, και φέρ' την γρήγορα ναρθή στο πλάι μου να κοιμηθή! ΝΕΑΝΙΣ Αυτά που άκουσες να ειπώ, δεν εξηγούν τον πόθο, που στην ψυχή μου νοιώθω. Αγαπημένο μου πουλί! άνοιξε, δος μου ένα φιλί, πονώ για σε, πονώ πολύ! ΝΕΑΝΙΑΣ Χρυσό μου εσύ! βλαστάρι της Αφροδίτης!

Εις το μέσον ηπλωμένου τάπητος έμενεν ανοικτόν μέγα ταξειδιωτικόν καλάθιον. Ζώναι, πέπλοι, πολύτιμοι λίθοι, δακτύλιοι, ενώτια ειργασμένα με χρυσόν, εξεχύνοντο εξ αυτού φύρδην μίγδην. Η νεάνις εκ διαλειμμάτων έκυπτε προς τα πράγματα εκείνα και τα ετίνασσεν εις τον αέρα. Εφόρει ως αι Ρωμαίαι χιτώνα από λεπτόν σγουρόν ύφασμα και πέπλον με σμαραγδίνους κροσσούς.

Αλλ' εκ του βάθους της αιθούσης έφθανεν είς βόμβος εκπλήξεως και θαυμασμού. Την στιγμήν εκείνην, μία νεάνις είχεν εισέλθη. Κάτω από τον ιόχρουν πέπλον ο οποίος έκρυπτε το στήθος και την κεφαλήν της, διεκρίνοντο τα τόξα των οφθαλμών της, τα ψέλλια των ώτων της, και η λευκότης του δέρματός της.

Η αδελφή του Ευφροσύνη, νεάνις δεκαετής, γλυκεία και φιλάδελφος, ήρχετο τακτικώτατα κατά την ώραν της γυμναστικής, όπως μετά την σωμασκίαν του αδελφού της συνοδεύη αυτόν εις την πατρικήν των οικίαν. Ενώ δε επερίμενεν ημέραν τινά εις την αυλήν του σχολείου, θεωρούσα τας διαφόρους γυμνάσεις, ο Παύλος, αποτυχών είς τινα επί του μονοζύγου στροφήν, έπεσεν επί της άμμου.