Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Φαίνεται όμως πως η δουλειά του δεν είναι και πολύ της προκοπής.» «Αρκεί να τα βγάζει πέρα, Στεφάνααποφάνθηκε ο Έφις, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι. «Αρκεί να τα βγάζει πέρα χωρίς ν’ αμαρταίνει.» «Αυτό είναι το δύσκολο, ψυχή μου! Πώς να περάσει κανείς το ποτάμι χωρίς να βραχεί;» «Περνώντας πάνω από τη γέφυρα», είπε η άλλη υπηρέτρια από την αυλή, σκυμμένη επάνω σ’ ένα σωρό από αμύγδαλα που έσπαγε.

Και τον καιρόν που ο τζελάτης είχε σηκώσει το σπαθί διά να του κόψη το κεφάλι, αρπάχθη εις τον αέρα ο Χασάν, και έγινεν άφαντος από τους οφθαλμούς των περιεστώτων· το οποίον επροξένησε τόσον εις τον Σουλτάνον, ωσάν και εις τον λαόν, μεγάλον θαυμασμόν και φόβον.

Έτσι ας προσέξει, όσο πολύ κι' αν είναι παλικάρι, 410 μήπως στη μάχη άλλος κανείς του βγει πιο δυνατός του, κι' η Γιάλα η αρχοντόθρεφτη καμιά νυχτιά απ' τον ύπνο σηκώσει με τα κλάματα το σπιτικό της όλο, το τέρι της γυρέβοντας, τον πρώτο απ' τους Αργίτες, η γνωστικιά του φοβερού Διομήδη γυναικούλα415

Δέφτερος πήρε ο θεϊκός Δυσσέας να σηκώσει, και μια σταλιά τον σάλεψε, μα πού να τον σηκώσει! 730 Μον το δικό του λύγισε το γόνα, κι έτσι πέφτουν χάμου κι' οι διο κοντά κοντά και κουρνιαχτό γιομίζουν.

Ο προκομμένος ο αρχιμανδρίτης εκεί που με το ένα χέρι σκούπιζε τα δάκρυά του, με το άλλο είχε σηκώσει με τρόπο το ράσο του κ' έδειχνε στους άλλους μισούς τα πισινά του. Ο θεομπαίχτης! Κι' όταν τον έκραξα να τον επιτιμήσω, να τον φτύσω στα μούτρα, τι θαρρείς πως είπε, ο αθεόφοβος: «Αν έδειξα τα πισινά μου, τάδειξα στην πόρτα και στους κολασμένους, τους αγιογδύτες.

Ο οποίος πηγαίνοντας ύστερον από μερικές ημέρες επέστρεψε χωρίς να κάμη τίποτε, λέγοντάς μου, πως ο Σουλτάνος της Καρίσμου την είχε τάξει του βασιλέως της Γάζνας, ο οποίος είχε σηκώσει τα άρματα εναντίον του και αν δεν του την έταζε δεν έπαυεν ο πόλεμος, και είχαν κατά νουν ότι μετά δύο ημέρες ύστερα από τον μισευμόν μου να του την στείλουν, και είδα τες ετοιμασίες που έκαναν διά να την συντροφεύσουν.

Και σαν τον είδε ο θεϊκός τον πόνεσε Αχιλέας, 5 και κράζοντάς τον του λαλεί διο φτερωμένα λόγια. «Τι κλαις σαν κόρη, Πάτροκλε, μικρούλα που της μάννας ζητάει, μαζί της τρέχοντας, στα χέρια ναν την πάρει, και την τραβά ενώ βιάζεται, κι' ως που ναν τη σηκώσει τη βλέπει πάντα ολόδακρη πιασμένη απ' την ποδιά της; 10 Έτσι τα δάκρια, Πάτροκλε, σαν κοπελούδι χύνεις.

Και ο υιός της, πρωτότοκος, ήγγιζεν ήδη το εικοστόν έτος. Και ήδη έχανε τον νουν του κ' εζητούσε να νυμφευθή. Του είχαν κάμει μάγια, αι γυναίκες, από τον Πέρα Μαχαλάν. Και του είχαν σηκώσει τα μυαλά του. Ποιος ηξεύρει τι μαγγανείας του έκαμαν, και τι του έδωκαν να πίη. Εγνώριζαν εκείναι από μαγείας . . .

Απ’ την ημέρα πούχαν πάει στα λουλούδια δεν είχε σηκώσει τα μάτια της απάνω του απ’ το φόβο μήπως απαντήση τα φριχτά μάτια της Βεργινίας που ξεφώνιζαν, άλαλα, από καημό κι απελπισία. . περισσότερο όμως ακόμα φοβότανε μήπως αντικρύση τα δικά του μάτια!

Ήτο συνήθως άεργος και η τεμπέλικαις μικροδουλειαίς, τας οποίας εξετέλει κάποτε, πότε κουβαλών νερό με την στάμναν εις τας οικίας, πότε υπηρετών τους κηπουρούς, τους αλωνιστάς και τους εργάτας των ελαιοτριβείων, πότε βοηθών τους γρυπάριδες εις την ανέλκυσιν του μακρού ατελειώτου γρύπου επί της μεγάλης άμμου εις τον αιγιαλόν, δεν τον είχαν «σηκώσει» κατά το έτος εκείνο.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν