Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Τότε απ' την Ίδα ο Δίας 75 μπουμπούνισε άγρια, κι' αστραπή σφεντόνισε αναμένη προς τον στρατό των Αχαιών· κι' εκείνοι σαν την είδαν, κέρωσαν όλοι, και χλωμή τους έκοψε τρομάρα.
Ζηλεύω την παλληκαριά, δεν τη φθονώ σαν άλλους... Κι' όταν εγώ 'ς τα Γιάννινα, εσέ, το υιό τ' Ανδρούτζου, Του Καραΐσκου το παιδί, το Θώδωρο το Γρίβα, Με τάλογά σας έβλεπα να λάμπετε 'ς τον ήλιο, Ν' ανεμοστροβιλίζετε, σας εχαιρόμουν, Διάκε, Κ' έλεγα μέσα μου κρυφά, ένας Θεός το ξέρει, Νάμουν εγώ το σύγνεφο και σεις ταστροπελέκια... Καλός καιρός οπούτανε!... Τώρα και σας κ' εμένα Μας άρπαξε το σύφλογο και ξεζευγαρωμένους Μας δέρν' η ανεμοριπή... Θέλεις να ζήσης, Διάκε;...
Και μόλις επήρε τις τρεις χιλιάδες δεν αργοπορούσε, μόνε σαν να ήταν ο πιο πλούσιος όχι μονάχα από τους ζευγολάτες του τόπου του παρά κι από όλους τους ανθρώπους, πηγαίνει αμέσως στη Χλόη και της διηγιέται τ' όνειρο, της δείχνει το πουγγί και την παρακαλάει να προσέχη τα κοπάδια, ως που να γυρίση· ύστερα τρέχει γλήγορα στο Δρύαντα και βρίσκοντάς τονε ν' αλωνίζη λίγο σιτάρι με τη Νάπη, του μιλάει με πολύ θάρρος για το γάμο: — Δος μου τη Χλόη γυναίκα.
Έπρεπε να ακολουθήσω την επιθυμία μου σαν αυτόν το σκύλλο, με κίνδυνο να σε πιάσουν και να σε σκοτώσουν μπροστά στα μάτια μου; Ούτε η ανάμνησι της περασμένης ζωής, ούτε ο ήχος της φωνής σου, ούτε κι' αυτό το δαχτυλίδι ακόμη αποδεικνύουν τίποτε, γιατί όλα αυτά μπορεί να είναι κατεργαριές μοχθηρού μάγου. Μολαταύτα, παραδίνομαι, στη θέα του δαχτυλιδιού.
Είμαι άτριχος· μα είναι κι' ο Διόνυσος· μελαχροινός· μα κι' ο υάκινθος είναι μελαψός· όμως κ' ο Διόνυσος είναι ομορφότερος από τους σάτυρους κι' ο υάκινθος από τους κρίνους. Αυτός είναι ξανθός σαν αλεπού και μουσάτος σαν τράγος κι' άσπρος σαν γυναίκα από τη χώρα. Κι' αν είναι ανάγκη να φιλήσης εσύ, εμένα θα μου φιλήσης το στόμα, τουτουνού όμως τις τρίχες του γενιού του.
Θα σε λυπηθή που τον πήρες για άνθρωπο, κι όχι μεγάλο νου. Δε θα καταδεχτή να θυμώση μαζί σου. Θα συλλογιστή και θα πη, τι να προσμένη από έθνος με τέτοιους κουτούς σαν και λόγου σου, που φαντάζουνται πως πρέπει ένας Μεγάλος Νους να δουλεύη! Θ' απορέση που δεν έχεις τόση γνώση που να νοιώθης πως το Μεγάλο το Κεφάλι ανάγκη να δουλεύη δεν έχει.
— Ε, σαν την Πόλη, ντε κ' εγώ. — Έχς πάει εσύ στα Γιάννινα; — Όχι. — Τότενες πού τα ξερς; — Όπως τα γλέπω από τη ράχη. Έτσ' είνε κι αυτά μέσα στο λόγγο χωμένα, σαν το χωριό μ'. Έχουν και μια λούτσα στν' άκρη. Εκεί ποτίζουν τα πράμματά τσ' αυτοίνοι; Για, μαλλιά τράω κ' χετε φορτωμένα.
Πόσο τώρα ξέγνιαστα τον Έχτορα μαλάζεις, όχι όπως όταν με φωτιά μας έκαιγε τα πλοία.» Έλεγε αφτά, και ζύγωνε κοντά και τον τρυπούσε. 375 Και τότες του Πηλέα ο γιος, τα όπλα σαν του πήρε, στάθηκε εκεί μες στου στρατού τη μέση και τους είπε «Τώρα όλοι ελάτε — ομπρός, παιδιά — τη νίκη τραγουδώντας 391 σηκώστε αφτόν κι' ας σύρουμε στα βαθουλά καράβια. Μεγάλη η δόξα!
Ο γέρο-Λευθέρης ο Κουσερής ήτο εν ευθυμία, και μετά μικρόν ήρχισε να τραγουδή τα οικεία αυτώ παλαιά μερακλίδικα τραγούδια: Απ' τα πολλά μου βάσανα, κι' απ' τα πολλά μου πάθη, 'ς ένα δενδρί ακούμβησα, κ' εκείνο εμαράθη. Και πάλιν: Όλοι κακό μου θέλουνε, η πέτραις και τα ξύλα, σαν ακουμβήσω σε δενδρί μαραίνονται τα φύλλα.
Σωτηριάδη, γιατί να φέρνεται κανείς όπως φέρνεται με αθρώπους που σαν και μας, τη ζωή τους θυσιάζουνε για την Ελλάδα, θα πη πως κι ο πατριωτισμός ο δικός του είναι λίγο. . . προσωπικός. Αλήθεια, πολύ μου κακοφαίνεται να βρεθή ένας στενός μου φίλος σε τόσο δύσκολη θέση και γω μάλιστα να το φταίω — μα να δήτε που βρέθηκα τώρα κι ο ίδιος σε θέση δυσκολώτερη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν