Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Έβγαλε από την τσέπη του ένα πούρο, τ' άναψε και κύτταξε περιφρονητικά τους δυο νέους. — Τι διαβάζετε; τους ρώτησε. — Μόλις το λάβαμε· για ιδές το και συ· είπε ο Δημητράκης, δίνοντας του το βιβλίο, περίεργος να ιδή την εντύπωση που θα τούκανε. Εκείνος το πήρε· μα μόλις διάβασε τον τίτλο και τ' όνομα του συγγραφέα το γύρισε πίσω.
Συνεπαρμένος από την επιτυχία του ο τυφλός ζωήρεψε, σηκώθηκε, διηγήθηκε την ιστορία της Θάμαρ με τις πίτες. Οι βοσκοί γελούσαν δίνοντας μεταξύ τους και καμιά αγκωνιά. Έφεραν γάλα, ψωμί και έδωσαν και μερικά κέρματα στον τυφλό.
— Έλα γέρα, πάρε το φλάουτο και φύσα! επρόσθεσε το παιδί, δίνοντάς του με καμώματα το όργανο και γελώντας κάτω από την άχνα του μουστακιού του. Οι άλλοι ξεράθηκαν στα γέλοια. Ο γέρος πέταξε το κουπιά και τινάχτηκε μπροστά στον πάγκο, ίσιος τώρα σαν λαμπάδα, με τα μάτια σπιθόβολα, με το μεγάλο μέτωπο φωτισμένο.
Μπαίνει και βλέπει το μαστιγωμένον Αγαθούλη με το σπαθί στο χέρι, έναν σκοτωμένον χάμου, τη Κυνεγόνδη ξώφρενη και τη γριά δίνοντας συμβουλές. Ιδού τι συνέβη αυτή τη στιγμή μέσα στην ψυχή του Αγαθούλη και πώς σκέφτηκε: Εάν ο άγιος άνθρωπος καλέση βοήθεια, θα με κάψη ασφαλώς στη φωτιά και μπορεί να κάνη το ίδιο και στην Κυνεγόνδη.
Δεν έδειξε ούτε την Άσπρη ούτε τη Μαύρη Θάλασσα. — Κάτω· μου κάνει, δίνοντας μπηχτή. Δεν υποψιάστηκα τίποτα και άρχισα να τον πειράζω. Η μαστίχα μου εκέντησε φοβερά την όρεξι κ' εμυριζόμουν λιμασμένος την τσίκνα του μαγεριού. Εκεί έβραζε το αθάνατο φαγί μας. Και φαίνεται δεν ήμουν εγώ μόνος που επεινούσα. Ήταν όλο το πλήρωμα. Τι τα θέλεις; Ο ναύτης δεν είνε πλασμένος για το καθησιό.
Τώρα έβλεπε, ναι, το λάθος που έκανε δίνοντας το καλάθι στον ντον Πρέντου και σκεφτόταν πώς να επανορθώσει, αλλά δεν έβρισκε τον τρόπο, δεν ήξερε γιατί και για άλλη μια φορά αισθανόταν όλο το βάρος των συμφορών των αφεντικών του να πέφτει επάνω του. «Ησύχασε», είπε τελικά. «Θα πάω εγώ αύριο στο χωριό και θα τα ταχτοποιήσω όλα.»
Μέσα σ' αυτό το φύλλο παρουσιάζονταν κάποτε, στην εφημερίδα δίνοντας όψη φιλολογικού περιοδικού, δύο νέοι, αγαπημένοι των Μουσών από τους αξιολογώτερους: δυο Γιάννηδες· ο Παπαδιαμαντόπουλος και ο Καμπούρογλους της «Ακροπόλεως» και του «Φαέθωνος», ποιημάτων, λεγόμενων επικολυρικών που βάλθηκαν να συνεχίσουν, μα που την αδυνάτιζαν δυστυχώς, την παράδοση του Ραγκαβή με το «Διονύσου πλουν» και του Παπαρρηγοπούλου με τον «Ορφέα» και με τον «Πυγμαλίωνα». Στην «Εφημερίδα των Συζητήσεων» φάνηκε μέσα σε δυο τρία της φύλλα αράδα αράδα, μία εκτεταμένη επίκριση τον «Κόδρου», γραμμένη από τον Καμπούρογλου.
Η πόρτες του παλατιού ανοίχτηκαν σε όλο το λαό: πλούσιοι και φτωχοί στρώθηκαν στο τραπέζι, και για να πανηγυρίση την ημέρα, ο Βασιληάς Μάρκος έδωσε την ελευθερία σε εκατό σκλάβους, και ώπλισε με τα χέρια του είκοσι ιππότες, δίνοντάς τους το θώρακα και τάλλα ιπποτικά άρματα.
Είπε, κι' ο λόγος δάγκασε τον Έχτορα στα σπλάχνα, και πήδηξε οχ' τ' αμάξι εφτύς αρματωμένος χάμου, και σιώντας τα διο στομωτά κοντάρια, ολούθε τρέχει 495 δίνοντας θάρρος, κι' άναψε πεισματωμένη μάχη. Γυρνάν οι Τρώες, τους οχτρούς με θάρρος αντικρύζουν, μα αχώριστοι κι' οι Δαναοί βαστούν και δεν τσακάνε.
Η Νοέμι δεν απάντησε, δεν μπορούσε να μιλήσει. «Τι έγινε;», επανέλαβε δυνατά. «Καταστραφήκαμε, Πρέντου…», είπε τελικά και της φάνηκε ότι μιλούσε παρά τη θέλησή της. «Ξοφλήσαμε. Ο Τζατσίντο πλαστογράφησε την υπογραφή της Έστερ….. Και η τοκογλύφος διαμαρτύρησε τη συναλλαγματική…» «Α, να πάρει ο διάολος!», φώναξε ο ντον Πρέντου, δίνοντας μια γροθιά στον τοίχο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν