Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Τέλος των πλείστων τα αγγεία επεσκευάζοντο, ολίγοι τινές ανυπόμονοι τ' απέσυρον προ της ώρας, αδιόρθωτα, και μερικοί επολεμούσαν μόνοι τους να τα διορθώσουν. Κ' ενώ είς μόνον βαρελάς εβασίλευεν εις την πολίχνην, εκ πολλών χρόνων, κανείς δεν απεφάσιζε να μάθη την τέχνην. Μόνον είς, γηραιός άνθρωπος, εξηντάρης, ο μπάρμπα-Δημητρός ο Τσουμπός, παρουσιάσθη ζητών να την μάθη.
Αυτά παρεκίνησαν τον Λαλεμήτρον, να γείνη αλευράς, όταν ήλθεν από την Αμερικήν, με αρκετά δολλάρια εις την τσέπην, άτινα εκέρδισε μετερχόμενος εις τον νέον Κόσμον τον δύτην και αλιέα των αστακών, και με μίαν χρυσήν άλυσιν του ωρολογίου, χονδρήν κ' επιδεικτικήν από άδολον χρυσίον, κομψότατον καλλιτέχνημα παλαιών χρόνων, εν σχήματι όφεως, ελικτού περί ράβδον.
Ο τυφλός Δάνδολος με ξεμωραμένου επιθυμία, έκλεισε στην άσαρκη αγκαλιά την άσπιλη παρθένα μας· εμάρανε τα ρόδα του προσώπου της με το βδελυρό του χνώτο· ερρούφηξε το τρισάγιο αίμα της με τα σαλιαριστά φιλήματά του. Εννιακοσίων χρόνων ένδοξη ζωή την έσβυσεν αυτός μ' ένα του σφιχταγκάλιασμα.
Φαντασθήτε, τι κατάρα για την κόρη ενός πάπα, δεκαπέντε χρονών, που σε τρείς μήνες δοκίμασε τη φτώχεια, τη σκλαβιά, εβιάστηκε σχεδόν κάθε μέρα, είδε την μητέρα της κομμένην στα τέσσερα, δοκίμασε την πείνα και τον πόλεμο και να πεθαίνη πανωλική στην Αφρική! Ωστόσο δεν πέθανα· αλλ' ο ευνούχος μου κι' ο μπέης μου και σχεδόν όλο το σαράι πεθάνανε.
— Μικρός κι' εγώ, κι' αυτή μικρή, δέκα χρονών ακόμα Παιδιά απονήρευτα, μαζί εζούσαμαν 'ςτά πλάια, Περιβοσκούσαμαν μαζί τα δύο μας τα κοπάδια Και τα ποτίζαμαν μαζί 'ς της ποταμιάς το ρέμμα. Μαζί εμεσημεριάζαμαν εις της σπηλιάς τον ίσκιο, Μαζί 'ς τα δάση ετρέχαμαν κ' εκόβαμαν λουλούδια, Και ταις νυχτιαίς περνούσαμαν μαζί σε μια καλύβα, Μ' αγάπαγε σαν αδερφό, κ' εγώ σαν αδερφή μου.
Αλλ' όμως εις την συνείδησιν των πολλών θα ταυτίζεται μέχρι τέλους των χρόνων με την Μαγδαληνήν Μαρίαν, της οποίας αυτό το όνομα μετέβη εις όλας τας πεπολιτισμένας γλώσσας ως συνώνυμον της δεκτής μετανοίας και της συγχωρηθείσης αμαρτίας.
Έμβαζε αυτή μες το βιο της, μες τα καλά της ξένην γυναίκα; Της ήρχετο να επαναλάβη προς τας γειτονίσσας την ιδίαν κραυγήν, δι' ης απεδίωκε το πάλαι παρείσακτον όρνιθα από τον ορνιθώνα της: ξου, ξένη! Ως τόσον επεθύμει να ήρχετο ο υιός της διά να τον νυμφεύση, να του δώση και την ευχήν της. Σαράντα χρόνων άνθρωπος, κι' ο κόσμος είνε πέλαγος, σαν εκείνο που αρμένιζε τώρα.
Ο Οφφικιάλος είδον που έλαβε κάποιον πόνον διά τες δυστυχίες μου· έπειτα μου λέγει· στάσου με καλήν καρδίαν και έλα κοντά μου, και ογλήγορα θέλεις αλλάξει κατάστασιν. Εγώ τον ηκολούθησα, και με έφερε εις ένα εύμορφον οντά εις το παλάτι το βασιλικόν, και εκεί με ηρώτησε πώς ονομάζομαι, και πόσων χρόνων είμαι.
Την διήγησιν ταύτην ήκουσα εκ στόματος της κυρά-Ρήνης Ελευθέραινας, του ποτέ Ροδίτη, σεβασμίας γερόντισσας Αθηναίας. «Είχαμε ένα χρόνο στεφανωμένοι με τον μπάρμπα-Λευθέρη, αυτόν που βλέπεις, και όλον τον χρόνον δεν έπαυσε να είνε άρρωστος. Σου έχω ειπεί πως με είχεν ελκύσει με τα χάδια του, ενώ ήτον αυτός τριαντάρης, κ' εγώ ήμουν δώδεκα χρονών τρελλοκόριτσο, που να μην πήγαινα παραπάνω.
Οι κήποι ήταν εξαίσιοι και στολισμένοι με ωραία μαρμάρινα αγάλματα· του παλατιού η αρχιτεχτονική κομψότατη. Ο οικοδεσπότης, ηλικίας εξήντα χρονών, υποδέχτηκε πολύ ευγενικά τους δύο περίεργους αλλά με πολύ ολίγη προθυμία, κι' αυτό σύγχισε τον Αγαθούλη και δεν άρεσε του Μαρτίνου. Και πρώτα-πρώτα δυο κορίτσια καθαροντυμένα σερβίρανε σοκολάτα καλά αφρισμένη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν