Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Η Μαριανθούλα τότε πετάχτηκε από τον τοίχο, που στέκονταν, και ρίχτηκε στην αγκαλιά της βάβως της, κι' αφού την αγκάλιασε και τη φίλησε γλυκά, της είπε: — Μη βαβούλω μου, κλαις και μη λες τέτοια λόγια! Μη λες πως θα πεθάν'ς!... Εγώ δε θέλω να πεθάν'ς!.. Η γριά την έσφιξε στην αγκαλιά της και της είπε: — Καλά ψυχή μ'! Καλά χαδιάρα μ'! Δεν πεθαίνω. Σου είπα πότε θα πεθάνω.
Ήταν αθώος σαν το νεογέννητο παιδί και ο κόσμος ως τόσο του ρίχτηκε και πρώτη πρώτη η γυναίκα του. «Δε σ' αφίνει ο κακόκοσμος ποτέ ήσυχο»· εσυλλογιζότανε ο ναύτης· «θαρρείς περιμένει τίποτα στραβό, κανένα σκόνταμα, ή αδυναμία καμμιά για να σου ριχτή, να σε σπρώξη να πέσης όλως διόλου ν' αφανισθής για να χαρή αυτός ή και για να σε κλάψη ύστερα.»
Ένα, μα πολύ σπουδαίο· η θρησκεία. Όλος ο νους κι' όλ' η καρδιά του Ρωμαίικου ρίχτηκε μέσα στην αγκαλιά της και βύζανε ταθάνατο γάλα της. Για δαύτα πρέπει με μάτια ορθάνοιχτα να τον ακολουθάμε το θρησκευτικό μας δρόμο τους χρόνους αυτούς.
Από τ' ακούραστο κυνήγι του Χάρου, απόμειναν τρία αδέρφια. Ο μικρότερος υπηρετούσε τόρα, ως καθυστερούμενος στο στρατό από το καλαικαίρι που μας πέρασε, ο δεύτερος, αχ! ο δεύτερος που να μην έσωνε κι αυτός, εκεί που βρέθηκε, 'ρίχτηκε στα πολιτικά και τους συνεπήρε κι αυτούς μαζί του.
Εδώ μέσα κρύβεται η μεγαλοδύναμη ψυχή τους. Μη λυπηθής ούτε κόπους, ούτε βάσανα για να τη γνωρίσης. Φρόντισε να μπολιάσης μ’ εκείνη το αίμα σου. Έτσι, ακούς, θα φτάσης γρηγορώτερα στο σκοπό μας. Ο Αριστόδημος τάδεσε στο μαντήλι τα λόγια του πατέρα του. Μόλις μεγάλωσε, ρίχτηκε με τα μούτρα στα βιβλία.
Κι ολοτρόγυρά τους οι άντρες όλοι με τα τουφέκια. Έλεγες κ' είτανε στράτεμα και κατέβαινε. Καθώς περνούσε το λείψανο από τη θύρα της εκκλησιάς, που στεκόντανε μερικές από την παρακάτω τη γειτονιά κι απαντέχανε να περάση και νακολουθήσουν κι αυτές, βλέποντας ένας την Ασήμω, ίσια ίσια κείνος που έλεγε την αποβραδινή στο Καπελιό για τανίψι του πως η μαζώχτρα του ρίχτηκε, της πετάει μια βρισιά.
— Θαρρείς πως σαν ήταν σπόρος στην κοιλιά της μάννας του, εξακολούθησε φουρκισμένος ο δούλος, έκαμε το σχέδιό του και τώρα που βγήκε στη ζωή, ρίχτηκε να το σαρκώση με τη δύναμη και το πείσμα του ταύρου του. Δε λέει ποτέ : είνε δικό μου και δόστο μου· παρά : είνε δικό μου και το παίρνω. Και μέσα στην ψυχή του συμπληρώνει τη φράση του: και δικό μου να μην είνε θαν το πάρω.
«Στο έμπα μου, έτρεξε πρώτος-πρώτος ο γέρικος σκύλλος του σπιτιού μου, ο Κοράκης, και ρίχτηκε, με τα μπροστινά του τα ποδάρια, απάνω στη σέλλα τ' αλόγου μου και με κάτι κουνήματα του κεφαλιού του, και με κάτι φωνές, που έβγαζε από το στόμα του, ήθελε ν' αποδείξη τη μεγάλη χαρά του, για τον ερχομό του ξενιτεμένου αφεντός του.
Ο Δημητράκης με τους δυο κολλήγους και με το γέρο Μαλαματένιο ρίχτηκε στη δουλειά με τα μούτρα. Δούλευε μεροδούλι στα ξένα χτήματα. Τόσον καιρό δουλεύοντας στ' αμπέλι της Ελπίδας κατάντησε από τους καλήτερους κι όλοι τον προτιμούσαν. Κ' εκείνος δεν αρνιόταν σε κανένα· δεν ξεχώριζε φίλους κι οχτρούς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν