Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Οκτωβρίου 2025
Στης πύλες του Τινταγκέλ τον αφήκε. Στα τείχη, οι φρουροί χτυπούσαν της σάλπιγγες. Εχώθηκε μέσα στην τάφρο και διέσχισε την Πολιτεία με κίνδυνο της ζωής του. Πέρασε όπως άλλοτε τους μυτερούς στύλους του κήπου, ξαναείδε τη μαρμάρινη σκάλα, την πηγή και το μεγάλο πεύκο και πλησίασε στο παράθυρο πίσω από το οποίο κοιμώτανε ο Βασιληάς Μάρκος. Τον εφώναξε σιγά. Ο Μάρκος εξύπνησε.
— Τινταγκέλ, φώναξε ο Τριστάνος, ο Θεός να σ' ευλογήση σένα και τους άρχοντές σου!» Άρχοντες, εδώ άλλοτε ο πατέρας του ο Ριβαλάν, με μεγάλη χαρά, είχε πάρει την Μπλανσεφλέρ. Αλλά — αλλοίμονο! — ο Τριστάνος δεν το ήξευρε. Όταν έφθασαν κάτω από τη μεγάλη σκοπιά του πύργου, τα σαλπίσματα των κυνηγών αντήχησαν, και αμέσως κατέβηκαν στης πόρτες οι βαρώνοι κι' ο ίδιος ο Βασιληάς Μάρκος.
Αλλά γνώριζε ότι μου πέρνεις τη χαρά των ματιών μου και τη χαρά της καρδιάς μου!». Ο Τριστάνος εμπιστεύτηκε το σκυλλί σ' έναν τραγουδιστή της Ουαλλίας, γνωστικό και παμπόνηρο ο οποίος το πήγε εκ μέρους του στην Κορνουάλλη. Ο Τραγουδιστής έφτασε στο Τινταγκέλ και το παράδωσε κρυφά στη Βασίλισσα.
Εσταμάτησε μέσα στη μικρή πολιτεία του Τινταγκέλ, εγκατεστάθη στο σπήτι κάποιου αστού μαζύ με τον Γκορνεβάλη, κ' έλυωνε εκεί βασανισμένος από τον πυρετό, σκληρότερα πληγωμένος παρά άλλοτε, τον καιρό που η λόγχη του Μόρχολτ είχε δηλητηριάσει το σώμα του.
Προσέθεσε: «Φίλε, πήγαινε να βρης τον Τριστάνο στο μεγάλο παραμελημένο δρόμο που πάει από το Τινταγκέλ στο Σαιν-Λουμπέν. Να του πης πώς δεν τον χαιρετώ, και μη τολμήση να με πλησιάση γιατί θα βάλω τους υπηρέτες και τους βαλέδες να τον πετάξουν όξω». Ο Περινίς έψαξε και ηύρε τον Τριστάνο και τον Καερδέν· τους είπε το μήνυμα της Βασίλισσας.
Αλλά μια μέρα δυο χελιδόνια πέταξαν μέχρι το Τινταγκέλ κ' έφεραν μια τρίχα από τα χρυσά μαλλιά σου. Πίστεψα ότι ερχόντανε να μου αναγγείλουν ειρήνη και αγάπη. Να γιατί πέρασα τη θάλασσα κι' ήρθα να σε ζητήσω. Να γιατί αντιμετώπισα το θερίο και το φαρμάκι του. Κύτταξε αυτή την τρίχα, ραμμένη μέσα στης χρυσές κλωστές του επενδύτη μου.
Έμαθε από έναν περαστικό ότι ο Μάρκος ήταν από παλάτι κι' ότι προ ολίγου είχε προεδρεύσει σε μεγάλη δίκη. «Αλλά πού είναι η Βασίλισσα; Και η Βραγγίνα η ωραία της υπηρέτρια; — Κι' αυτές στο Τινταγκέλ βρίσκονται, δεν πάει πολύ που της είδα. Η Βασίλισσα Ιζόλδη φαινότανε θλιμμένη, όπως πάντα».
Καθάρισε το σπαθί του, το ξανάβαλε στη θήκη, έσυρε απάνω από το πτώμα έναν κορμό δέντρου, κι' αφήνοντας το βουτηγμένο στο αίμα, έφυγε, με το σκουφάκι στο κεφάλι, για τη φίλη του. Στο παλάτι του Τινταγκέλ ο Γκοντοΐν τον είχε προλάβει.
Οι γάμοι έγιναν στο Μοναστήρι του Τινταγκέλ. Αλλά ότι την είχε πάρει του έφεραν την είδησι ότι ο αρχαίος εχθρός του ο Δούκας Μόργκαν μπήκε στο Λοοννουά και κατέστρεφε τα χωράφια, τα χωριά, και της πολιτείες. Ο Ριβαλάν αρμάτωσε βιαστικά τα καράβια του και πήρε την Μπλανσεφλέρ, που είχε μείνη έγκυος, στην μακρυνή πατρίδα του. Άραξε μπρος στον Πύργο του, στο Κανοέλ.
Τα χέρια είναι ωραία, καλό το τραγούδι, σιγανός ο τόνος και γλυκειά η φωνή. Κείνη τη στιγμή μπαίνει ο Καριάδος, πλούσιος κόμης από κάποιο μακρυνό νησί. Είχεν έλθει στο Τινταγκέλ για να προσφέρη στη Βασίλισσα της υπηρεσίες του, και πολλές φορές μετά την αναχώρησι του Τριστάνου της είχε πη τον έρωτά του. Αλλά η Βασίλισσα απέκρουε της αιτήσεις του και τον έλεγε τρελλό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν