United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτή λοιπόν του λαού την τρέλλα την έθρεφε ο Σοφιστής, που δεν είχε άλλο σκοπό παρά να προξενά θαμασμό και να θησαυρίζη. Ας πάρουμε τώρα ένα τέτοιο λατρευτή του τύπου και καταφρονετή της ουσίας των πραμάτων, κι ας τον ιστορίσουμε. Καλλίτερο ίσως δε θα βρούμε από τον περίφημο τον Πολέμωνα. Ας μιλήσουν όσοι αξιωθήκανε να τον ακούσουν και να τονέ χαρούνε.

Ευθύς τότε τα δύο παιδία του Φραγκούλα και πέντε ή έξ άλλου μικροί μοσχομάγκαι ανερριχήθησαν επάνω εις την στέγην του ναού, άνωθεν της θύρας, και ήρχισαν να βαρούν τρελλά, αλύπητα, αχόρταστα, τον μικρόν μισορραγισμένον κώδωνα, τον κρεμάμενον από δύο διχαλών ξύλων, εκεί επάνω. Ο παππά-Νικόλας έβαλεν ευλογητόν, και ήρχισεν η ακολουθία της Αγρυπνίας.

Από τη στιγμή όμως που πήγε και βρήκε το χτήμα του έρημο, γύρω τριγύρω μήτε ψυχή, κι ως τόσο ο κόσμος γεμάτος ζωή κι ομορφιά, γεμάτος χίλια δυο μάγια που η φύση τα στένει να ξυπνήση τη νιότη και να της θυμίση πως την κρατάει αιώνια της σκλάβα, κάτι σαν τρέλλα τον άδραξε τον Πανάγο και τον κατρακύλησε τον κατήφορο. Το γνώριζε πως άλλη μαζώχτρα δεν έμνησκε τώρα παρά την Ασήμω.

Έπεσε σε μιαν αλέγρα μουσική, πεταχτή, πεταχτή, σα να κελαδούσαν πουλιά ευτυχισμένα, σα να φιλούνταν αγαπημένα χείλη, σα να ρουφούνταν αναπνοές, σα να πιπιλίζουνταν γλώσσες, σα ν' αγροικούνταν τρελλά γέλοια έρωτα αχόρταγου, σα νάτριζαν ηδονικά σφιγμένα κορμιά, αγκαλιασμένες σάρκες, σφιγμένα κόκκαλα.

Αν είταν αληθινός, ή τουλάχιστο γνωστικός Τούρκος, η τρέλλα του θάπερνε τούρκικο δρόμο, θα πήγαινε αντίκρυ στο Μιναρέ, και θάλεγε, «Γραφτό σου είναι, Μιναρέ μου, να πέσης, ας γείνη του Προφήτη το θέλημαΜα ο Μεχμέτης ανησυχά, βασανίζεται, τα σίδερα τρώει, που θα πέση ο Μιναρές. Και τρέχει, κι όλο τρέχει να τονε γλυτώση. Όλο πάει να πέση, κι όλο τονε γλυτώνει. Ρωμιός πρέπει να είναι, του κάκου!

Άλλοι εις άλλα μέρη ευρίσκονται εις μεγάλην κίνησιν και ενώ φαίνονται ότι τρέχουν, πηδούν και μένουν εις το αυτό μέρος ή πηδούν υψηλά και λακτίζουν τον αέρα. Θέλω λοιπόν να μάθω ποίον καλόν σκοπόν δύνανται να έχουν αυτά. Εις εμέ φαίνεται μάλλον ως τρέλλα το πράγμα και δεν θα δυνηθή κανείς εύκολα να με πείση ότι είνε στα καλά των αυτοί που τα κάνουν αυτά.

ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ Μεγάλοι δόκτορες της επιστήμης, της μάνας και συναμικής θα ήτανε για μένα τρέλλα, πράγμα γελοίον και ανάρμοστον, αν παρέλειπα να σπεύσω το εγκώμιο να σας πλέξω: αν δεν ερχόμουν να προσθέσω φώτα εις τον ήλιο, άστρα εις τον ουρανό, κύματα στη θάλασσα, τριαντάφυλλα στην άνοιξι. Αντί λοιπόν ευχαριστίας δεχθήτε με ολίγας λέξεις, πολλάς να εκφράσω χάριτας στο σεβαστό συνάφι μας.

Αν ήναι και οι τάφοι μας και τα νεκροταφεία να στέλνουν τους θαμμένους μας οπίσω, — μνήματά μας εις το εξής των αετών ας γείνουν τα στομάχια ! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Η τρέλλα σ' έκαμε δειλόν; ΜΑΚΒΕΘ Καθώς σε βλέπω τώρα, τον είδα! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Δεν εντρέπεσαι!

Μια σταλαγματιά αίμα πήδησε απ' το λευκό αγκύλωμα. Η Παυλίνα έβαλε ένα γέλιο τρομαγμένο και τραβήχθηκε μακρυά. — Τι τρέλλα! είπε. Ονειρεύομαι ξυπνημένη. Έπεσε μ' ένα όμορφο κίνημα στο λευκό της κρεββάτι κι' αποκοιμήθηκε γλυκά. Τα μάτια της κερένιας κούκλας μένανε ανοικτά μες στο σκοτάδι και υγρά, σα δακρυσμένα.

Ποια κακή τρέλλα σ’ έπιασε και ποιος από τους αθανάτους σε τέτοια δεινά σ’ έσπρωξε, που δεν υπάρχουν ποιο μεγάλα; Αλλοίμονό σου, δύστυχε, να σ’ αντικρύσω δεν μπορώ, αν και πολλά να σε ρωτήσω θέλω, πολλά απ’ το στόμα σου να μάθω τέτοια είν’ η φρίκη που γεννάς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονο, αλλοίμονο, ο δυστυχισμένος! Σε ποια μεριά της γης με παν, σε ποιο βυθόν ορμητικά κυλά η φωνή μου! Αλλοίμονο!