Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Δεν το ήπιαν οι πιστοί σου αυτό το αίμα κι απόμεινε κρυμμένο μέσα σε μια καταφρονεμένη καρδιά, υστέρα, πέρασε σε άλληνα, ώσπου καταστάλαζε στη δική μου, έγεινε άλλο τόσο, και πάλι άλλο τόσο, και στο λαιμό μου ανέβαινε, μ' έπνιγε. Τι να το κάμω, είπα. Χτήμα σου είναι. Στάλα στάλα τόρριχτα πάνω σ' αυτά τα χαρτιά. Και τώρα τα καταθέτω μπροστά στο θρόνο σου! Μην ταγγίξης, θα κάψης τα χέρια σου!
Αφού έστειλε τον Άριελ να του φέρη εκεί τον υιο του βασιλέα, με τον τρόπον, που ο ίδιος του δείχνει, ο Πρόσπερος θα ενεργήση με αισθητικό μέσον εις την ψυχή της θυγατρός του, και κράζει μπροστά της τον Κάλιμπαν, — τον οποίον αυτή αποφεύγει, επειδή εγνώρισε εις αυτόν ενωμένη την ηθική ασχημάδα με τη σωματική, — όπως τόσο προθυμότερα και διψασμένα ορμήσουν η καρδιά και τα μάτια της ν' αναπαυθούν εις την καλή μορφή και εις την ευγενική ψυχή του νέου, που θα προβάλη σιμά της. — Με τούτη την αφορμή, ο ποιητής ξεσκεπάζει τη σχέση του Πρόσπερου με τον Κάλιμπαν, εις την οποία φανερώνεται πάλι ποίος είναι ο Πρόσπερος· αγκαλά θυσιασμένος από την κακία των ανθρώπων, εφύλαξε ακέραιο εις την ψυχή του ένα ακλόνητο θάρρος εις το Καλό, και εις τάγριο τέρας, που απάντησε εις το έρημο νησί, εσεβάσθηκε το ίχνος της ανθρώπινης μορφής, κ' έλπισε, και με άκραν υπομονή επάσχισε να ημερώση την ψύχη του και να τον καταστήση όμοιόν του· αλλά το τέκνο της κακόπαικτης στρίγλας και του δαίμονος είναι ύλη, η οποία δεν υποφέρει το πνεύμα, που πολεμάει να την υποτάξη εις την ζωηφόρον ενέργειάν του.
Ο Σβεν τραγουδούσε και γελούσε και λάμπανε τα μεγάλα γαλανά μάτια του. Γιατί να ντρέπεται να τραγουδά, αφού διασκέδαζε ο ίδιος τόσο μ' αυτό κι αφού κιόλας τραγουδούσε τόσο ωραία; Αυτό το είχε πει η μαμά κι όταν εκείνη εύρισκε πως τραγουδά ωραία, έπρεπε να το βρίσκουν όλοι ωραίο.
Οι Ιουδαίοι ως τόσο δεν τον άφιναν ήσυχο μηδέ τώρα, παρά πήγανε στον Ανθύπατο της Αχαΐας το Γαλλίωνα, και κατηγόρησαν τον Παύλο πως πολεμούσε να φέρη καινούργιο Θεό. Ο Ρωμαίος όμως αρνήθηκε νανακατευτή σε ζητήματα κατά τη γνώμη του καθάρια δογματικά· πολιτική που πολύν καιρό την ακολούθησαν οι Ρωμαίοι, μη βλέποντας άλλο στο νέο κήρυγμα παρά άβλαβα Ιουδαϊκά ψιλολόγια.
Η απλή ύπαρξις της συνειδήσεως, της δυνάμεως εκείνης για την οποία τόσο φλυαρούν ανέκαθεν οι άνθρωποι και με τόσην αμάθεια καυχιώνται, είναι σημάδι της λειψής αναπτύξεώς μας. Πρέπει ν' απορροφηθή από το ένστικτο για να γίνουμε υπέρτεροι.
Τότες τ' απάντησε ο σοφός γιος του Λαέρτη κι' είπε 154 «Μη δα έτσι εσύ ο τόσο καλός, θεόμορφε Αχιλέα, 155 μη θες τους λόχους νηστικοί να σηκωθούν κι' αμέσως να πολεμήσουν τους οχτρούς, τι η μάχη λίγες ώρες δε θα βαστάξει, αν γίνει αρχή και συμπλακούν οι άντρες και χύσει και στους διο ο θεός μέσα στα στήθια πάθος.
Ο λαός όμως είταν τόσο μαγεμένος με την ορθοδοξία, που λέγε λέγε πως είταν αιρετικός ο Αναστάσιος, τονέ φαρμάκεψαν και του Μακεδονίου το νου, ώσπου κατάντησε ο ίδιος ο Πατριάρχης να παρακινά τον όχλο να πάη και να σηκώση ταραχή έξω από το παλάτι. Έτρεξε εκεί ο λαός, και μέρα μεσημέρι ξεφώνιζε και βλαστημούσε τον Αυτοκράτορα, λέγοντάς τονε μανιχαίο και τύραννο.
Γιατί όσο ζούσε ο Έχτορας και χόλιαε ο Αχιλέας 10 κι' είταν το κάστρο απάτητο του βασιλιά Πριάμου, τόσο και το τρανό τειχί των Αχαιών βαστούσε.
Αλλ' άμα παραχόρταιναν, βάραιναν τόσο, που δεν μπορούσαν να πετάξουν. Έπρεπε ναύρουν ψήλωμα και στο μεταξύ βρίσκαμε καιρό και τα κτυπούσαμε με πέτρες, ή ξύλα και πολλά σκοτώναμε. Αλλ' αν τα όρνια στις στιγμές αυτές δε μπορούσαν να πετάξουν, αναπηδούσαν όμως αγριεμένα κ' επιθετικά. Αυτός ήτο ο κίντυνος, γιατ' είχαν ράμφη και νύχια φοβερά και μπορούσαν να βγάλουν μάτια ή κόψουν σάρκες.
Τούτος μας σώζει — όχι και τόσο συχνά — από τις άγριες φουρτούνες. Εκείνος όμως με μια του μαστοριά μας απάλλαξε σύγκαιρα από τους διαβόλους της Κόλασης και από τους αγίους της Παράδεισος, που νομίζω δεν έχει και μεγάλη διαφορά. Δεν λέγω πως μου αρέσει να βλέπω τους διαβόλους με τα στριμμένα κέρατα, τις μακριές ουρές και τα σπαθωτά νυχοπόδαρά τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν