Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Τι ήτανε πάλε το κακό που σ' ευρήκε, Νικόλα παιδί μου: Σε καίγετ' η καρδιά μουΜε πήρε στην μπάντα. «Να σου κάνω καμμιά ευκολία, Νικόλα παιδί μου. Από το ψωμί των παιδιών μου να κόψω, να σου δώσω. Άνθρωποι είμαστε. Αν δε βοηθήση ο ένας τον άλλον, αλλοίμονοΕίπα κ' εγώ: ψυχοπονιάρης ο καϋμένος ο γέρος· φιλάργυρος, μα ψυχοπονιάρης! Εκεινού το μάτι του δούλευε.

Θηλυκό ήταν το παιδί τούτο· και κείτοντας κοντά του σπάργανα και σημάδια, φασκιά ολόχρυση, ποδήματα χρυσοκέντητα και βρακάκια χρυσοΰφαντα. Κ' επειδή ενόμισε σαν κάτι θεοτικό το ηύρεμα κ' έπαιρνε παράδειγμα από την προβατίνα να λυπηθή το παιδί και να τ' αγαπάη, παίρνη το μωρό στην αγκαλιά του, ρίχνει τα σημάδια στο ταγάρι του και παρακαλεί τις Νύμφες καλότυχη να αναθρέψη την ικέτιδά τους.

Αλλά λέγε μου εν πρώτοις γιατί έγινε το γεύμα; Ο Αρισταίνετος επάντρευε το γυιό του Ζήνωνα; ΛΥΚ. Όχι, την θυγατέρα του την Κλεανθίδα με τον γυιό του Ευκρίτου του τοκιστού που κάνει και τον φιλόσοφον. ΦΙΛ. Πολύ ωραίο παιδί, αλλά πολύ μικρό ακόμη για γάμο.

Ο πυρετός την έλυονε νύχτα μέρα, ο βήχας την έπνιγε κέβγαζε καίμα από το στήθος. — Εγώ, είπε η μητέρα μου, θα σου 'λεα να πας να τη δης, μα η γιαρρώστεια τση, παιδί μου, είνε κολλητική και φοβούμαι. Θα πάω 'γώ και φτάνει. Δεν μπορώ να μην πάω. Στο ύστερο δικολογιά μας είνε.

ΠΥΘΙΑ Παιδί, κρατήσου! του χρησμού τον τρίποδα έχω αφήση και βγήκα απ' το ναό εγώ, του Φοίβου η προφήτις, που εμένα με διαλέξανε απ' της Δελφίδες όλες, τον νόμο τον πανάρχαιο του Τρίποδος να σώσω. ΙΩΝ Χαίρε, μητέρα φίλη μου, που δεν μ' έχεις γεννήση. ΠΥΘΙΑ κι' όμως μητέρα λέγε με, μ' αρέσει αυτός ο λόγος. ΙΩΝ Να με σκοτώση θέλησετο ξέρεις συ;—με δόλο!

Να και τα περιστατικά. Στις 12 του Δεκέμβρη αυτός κ' η γυναίκα του και το παιδί τους ήρθαν από το Linden House στο Λονδίνο κ' ενοικίασαν κάμαρες στο 12 Conduit Street, Regent Street. Μαζί τους έμειναν κ' οι δύο αδερφές Ελένη και Μαγδαληνή Abercrombie. Στις 14 το βράδυ πήγαν όλοι μαζί στο θέατρο και την ίδια νύχτα, ύστερ' από το δείπνο, η Ελένη αρρώστησε.

Σαν ήρθε η ώρα των αυλών και του πιοτού, ο γέρος είπε να πάρουν τα μικρά, τα πειό τρανά να φέρουν απ' τα ποτήρια του κρασιού, πειο γρήγορα να φθάσουν στου μεθυσιού την ηδονή• έφεραν τότε πλήθος από φιάλες αργυρές κι' από χρυσές• κ' εκείνος παίρνοντας την πειο όμορφη, τάχα πως χάρι κάνει στο νέο τον αφέντη του, γεμάτη του τη δίνει, βάζοντας μέσα στο κρασί και δυνατό φαρμάκι, που, καθώς λένε, του 'δωκε να ρίξη η κυρά του, που το παιδί ν' αφανισθή από το φως της μέρας.

Εμπήκα λοιπόν σα λύκος που κινδύνευσε να μείνη με το στόμα ανοικτό• αλλ' ήμουν ντροπιασμένος, γιατί έγινα αφορμή να διωχθή από το τραπέζι το παιδί του Ευκράτους.

Α! Αν πεθάνω, ωρές τσούπρες, χωρίς να ιδώ το παιδί μ', ή χωρίς να παντρέψω εσένα, μοναχούλα μ' και ακριβούλα μ', και να σ' αρματώσω νυφούλα με τα χεράκια μ', να το ξέρετε: Δε θα με φάη το χώμα, και θα με βρήτε άλυωτη, όταν έρθετε να με ξεχωνιάσετε!. — Τ' είν' αυτά τα κακορρίζικα τα λόγια, πού το πας συγκρατούμενο, καημένη κυρά, είπε πάλε η υπηρέτρα.

ΡΩΜΑΙΟΣ Τα πόδια τα σπασμένα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ρωμαίε, ετρελλάθηκες; ΡΩΜΑΙΟΣ Όλως διόλου όχι· Πλην είμαι και από τρελλόν σφικτώτερα δεμένος, κλεισμένος εις τα σίδερα, καταβασανισμένος, και ραβδισμένος, νηστικός... Παιδί μου, καλή 'μέρα. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Διπλοκαλημερίζω σε. — Ηξεύρεις να διαβάζης; ΡΩΜΑΙΟΣ Ω ναι! διαβάζω το γραπτόν της μοίρας της κακής μου. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Και θα το έμαθες αυτό χωρίς βιβλίον ίσως.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν