United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ έχω το ένα ποδάρι στο λάκκο. Παιδιά δεν έχω, σκυλιά δεν έχω. Πρέπει να φροντίσω μοναχός μου για τα υστερνά μου. Αποφάσισα να φκιάσω το παλάτι μου. Απ' αυτά τα παλάτια που φκιάνεις του λόγου σου κάτω στην ΑγιάΜαρίνα. Θα μου κάμης το μάρμαρό μου και θα γράψης από πάνω: Εδώ αναπαύεται εν Χριστώ ένας καμπούρης». Ο μαρμαράς τον κύτταξε καλά, και άρχισε να σκαλίζη το μάρμαρο. Πέρασαν χρόνια.

Μου παρουσιάζεσαι ακόμη μια φορά, όχι τέτοιος, όποιος είσαι τώρα μέσα στη σκοτεινιά του Άδου, αλλά τέτοιος &που έπρεπε να είσαι&, σκορπίζοντας σ' όλους τους ανέμους μιαν ύπαρξι γεμάτη μεγαλοπρέπεια και όνειρα, μέσα στην σκοτεινήν πόλιν των οραμάτων, στη Βενετία σου, στον γεμάτον από άστρα αυτόν παράδεισον κοντά στη θάλασσα, με τα παλάτια της που στο πνεύμα του Παλλάδιο χρωστά, τα παλάτια της με τα μεγάλα παράθυρα, που λες και ρεμβάζουν επάνω στα μυστηριώδη και σιγηλά νερά της.

Εφάνταζαν ονειρεμένα παλάτια μυστικά, νεροθεμελιωμένα μαγικά στης θάλασας τα ποντισμένα βάθη. Δώθε πάλι έσβυναν, εχάνονταν στα πλάτια του πελάγου, μέσα βαθιά, του Καβογρόσου οι βραχωμένες πλέβρες, που μόλις αξεχώριζαν μες το άπειρο διάστημα του ανοιγμένου κόρφου.

Σαν παραδαρμένο από βαριά νεροποντή κι' ανεμοζάλη χελιδόνι, χώθηκε ζαλισμένος αποκάτου από τη στρέχα του φτωχικού πατρικού του και συμμαζώχτηκε ολότρομος σε μια γωνιά, τηρώντας πότε να περάσ' η κακή μπόρα. Κι' όλες τες συφορές του αυτές έρριχνεν ύστερα ο Αζώηρος 'ςτόν κακό σκοπό πώβαλε με το νου του να γκρεμίση το χαμηλό πατρικό του και να ζητήση αλλού παλάτια και περηφάνιες.

Τ' απλωτό τούτο σιάδι είνε ζόρκο από δέντρα και κατασκεπασμένο από ρεπιθέμελα και χαλάσματ' αμέτρητα, από ναούς, από τάφους, από παλάτια, από στέρνες και βρύσες του καιρού των Ελλήνων, των Ρωμέων και των Βυζαντινών κι ολούθε απάνω ξεθάφτονται κάθε τόσο από τον καλόγερο κι από τους χωρικούς σκέλεθρ' ανθρωπινά, παλιές μονέδες και στολίδια ακριβά κι αξετίμωτα.

Με την θυσία της αυτή δεν άφησε κ' εμένα χωρίς παιδί ναπόμενα τώρα στη γηρατειά μου. Παράδειγμα έγινεν αυτή σε όλες της γυναίκες μ' αυτό οπού ετόλμησε προς χάριν σου να κάμη. οπού, συ που έσωσες αυτόν κι' όλους εμάς μαζί του, χαίρε, και είθε κάτω εκεί στου Άδου τα παλάτια ωραίαν να βρης ανάπαυσιν. Αλήθεια ή τέτοιον γάμο πρέπει κανείς να εύχεται, ή ανύπαντρος να μένη.

Τ' απλωτό τούτο σιάδι είνε ζόρκο από δέντρα και κατασκεπασμένο από ρεπιθέμελα και χαλάσματ' αμέτρητα, από ναούς, από τάφους, από παλάτια, από στέρνες και βρύσες του καιρού των ελλήνων, των ρωμέων και των βυζαντινών· κι ολούθε απάνω ξεθάφτονται κάθε τόσο από τον καλόγερο κι από τους χωρικούς σκέλεθρ' ανθρωπινά, παλιές μονέδες και στολίδια ακριβά κι αξετίμωτα.

Τα δε βασιλικά παλάτια από την αρχήν αμέσως τα έκτισαν εις τους ιδίους τόπους, όπου εκατοίκησεν ο θεός και οι πρόγονοί των· τα εκατοικούσε δε ο ένας βασιλεύς διαδεχόμενος άλλον και, εν ώ ήσαν στολισμένα, τα εστόλιζε και αυτός και επροσπαθούσε να περάση όσον ηδύνατο πάντοτε τον προηγούμενον, εις τρόπον ώστε έκαμαν τα παλάτια να τα θαυμάζη κανείς, όταν τα έβλεπε, διά το μεγαλείον και την ωραιότητα των έργων, τα οποία είχον.

ΧΟΡΟΣ Μ' εστείλανε ταφεντικά του Φοίβου το ναό να ιδώ. ΙΩΝ Και τάχα σε ποιο ένδοξο υπηρετείτε σπίτι; ΧΟΡΟΣ Ταφεντικά μου κατοικούν στην πόλι της Παλλάδος κ' έχουν εκεί παλάτια. Κι' από την όψι μοναχά μπορεί κανείς να νοιώση κατά πολλά τον άνθρωπο που ευγενικός γεννήθη.

Έγερνε ο ήλιος φλογερός, απανωθιώ στη δύση, Πανώριος, αχτιδόπνιχτος, αστραποφορεμένος, Σα βασιλιάς περήφανος, άξιος και παλληκάρι. Από τες νίκες τες πολλές και την πολλή τη δόξα, Όταν γυρίζη αγέρωχος στα ολόχρυσα παλάτια, Ν’ αναπαυτή χαρούμενος πο τους πολλούς του κόπους, Να φάη να πιή και να ριχτή, σ’ ολόχρυσο κρεββάτι.