Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
«Ου θυσία, ουχ ολοκαύτωμα, ου τόπος τού καρπώσαι». Και η μυστική λειτουργία, την οποίαν ετέλει προ χρόνων πολλών περί τους τοίχους του η φιλόστοργος Μαχούλα, η εξαδέλφη μου, δεν θα είχε ξαναγείνει πλέον από πολλού.
Τοιαύτα επέταττεν η ευσέβεια των χρόνων εκείνων, ήτις και αυτήν την μέθην καθίστα θεάρεστον έργον. Εντούτοις η νυξ επροχώρει, ο σ τ ρ α β ο υ λ ά ρ ι ο ς είχεν αποκοιμηθή, το έλαιον της λυχνίας και ο οίνος της λαγήνου εξηντλούντο και μόνη η έξαψις των ρασοφόρων προέβαινεν αυξάνουσα ανά παν ποτήριον.
Και το συχωρεμένο το αφεντικό σου έλεγε, θυμάμαι, όταν κι εκείνος ερχόταν σπίτι μας και ήταν νέος και ζούσε η γιαγιά μου: ο έρωτας δένει τον άντρα με τη γυναίκα και το χρήμα δένει τη γυναίκα με τον άντρα.» «Εκείνος; Έτσι έλεγε; Σε ποιόν;» «Σ’ εμένα, κουφός είσαι; Ναι, σ’ εμένα. Εγώ όμως τότε ήμουν δεκαπέντε χρονών και απονήρευτη.
Ακούστηκε σα μια βροντή... 'Σ τα σωθικά του Διάκου Κρυφά λες κ' είχαν σωριαστή, φαρμακεμμένοι πόνοι, Χίλιων χρονών εκδίκησαις, στείραις ευχαίς, ορφάνια, Του βρόχου το λαχτάρισμα, τυραγνισμένη φτώχια, Κατάραις, ψυχομάχημα, βάσανα, μοιρολόγια, Κ' εξέσπασε με μια φωνή το βογκητό του γένους: — » Αδέρφια μου!.. Φωτιά . .. Φωτιά» ... Το βόλι του Θανάση Δε θέλει σάρκα ανθρωπινή.
Είκοσι χρόνια πάλευαν Πέρσοι και Βυζαντινοί, πότ' ο ένας καταπονώντας πότ' ο άλλος, μια παίρνοντας κάστρα, μια χάνοντας τα. Και μόλις στα 562 υπογράφτηκε πάλε πενήντα χρονών ειρήνη, συφωνήσαντας ο Χοσρόης να τραβηχτή από την Αρμενία κι από τη Λαζική, μα κι ο Βυζαντινός ο αυτοκράτορας να πλερώση τριάντα χιλιάδες χρυσές λίτρες χρονιάτικο.
Μάννα με τους εννιά σου γυιους και με τη μια σου κόρη, Την κόρη τη μονάκριβη, την πολυαγαπημένη· Την είχες δώδεκα χρονών κ' ήλιος δεν σου την είδε· Στα σκοτεινά την έλουζες, στάφεγγα την επλέκες, Στ' άστρη και στον αυγερινό τσ' έφκιανες τα σγουρά της. Οπού σου φέραν προξενιάν από τη Βαβυλώνη, Να την παντρέψης στα μακριά, πολύ μακριά στα ξένα. Οχτώ αδερφοί δε θέλουνε, κι ο Κωσταντίνος θέλει.
Και διατί έχει προς εσάς μίαν μεγάλην αγάπην η καρδία μου, μας είπεν αυτός τότε, μου κακοφαίνεται που ο εξορκισμός που έκαμα, έγινε πολλά δυνατός· και είνε αδύνατον πλέον διά το παρόν να σας κάμω να ξαναλάβετε την πρώτην σας μορφήν και αξίαν και άλλο δεν ημπορώ να κάμω παρά να σας γλυκάνω καμπόσον την τιμωρίαν σας· εσείς θέλετε ξαναλάβει την φυσικήν σας μορφήν και όλα σας τα προτερήματα, που έχετε, οπόταν καθένας από εσάς ήθελεν εύρη από μίαν κόρην ωραίαν, ολιγώτερον από είκοσι χρονών, διά να την καταπείση να σας αγαπήση.
Και από την πρώτη αυτή φορά που την είδε, και από την πρώτη στιγμή, αισθάνεται μέσα του ό,τι χρόνων έρως δε θα τον έκανε να αισθανθή. Αρχίζουν τα βάσανα του χωρισμού· αχ! δεν μπορεί να ξαναδή πλέον εκείνην που τόσο λίγο την είδε!
Εις αυτήν εστρέφετο αδιακόπως το πνεύμα του υπό της φύσεως και της δυστυχίας απομονωθέντος συγγραφέως. Έκαστον δε σταθμόν αυτής εγαλβάνιζεν η λαμπρά αυτού διάνοια, ενσωματούσα αυτόν εις μυθιστόρημα, διήγημα, άρθρον ή σκέψιν. Άξιον μάλιστα παρατηρήσεως είναι ότι όλη η δημιουργική και μέρος της κριτικής εργασίας του Ροΐδου σχετίζεται δεινώς προς επεισόδια των παιδικών και νεανικών αυτού χρόνων.
— Ε, μωρέ παιδί· πιάσε καλά το τιμόνι και κυβέρνα το άφοβα· λέγει ο καπετάνιος στον ναύτη του. Εγώ νυστάζω και πάω να κοιμηθώ. Στο λιμάνι σαν φτάσης με ξυπνάς — Καλά πατέρα· πήγαινε κ' ένοια σου. Μικρός εβγήκεν ο Βαλμάς από το νησί κ' εγύρισε πενηντάρης με άσπρα μαλλιά στο κεφάλι, με τον Γιώργη δεκοχτώ χρονών και με το ξύλο φρεσκοχτισμένο και πισαλειμμένο, κομψό και καλοθάλασσο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν