Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Η αρμάδα η τουρκική ηύρε το ρέμμα της θάλασσας, και το ρέμμα-ρέμμα, δω τους είχε, κει τους είχε, τους έφτασε απ' το πλάι. «Ως τόσο οι καπεταναίοι οι δυο τους αντρειώθησαν. Ήταν παλλικάρια, που δεν πιστεύω να εστάθησαν άλλοι, τους εγνώρισα εγώ πολύ καλά.

Μα κι άλλα κάμποσα του αρμάθιασαν, π. χ. πως επάγγελμα ευγενικό δεν αφήκε απείραγο, καθώς γιατρούς, δικηγόρους και τέτοιους, και πως τους εμπόρους τους έγδυνε με φόρους και με μονοπώλια. Όλ' αυτά καμωμένα ως τόσο όχι από φυσική του σκληρότητα, παρά επειδής έπρεπε κατά τη γνώμη του να γίνουνε, για να καταχτηθή ο κόσμος.

Γιατί ένοιωθα ένα συναίστημα ενοχής μέσα μου, ένα συναίστημα ενοχής που με βάραινε. Όμως δεν μπορούσα να βρω πότε έσφαλα. Νόμιζα πως χωρίς άλλο εγώ είμουνα ο ένοχος. Όταν πήγα να κοιμηθώ, είδα πως η Έλσα είταν ξυπνητή ακόμα. Όταν όμως έπεσα, έσκυψε και μου φίλησε το χέρι. Ποτέ άλλη φορά δεν είδα το πρόσωπό της με τόσο ευτυχισμένη έκφραση.

Τον κύτταξα χωρίς να πω λέξι, όπως βλέπει κανείς όλα τα παράξενα πράμματα στον κόσμο. Η ευγνωμοσύνη ήταν ζωγραφισμένη ανάποδα στο μέτωπό του! Το ημίψηλο του βουλευτή με τη ναυτική πατατούκα, και το ιερατικό βρακί με τα δημαρχικά παπούτσια έκαναν μια παράξενη και αξιοθρήνητη αρμονία απάνω του. Και θυμήθηκα την υπηρέτριά μου: — Μη βιάζεσαι, αφέντη· αυτός που σε περιμένει δεν είνε και τόσο κύριος...

Α ιδού εκείνη η εύμορφη χωριατοπούλα, την οποίαν τόσο ακριβά φυλάγω εις την ενθύμησίν μου. Ναι, ω Αδήλ, αυτή είναι εκείνη και εδώ σου την έφερα διά να τελειώσω την ευτυχίαν σου.

Ήταν στοιχεία της φύσεώς του που τους έδωκε ορατή μορφή, παλμοί που τόσο δυνατά τάραξαν μέσα του ώστε αναγκαστικά να τους αφήση να δοκιμάσουν την ενέργειά τους όχι στο κατώτερο επίπεδο της πραγματικής ζωής, όπου θα εμποδίζονταν και θα περιορίζονταν και θάμεναν έτσι ατελείς, αλλά σ' εκείνο το φανταστικό επίπεδο της τέχνης, όπου ο Έρωτας μπορεί στο θάνατο να βρη πραγματικά την τελειοποίησή του, όπου μπορεί κανείς να μαχαιρώση τον ωτακουστή πίσω από το παραπέτασμα της πόρτας και να παλέψη μέσα σ' ένα νεόσκαπτο μνημούρι και να κάνη ένα ένοχο βασιληά να καταπίνη τον πόνο του και να δη τη σκιά του πατέρα του κάτω από τις χλωμές του φεγγαριού λάμψεις να γλυστράη περήφανη μέσ' στον τέλειο οπλισμό της από τον ένα καταχνιασμένον τοίχο στον άλλον.

«Ω φίλοι, ας ερωτήσουμε τον ξένον αν γνωρίζει κάποιον αγώνα• ότι κακόςτην πλάσι αυτός δεν είναι• κνήμαις, μεριά, βραχίονες, και ο σβέρκος ο γενναίος 135 μεγάλην δείχνουν δύναμι, και νειότη δεν του λείπει• αλλά πολλά παθήματα τον έχουν συντριμμένον• ότι άλλο ωσάν την θάλασσα, θαρρώ δεν παραλύει τόσο κακά τον άνθρωπο, πολύ και αν είναι ανδρείος».

Μ' αρέσει η αίσθηση που δίνει το ποίημά σας, πως όλα αιώνια περνούν και όλα αιώνια ξαναγυρνούν αλλαγμένα. Το ονομάζω αυτό εγώ, το δράμα του αιώνιου περάσματος, ή το δράμα της αιωνιότητας. Άμα ο άνθρωπος είναι τόσο καθαρόματος ή ανοιχτομάτης, που να έχει, πάντα το δράμα αυτό, ο άνθρωπος αυτός α ξ ί ζ ε ι, γιατί είναι ανώτερος από κάθε του πράξη, και ουδέ χάνεται μένοντας ανάμεσα στους ανθρώπους.

Τ' αμπάρια, η πλώρη, η κάμαρη του καπετάνιου, το μαγεριό εκαρφώθηκαν όλα που δεν επέρναγε τρίχα. Επλάκωσε τέλος η νύχτα και μαζί επλάκωσεν η ανυπομονησία μας. Όσο επλησίαζαν τα μεσάνυχτα τόσο εμεγάλωνε το ψυχοβάσανο. — Ε και να μας τον έφερνε τρεμουντάνα! — Ας τον πάρη πρώτα στην όστρια, οστριασορόκο και βλέπουμε.

Η εικόνα είτανε τόσο καθαρή ώστε νόμιζε πως ξεχώριζε κάθε χαμόκλαδο και κάθε δέντρο, όλα ως τις ψιλές απόχρωσες του φωτός και του ίσκιου, που έρριχνε ο βραδινός ήλιος στη σανιδόπλεχτη σκεπή του σταχτερόχρωμου σπιτιού.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν