Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Ποιος είπε μια στιγμή: πού πάμε; Είδα στα μάτια σου ένα δάκρυ. Και σ' έφερα στο νου, θυμάμαι, ορθή στο λόφο ως είχες μείνει· δεν πέρασα κοντά σου μόνος, και η όψη σου χλομοί ήταν κρίνοι. Δόξα στον πόνο, χαίρε ο πόνος που στη χαρά θα φέρη, ως φέρει βροχή θερμή δροσάτο αέρι.

Αχ, κόρη μου, και σεις, ξέναι, ω της δυστυχίας μου, ταλαίπωρος εγώ! Φεύγει, παιδί μου, και σε παραδίδει εις του Άδου τας αγκάλας. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω της δυστυχίας μου, μητέρα μου ! Κλαίω κ’ εγώ διά των ιδίων λόγων ως και συ, αφού ο αυτός πόνος μας κατασπαράττει και τας δύο. Σβύνεται πλέον δι' εμέ το φως τούτο του ηλίου.

Η μόνη διαφορά είτανε πως ενώ η δυστυχία μεγάλωνε πάντα, εγώ δεν ήθελα να την πιστεύω, αν και την προαιστανόμουνα και γνώριζα πως θαρθή. Γιατί εμείς οι άνθρωποι το γνωρίζουμε πως θαρθή ο πόνος. Μόνο με ποια μορφή θαρθή δεν το γνωρίζουμε ποτέ.

Άσπριζε η εξοχή από τ' άσπρα μαντήλια των κοριτσιών που φορούσαν στο κεφάλι για τον ήλιο, έφερνε στα φτερά του το μυρωμένο αγέρι στιχάκια αγάπης και καημού από τα τραγούδια των τρυγητών: Ψηλά την χτίζεις τη φωλιά και θα λυγίση ο κλώνος και θα σου φύγη το πουλί και θα σου μείνη ο πόνος...

Ήθελεν είνε αδύνατον να διηγηθή τις, ποίας λογής ήτον εις τούτο το θέαμα ο πόνος του βασιλέως, και με όλον που είχε τάξει την σιωπήν με όρκον της βασίλισσας, ολίγον έλειψε που να μη τον χαλάση, διά να ονειδίση την ωμότητά της· εστάθη όμως στενεμμένος να αναμερίση, φοβούμενος να μη της φανερώση την θλίψιν του· και ούτως επήγε και εξανακλείσθη εις τον χοντζερέ του, και δεν έκαμνεν άλλο, παρά να οδύρεται, και να κλαίη το κακόν τέλος των τρυφερών του παιδιών.

Μπορούμε να βλέπωμε την αυγή με του Σέλλεϋ τα μάτια, και όταν περιπλανιόμαστε με τον Ενδυμίωνα η Σελήνη ερωτεύεται τα μάτια μας. Δική μας είναι η αγωνία του Άτυος και δικά μας η αδύναμη μανία και ο ευγενικός πόνος του Δανού. Θαρρείς πως είναι η φαντασία που μας κάνει ικανούς να ζούμε τις αναρίθμητες αυτές ζωές; Και βέβαια που είναι η φαντασία· και η φαντασία είναι αποτέλεσμα κληρονομικότητος.

Ο πόνος της καρδιάς γεμίζει ωσάν ψωμί το αδειανό στομάχι των δυστυχισμένων. Αφού επερπάτησε δέκα όλαις ώραις, εκάθισεν από κάτω από μίαν καστανιά ν' αναπαυθή. Ακόμη όμως δεν είχε καλοκαθίση, και την ετρόμαξαν δύο τουφεκιές και το γαύγισμα βραχνού σκύλου. Εγύρισε να ιδή τι τρέχει και είδεν ένα σύννεφο πουλιά που έφευγαν φοβισμένα.

Είναι γλυκό το τραγούδι της θάλασσας, μα πικρός ο πόνος που φέρνει. Πάμε παρακείθε λιγάκι. Εκεί, κατά το χάλασμα του Μπραΐμη. Εκεί, στην άλλη την άκρη της Τάμπιας είναι του Μπραΐμη το χάλασμα.

Οι φοίνικες ξηραίνονται Της Ειλειθυίας· βαρύνεται Επάνω εις την καρδιάν των Το σκότος της νυκτός Ως πλάκα τάφου. Όχι φως και χαράν, Αμμή φλογώδεις άκανθας Βρέχει δι' αυτούς ο ήλιος, Και η γη σχισμένη δίδει Αίματος βρύσεις. Πού μ' έφερεν ο πόνος μου; . . Τι λέγω;. . . τιμωρίαν Αληθινήν και μόνην, Φρικτήν, οι μιαροί Έχουσα άλλην.

Δεν είν' αρρώστεια να διαβή να ξαναγειάνη πάλι, Δεν είναι μιαν αντάμωσι για να την λησμονήση, Γκρεμός δεν είναι και ραϊδιό και σκέπι να περάση, Δεν είν' πελαγοποταμιά διά να διαβή από πέρα, Δεν είναι μαύρο σύγνεφο να φυλακτή σ' απόσκιο, Μόν' είναι ο πόνος της καρδιάς κι' ο πόνος της αγάπης, Είναι καϋμός. Και σκιάζομαι να μη τον χάσω, η μαύρη. — Γιαννούλα, εγώ την κόρη μου την έχω αλλού ταμμένη.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν