Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025
Και το κύμα το μανισμένο και το αέρι το τρελλό επίστεψα πως εξανάλεγε με διαβολική χαρά και ειρωνεία: — Στην άλλη ζωή!... στην άλλη ζωή. Έμεινε όπως ευρέθηκε καθένας για πολλή ώρα. Και άξαφνα, εσκορπίσαμε τρελλοί, εσκαλώσαμε στα κατάρτια και μονόγνωμοι αρχίσαμε να φασκελώνουμε τον προδότη και να του φωνάζουμε: — Της μάνας σου το κέρατο!... Της μάνας σου το κέρατο!...
Και όμως τον εκλέξατε• γιατί 'ς αυτή την πόλι ανόητ' είσθε όλοι• και μολαταύτα οι θεοί, σαν κάνετε κάτι τρελλό, σας το γυρίζουν σε καλό. Και η εγχώρια θεά, που την αιγίδα κυβερνά, η πολιούχος Αθηνά. Για τούτο κ' οι θεοί τη φοβερίζουνε σαν χάνουν ένα δείπνο, και γυρίζουνε πάλι στην κατοικία τους χωρίς γιορτή, όπως το νέο γιορτολόγι απαιτεί.
Όσο για την, που λεν μεταρρυθμιστική συνομιλία, αυτή είναι απλώς η ανόητη μέθοδος, με την οποίαν οι πιο ανόητοι φιλανθρωπισταί πολεμούν αρρωστιάρικα ν' αφοπλίσουν τη δίκαιη κατακραυγή των εγκληματικών τάξεων. Όχι, άσε με να σου παίξω κάτι τι τρελλό άλικο του Dvorak.
«Φίλε, του είπεν ο Μάρκος, πού σου ήρθε η ελπίδα ότι η Βασίλισσα θα προσέξη έναν τρελλό απαίσιο σαν και σένα; — Μεγαλειότατε, έχω μεγάλα δικαιώματα για να με προσέξη. Πολλά έκαμα γι' αυτήν, κι' απ' αυτήν κατάντησα τρελλός. — Ποιος είσαι λοιπόν; — Είμαι ο Τριστάνος, εκείνος που τόσο αγάπησε την Ιζόλδη, κι' ως που να πεθάνη θα την αγαπάη.
Τα μάτια έγειναν σαν αστραπή!. Τον καϋμένον διαβολάκον! τα μάτια του ήστραπτον περισσότερον παρά έλαμπον διότι το αποτέλεσμα του κρασιού εις τον διεγερμένον εγκέφαλον ήτο όχι μόνον έντονον, αλλά και απότομον. Αφήκε νευρικά την κούπα στο τραπέζι και επροχώρησε ανάμεσα από εκείνους που τον περιέβαλλον με ένα μάτι κατά το ήμισυ τρελλό.
Το μουλάρι θα τρόμαξε βέβαια από τον αλλόκοτο αναβάτη, αλλά και με τέτοια μανία το κτυπούσε ο καταχανάς με τη ξιφολόγχη, που το ζώον άρχισε να τρέχη σαν τρελλό. Ο καταχανάς όμως στεκότανε καλά στο σαμάρι. Κατόπιν του έτρεξε κένα πλήθος, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι τον κεφαλοχωρίου. Άλλοι από συγγενικό ενδιαφέρο, άλλοι από περιέργεια κένας από συμφέρο. Ο χωρικός πούχε το μουλάρι. Αυτός πήγαινε πρώτος.
Ο έφορος, ξένος άνθρωπος, νεοφερμένος στον τόπο, δεν καταλάβαινε καλά-καλά τι ήθελε να πη ο Μπαρμπα-Νικόλας. Στην αρχή μάλιστα, σαν έμπηξε τις φωνές και χτυπούσε τα χέρια του στο τραπέζι και γούρλωνε τα μάτια του, τον πήρε για τρελλό. Γύρισε μια και κύτταξε ολοτρόγυρα τους άλλους.
Ο τρελλός γύρισε τότε κατά τους βαρώνους, και τους έσπρωξε προς την πόρτα φωνάζοντας: «Τρελλοί, όξω από δω. Αφήστε με να κουβεντιάσω με τη Βασίλισσα. Ήρθα δω μέσα γιατί την αγαπάω». Ο Βασιλείς εγέλασε. Κοκκίνησε η Ιζόλδη. «Μεγαλειότατε, διώχτε αυτόν τον τρελλό». Μα ο τρελλός ξανάρχισε με την αλλόκοτη φωνή του
Όταν μπήκε μέσα στο φρούριο, παίζοντας με το ρόπαλό του, βαλέδες και ιπποκόμοι μαζεύτηκαν στο πέρασμά του, και τον κυνηγούσαν σαν λύκο από δω κι' από κει. «Κυττάχτε τον τρελλό, χου, χου, χου!» Του ρίχνουν πέτρες, τον χτυπούν με τα ραβδιά. Αλλά τους ξεφεύγει με τρόπο: αν του επιτίθενται, από τ' αριστερά, γυρίζει και χτυπάει δεξιά.
Αφού είχε γίνη το κακό στην Πόλη, κατόρθωσαν οι φίλοι του να φύγη. Τον έφεραν πια τρελλό στο Παρίσι. Έμεινε δυο χρόνια άρρωστος. Όταν πήγα στην εξοχή, εκεί τον άφησα. Μήτε γω μήτε κανένας άλλος δεν μπορούσε να τον πλησιάση. Μια μέρα πήγαν και του είπαν, τάχατις για να τον ησυχάσουν, πως η αδερφή του παντρέφτηκε και πήρε το νέο το μουσικό που την αγαπούσε. Μήτε θέλησε να τακούση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν