Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Η ιδιότροπη μοίρα που θέλησε να μας φθάση μόνον σε σκορπισμένα κομμάτια, τον υπεχρέωσε ν' αναλάβη πειο ενεργητικό ρόλο, για τον οποίον δεν έφθανε πεια νάναι σοφός, για τον οποίον χρειαζότανε νάναι ποιητής. Από τα μυθιστορήματα του Τριστάνου, όσων γνωρίζουμε στην ύπαρξι, και που όλα θα ήσαν μεγάλης εκτάσεως, του Κρετιέν ντε Τροά και του Λασέβρ εχάθησαν ολόκληρα.

Μπεντιέ προτίμησε τη δεύτερη λύσι την πολύ δυσκολώτερη και γι' αυτό ακριβώς πειο ελκυστική για την τέχνη του και τη μόρφωσί του, και, ακόμη, πειο κατάλληλος ως προς το σκοπό που είχε τάξει: ν' αναστήση για τους ανθρώπους των ημερών μας το θρύλο του Τριστάνου υπό την αρχαιότερη μορφή που επήρε, εκείνη τουλάχιστον που μπορούμε να φθάσουμε στην Γαλλία.

Έτσι έπρεπε να παρουσιάση στους Γάλλους αναγνώστες την ιστορία του Τριστάνου και της Ιζόλδης, αφού μ' αυτό το Γαλλικό κοστούμι του δωδεκάτου αιώνος εκυρίευσεν έκτοτε όλες της φαντασίες, αφού όλες η φόρμες που επήρε από τότε ανάγονται στον πρώτο εκείνο Γαλλικό τύπο, αφού, αναγκαστικά, βλέπουμε τον Τριστάνο με πανοπλία ιππότη και την Ιζόλδη με μακρυά ρόμπα στ' αγάλματα των Γαλλικών κατεντράλ.

Οι άνθρωποι της Κορνουάλλης ακόμη ονομάζουν αυτήν την πέτρα «Πήδημα του Τριστάνου». Μπρος στην εκκλησιά, οι άλλοι όλο τον περίμεναν. Άδικα όμως, — γιατί τώρα πεια τον πήρε ο Θεός στη φύλαξί του. Φεύγει... Ο αλαφρός άμμος βουλιάζει στα πόδια του. Πέφτει χάμω, γυρίζει πίσω, βλέπει μακρυά τη φωτιά. Τριζομανάνε η φλόγες και ψηλά ανεβαίνει ο μαύρος καπνός. Κι' ο Τριστάνος φεύγει..

Τον καιρό όπου περνούσε η Βασιλική πομπή, κει κάτω στον άλλο δρόμο που ο Γκορνεβάλης κι' ο ιπποκόμος του Καερδέν φύλαγαν τ' άλογα των κυρίων τους, παρουσιάστηκε ξαφνικά, ένας ιππότης αρματωμένος: Μπλεχερή τον έλεγαν. Αναγνώρισε από μακρυά τον Γκορνεβάλλη και το οικόσημο του Τριστάνου. «Τι είδα σκέφτηκε.

Έρχεται στο κρεββάτι του Τριστάνου και λέει: «Φίλε, ο Καερδέν φθάνει. Είδα το καράβι του στη θάλασσα. Σιγά-σιγά προχωρεί. Μολαταύτα το αναγνώρισα. Ο Θεός να δώση να σου φέρη τη γιατρειά σου» Αναταράζεται ο Τριστάνος. «Ωραία φίλη, είσαστε βέβαιη ότι είναι το καράβι του;! Λοιπόν, πέστε μου τι πανί έχει. — Το είδα καλά. Το έχουν ολάνοιχτο και τεντωμένο πολύ ψηλά, γιατί ο άνεμος είναι αλαφρός.

Αν νικήσω κράτησέ με κοντά σου. Ή, αν δε θέλης να με κρατήσης, θα φύγω σε μακρυνόν τόπο». Κανείς δεν εδέχθη την πρόκλησι του Τριστάνου. Ο Μάρκος πήρε στα χέρια του τα χαλινάρια του αλόγου της Ιζόλδης, κ' εμπιστευόμενος τη Βασίλισσα στο Λιντάν, πήγε παράμερα για να πάρη συμβουλή. Χαρούμενος ο Ντινάς έκαμε στη Βασίλισσα χίλιες τιμές και χίλιες περιποιήσεις.

Η χρυσές κλωστές ξέβαψαν, αλλά όχι και η χρυσή τρίχα των μαλλιών σου». Η Ιζόλδη έρριξε μακρυά το μεγάλο σπαθί και πήρε στα χέρια τον επενδύτη του Τριστάνου. Είδε τη χρυσή τρίχα και σώπασε ώρα πολλή. Έπειτα φίλησε τον πληγωμένο στα χείλη, για σημείο ειρήνης, και του φόρεσε τα πλούσια ρούχα του.

Λοιπόν ο Δούκας Αντρέ ήταν όπως και ο Τριστάνος, ανηψιός του Βασιληά Μάρκου. Γνωρίζοντας ότι ο Βασιληάς μελετούσε να γεράση άτεκνος για ν' αφήση την χώρα του στον Τριστάνο, ο φθόνος τους άναψε και με ψέμματα ερέθιζαν κατά του Τριστάνου τους Άρχοντες της Κορνουάλλης. «Πόσα θαύματα στη ζωή του! έλεγαν οι άπιστοι.

Ο γραμματέας έσπασε το κερί και χαιρέτισε κατά πρώτον το Βασιλέα εξ ονόματος του Τριστάνου. Έπειτα του ιστόρησε όλα όσα παρήγγελνε ο Τριστάνος. Ο Μάρκος άκουγε χωρίς μιλιά και κατά βάθος εχαιρότανε, γιατί αγαπούσε ακόμη τη Βασίλισσα. Ονομαστί συγκάλεσε τους πειο ξακουστούς βαρώνους του, κι' όταν μαζεύτηκαν όλοι, έκαναν ησυχία και μίλησε ο Βασιληάς: «Άρχοντες, έλαβα αυτή την επιστολή.

Λέξη Της Ημέρας

καρποφόροι

Άλλοι Ψάχνουν