United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα δε αφού τον εκαβαλίκευσε και τον κρατή μεταξύ των σκελών του, επέρασε τον βραχίονα του κάτω από τον λαιμόν του και τον πνίγει τον δυστυχή, αυτός δε τον κτυπά ελαφρά εις τον ώμον τον παρακαλεί, υποθέτω, να τον αφίση, διά να μη πνιγή εντελώς.

Ίσια, ίσια δεν την θέλει· παραπονείται ότι την άλλην φοράν, όταν την εστείλαμεν, η Βασιλική έτρεχεν εις τα χωράφια να παίζη και τον άφινεν ολομόναχον. Εμένα παρακαλεί να 'πάγω... Η Φωτεινή απ' την γωνιά, όπου εκάθητο, εσπόγγισε τα δάκρυά της και ήλθε. — Στείλε με εμένα, μητέρα. — Εσύ! τόσο μικρή τι θα ημπορέσης να κάμης! — Ω! στείλε με και θα ιδής.

Ο καπετάν Φώκας δεν ήθελε να τον τσουρμάρη τελευταία, ούτε οι ναύταις του τον ήθελαν. Μα τι να κάμη; του έλειπεν ένας ναύτης. Το ξέρω, βρε παιδιά μου, έλεγε. Μα να χάσωμε το ναύλο; Και τον ετσουρμάρισε. Έτσι λες εσύ; Να κινδυνέψωμε για τον Αράπη. Α! Πάπα-Δράκο! παιδί μου! παρακαλεί ο καπετάνιος, λοιπόν είπαμε. Ίσα τον Αράπη! Ο Παπα-Δράκος ήτανε έτοιμος.

Δεν μας λέει τόνομά του κ' εμείς τραβούμε φούχτες τα μαλλιά από το κρανίο που ουρλιάζει. Ο Alberigo μας παρακαλεί να σπάσουμε τον πάγο στο πρόσωπό του για να μπορή να κλάψη λιγάκι.

Μα όταν μπαίνη μέσα, έρχεται ίσια σε με, βγάζει το φυλαχτό και μου λέει τι έχει μέσα. Έπειτα μου το φέρνει εμπρός στο στόμα και με παρακαλεί να το φιλήσω. Το κάνω για να μην της ταράξω τη χαρά και μ' ένα ευτυχισμένο χαμόγελο το ξανακρύβει στο στήθος της ενώ λέει: — Αν ήξερες πόσο είμαι ευτυχισμένη όταν είμαι έξω κοντά στο Σβεν, δε θα σε πείραζε που πηγαίνω τόσο συχνά.

Χριστέ! παράλαβέ με. »Βρέξετη φλόγα μου δροσιά και κάμε αυτήν τη στάχτη »Που θα ν' αφίση το κορμί του δούλου σου, Πατέρα, »Να μη την πάρη ο άνεμος και να μη μείνη στείραΕίπε και παραδόθηκε. Δεμένοςτο δρομάρι Ο μάρτυρας σιγά σιγά, παρακαλεί τη φλόγα Με τον καπνό τη σάρκα του, πούταν γυμνή να κρύψη.

Ο Πετρώνιος με παρακαλεί να σε αναλάβω υπό την προστασίαν μου· επειδή δε και η Πομπωνία μου έγραψεν, είναι πιθανόν ότι έχουν συνεννοηθή και ίσως ο Μετρώνιος συνηγορήση εις τον Νέρωνα να σε στείλη και πάλιν εις τον Άουλον. Δεν εγνώρισες κανένα εις του Αούλου εκ των οικείων του Καίσαρος; — Είδα τον Βεσπασιανόν, τον Τίτον και τον Σενέκαν. — Αυτούς δεν τους αγαπά ο Καίσαρ. — Είδα και τον Βινίκιον.

Ο στρατιώτης εξαγριούται και αποπειράται να ξιφουλκήση, αλλά το ξίφος είνε κολλημένον γερά εις την θήκην του. Και, μετά ματαίας αποπείρας, παρακαλεί τον αντίπαλον να τον βοηθήση. — Τι θέλεις τώρα; του λέγει ο υποδεκανεύς, αφού τον συνέδραμε να ξιφουλκήση. Να σε γεμίσω γιακάδες; Αλλά ο Πασχαλάκης, πριν ή αφήση αχαλίνωτον την οργήν του, θέλει να βεβαιωθή περί της απιστίας.

Ως προς ημάς, γνωρίζεις ότι είμεθα φίλοι των φίλων του, επομένως δε και του Καίσαρος. ΘΥΡΣΟΣ. Έστω. — Ούτω λοιπόν, ονομαστή βασίλισσα, ο Καίσαρ σε παρακαλεί, οσάκις σκέπτεσαι περί της παρούσης θέσεώς σου, να ενθυμήσαι ότι είναι Καίσαρ. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Εξακολούθει. Αληθώς βασιλική γενναιότης. ΘΥΡΣΟΣ. Γνωρίζει ότι από φόβον και όχι από έρωτα προσκολάσαι εις τον Αντώνιον.

Και τώρα η διάθεσίς σου, να επιστρέψης πάλιντης Βυττεμβέργης την σχολήν , είν' εναντίατον πόθον μας πολύ· και σε παρακαλούμε να μην αναχωρήσης, αλλ' εδώ να μείνηςτην ιλαρήν παρηγοριά των οφθαλμών μας, πρώτος μας αυλικός, ανεψιός κ' υιός μας. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑτην μητέρα σου, Αμλέτε, μην αδιαφορήσης, 'πού σε παρακαλεί θερμώς μ' εμάς να μείνης· αν μ' αγαπάς, 'ς την Βυττεμβέργην μη πηγαίνης.