United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τρεις ώραις ανδρειεύονται... Πλακόνει κι' ο Βριόνης Σα μαύρη βαρυχειμωνιά... Χαλάζι το μολύβι... Σκάφτουν το χώμα τάλογα... Σίφουνας, συντελεία... Χνώτο με χνώτο πολεμούν... Αδερφωμένο βρέχει Το αίμα ταρβανίτικο τη γη με το δικό μας... Έχουν την ίδια τη βαφή... Αν σμίγουν πεθαμένα Πώς δε θα σμίξουν ζωντανά;..

Ο Δούκας Χοέλ και ο Καερδέν παρέταξαν αμέσως τα πρώτα τμήματα των ιπποτών, μπρος στης πόρτες των τειχών. Άμα έφθασαν σε απόστασι τόξου, σταμάτησαν τάλογα, με τα κοντάρια χαμηλωμένα, ενώ σαν βροχή του Απρίλη έπεφταν απάνω τους τα βέλη. Ο Τριστάνος ωπλιζότανε κι' αυτός με κείνους που τελευταία είχε ξυπνήσει ο φρουρός.

Την έδιωξ' από το σπίτι πριν ξεσπάση και μας ξετινάξη καπνούς και φλόγες αυτό το βουνό. Εμείς τώρα πρέπει να μείνουμε στη μάννα κοντά. Πήγα και της είπα πως για παρηγοριά της θα μείνουμε. Κράλης. Αδερφέ μου, ό,τι σου λέει η μεγάλη σου γνώση. Κωστ. Γλήγορα θα μ' έχης στο καλορρίζικό σου, και τότεςπρώτα ο Θεόςταποσώνουμε το ξεφάντωμα. Να ο Κεριάκος με τάλογα όξω. Κατεβαίνουν κ' οι γυναίκες.

Τον επήγαν μπροστά στο Βασιληά. «Μεγαλειότατε, είπεν ο μάγος, διατάχτε τους κυνηγούς σας νάχουν έτοιμα τα λαγωνικά και να σελλώσουν τάλογα. Πέστε ότι εφτά μέρες κ' εφτά νύχτες θα λείψετε στο δάσος για κυνήγι, και να με κρεμάστε από της διχάλες, αν απόψε κι' όλα δεν ακούστε τι λόγια λέει ο Τριστάνος στη Βασίλισσα». Έτσι κ' έκανε ο Βασιληάς, αν και όχι με την καρδιά του.

Πήγε τότες κ' η δύστυχη η Νίσιβη, που στέκουνταν προπύργιο κάθε φορά που πλάκωναν Ασιανοί προς τα δυτικά. Και δεν τούμεινε πια θάρρος μήτε να νοιαστή για την πόρεψη του στρατού του, μόνε τους άφησε απρομήθευτους, και καταντήσανε για είκοσι λίτρες θροφή να πλερώνουνε δέκα χρυσά νομίσματα, κ' ύστερα να σφάζουν και τάλογά τους και να τα τρώνε.

Κι όλον το κόσμο αρώτησε, κ' όλος ο κόσμος του είπε: Να φάη τα Μήλα τα Χρυσά να ξαναγειάνη πάλι. Χτυπούν τ' αδέρφια τάλογα και χάνονται 'ςτόν κάμπο. Φέρνουν τα Μήλα τα Χρυσά. Τα παίρνει ο παντρεμμένος Καββαλλακεύει τάλογο και γέρνει 'ςτήν καλή του. Μήνες μονάχα επέρασαν.

Πέτρινες στοές δίχως τέλος και δίχως ταίρι μας ισκιώνουν και μας προφυλάγουν από το φοβερό το λιοπύρι· οι πιώτεροι δρόμοι μ' επίτηδες μέρος για να περνούν τ' αμάξια και τάλογα, σύστημα ασυνήθιστο στις ελληνικές πολιτείες· αρίθμητα δημόσια χτίρια· ο λαός πάντα πανηγυρικός, πάντα περίχαρος, πάντα στο ποδάρι κι ακοίμητος.

Αλλά το λιμάνι ήταν έρημο, γιατί μόλις είχε χαράξει, κ' έτσι κανείς δεν είδε τον αντρείο να καλπάζη κατά το μέρος που τούδειξε η γυναίκα. Ξαφνικά, πέντε άνδρες ξεχύθηκαν στο δρόμο. Σπηρούνιζαν τάλογά τους, με τα χαλινάρια αμπολημένα, και έφευγαν κατά την πόλι.

Η Παναγιά να τη δυναμώνη τη δόλια, να μην της έρθη και τίποτις. Από πού ξεφύτρωσες εσύ τώρα! Να μην τάφερες τάλογα από κανένα χωριό; Κερ. Τι χωριό και τι ξεχωριό! Οληνυχτής ταξίδευα με το φεγγαράκι. Πρι να προβάλη ο ήλιος ξεκίνησ' από τη χώρα, και να 'μαι τώρα. Αμέ τι θαρρείς; Έτσι μονάχα, θα γίνεται γάμος και γω θα γυρίζω \ μες στα βουνά; Γαρουφ.

Στ' όνομα της Βασίλισσας σ' εξορκίζω, στ' όνομα της Ιζόλδης της ΞανθήςΤρεις φορές επανέλαβε στους φυγάδες την πρόσκλησι, εξ ονόματος της Ιζόλδης της Ξανθής. Άδικα. Εξαφανίστηκαν, κι' ο Μπλεχερή δεν μπόρεσε να φτάση παρά μόνον ένα από τάλογά τους, και το πήρε λάφυρο. Έφτασε στο παλάτι του Σαιν-Λουμπέν την ίδια στιγμή που είχε εγκατασταθή κει η Βασίλισσα.