Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Μετ' ολίγον θα γείνω κύριος του κήπου· ο κηπουρός με ευνοεί, αν και είναι μόλις δύο τρεις ημέραι που εγνωρίσθημεν, και δεν θα περάση κακά. 10 Μαΐου. Θαυμαστή ευθυμία κατέλαβεν όλην την ψυχήν μου, ομοία προς τας γλυκείας πρωίας της ανοίξεως τας οποίας απολαύω με όλην μου την καρδίαν. Είμαι μόνος και χαίρομαι την ζωήν μου εις αυτήν την χώραν, η οποία επλάσθη διά τοιαύτας ψυχάς σαν την ιδική μου.

Να κι ο πρώτος αριθμός! Νάτο το πρώτο βραβείο ! Μπράβο, μπράβο ! Εύγε ! Και του χρόνου !» . . Κι απάνω σε δυο ρόδες πέρασε αργά-αργά μια βαρκούλα όλο από άσπρα τριαντάφυλλα, με το παννάκι της τανοιχτό, στολισμένο κι αυτό με γιρλάντες από γαλανά λουλούδια. . και την τραβούσανε δυο όμορφα ναυτάκια, ζεμένα στο τιμόνι του δίτροχου, και το καθένα κρατούσε στα χέρια του ψηλά από 'να περιστέρι άσπρο που φτεροκοπούσε. . μέσα στη βαρκούλα καθόταν ένα παιδάκι σαν ολόγυμνο, με τρικό ροζ, με φτερούγες στις πλάτες και με μια φαρέτρα γεμάτη βέλη-ο Έρωτας!-και κρατούσε στα χέρια του σα χαλινάρια τις ουράνιες κορδέλλες πούτονε δεμένα τα περιστέρια. «Α-ά-ά-α ! ! !» έκανε όλος ο κόσμος καθώς περνούσε και δος του χειροκροτήματα. . . Η Λιόλια χτυπούσε τα χέρια της σαν τρελλή και δάκρυζε απ’ την τόση ομορφιά, την τόση ευχαρίστηση.

Μα κι αφτά τα είπα πολλές φορές . Μερικοί εδώ σα να το πήραν όμως πολύ άσκημα που βρέθηκε στο τέλος ένας να γράψη και τα ρωμαίικα. Δεν ξέρουνε και φωνάζουνε. — Δημοσιογραφείτε τακτικώς ή εκτάκτως στο Παρίσι; — Κάποτε ταχτικά, κάποτες όχι· έτσι κ' έτσι. — Πού γράφετε; — Σαν κάμη κανείς τάρθρο του, όπου ταιριάζη, εκεί το βάζει. Για τον Καρκαβίτσα έγραψα στο Χρόνο.

Ένας ναυαγός της ζωής, που έζησε της οκτώ αυτές ημέρες των αγώνων σαν κολασμένος. Που μέσα, κει, εις την λευκή του Σταδίου λάμψι, στην εορτή της ώμορφης νεότητος, στη δόξα την υπέρλαμπρη του αθλητισμού, έννοιωσεν όλη την αθλιότητα της ιδικής του της ζωής, όλο το πόνο και την απόγνωσι μιας ευτυχίας, όπου αυτός κατέστρεψε με τα ίδια του τα χέρια. Μ α ρ ί α. Αλλά ποίος σου είπε; Κ ώ σ τ α ς.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Να τον, έρχεται· θα στείλω να φέρω την κόρη μου για να του δώση την χείρα της. Κύριε, ήρθαμε να υποκλιθώμεν εμπρός στην υψηλότητά σας σαν φίλοι που είμαστε του κυρίου πεθερού σας και να σας διαβεβαιώσωμε μετά σεβασμού ότι είμαστε ταπεινοί σας δούλοι.

Τι να σου πω, παιδί μου, εψιθύρισεν η πάσχουσα, ο Θεός ξέλει... Ίσως ήθελε να είπη «μητρυιά», Αλλά δεν είχε το θάρρος να αρθρώοη την λέξιν. — Γιατί, μητέρα, επανέλαβεν η παιδίσκη, είπες πως έχεις πεθερά, σαν να μην είσ' ευχαριστημένη; Και δεν σ' αγαπάει η μαμμίτσα μου; Η ασθενής έσεισε την κεφαλήν, αλλά δεν είπε λέξιν.

Μαζί μας το λοιπόν πρέπει να είναι οι κυρίες, οι καλές, οι προκομμένες, που δε θέλουνε να είναι σαν τους άλλους, να μοιάζουνε με όλο τον κόσμο, που τόχουν καημό και στενοχωριούνται, άμα διούν πως η καθεμιά φορεί το φουστάνι και το καπέλλο που φόρεσαν πρώτες εκείνες. Έτσι και το δικό μας το δημοτικό το καπελλάκι, ο καθένας δεν μπορεί να το φορέση.

Σαν άκουσε της λυγερής τα μαύρα λόγια ο Γιάννος Τον πήρε η μαύρη απελπισιά και η λαύρα της καρδιάς του Και φεύγει αναστενάζοντας και πάει αγκομαχώντας.

Τα Τελώνια όμως έμεναν σκαλωμένα στη θέσι τους, περιφρονώντας την ταραχή και τον θόρυβο. Τόρα δεν ήσαν δυο, δεν ήσαν τρία μόνον ήσαν εκατόχίλια. Τ' ωχροκίτρινο φως τους έφευγε περαδώθε στο πλωριό κατάρτι, στο πρυμιό, στους φλόκους, στα πινά, στις στραλιέρες, άπλωνε κ' έσβυνε κινούμενο σαν φίδι που έφαγε τη λαμπηδόνα.

Και να μην το ξέρω πως είμαι ωραίο, γιατί δεν πρέπει να το ξέρω αν θέλω να λέω σωστή την προσευχή μου. Και το λύγισμα του νέου κορμιού μου μέσα στο ράσο να μην το νοιώθωγιατί δεν πρέπει ποτέ να το μάθω πως είμαι σεμνόπρεπο και λιγερό σαν το κοτσύφι.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν