Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Όσο για τους θρόνους, ο θρόνος του πατριάρχη στεκότανε δίπλα στ' Αγιοβήμα από τη νότια τη μεριά ανάμεσα σε τέσσερεις αργυρές κολώνες, και του αυτοκράτορα από την αντικρυνή τη μεριά. Ψηφιδώματα πως είχε αμέτρητα ο ναός σε κάθε του μέρος είναι βέβαιο, αν και δεν είναι γνωστό σε ποιά εποχή βάλθηκαν όλα.
Από το αντίθετο πλευρό εκατέβαινε του φεγγαριού η λαμπάδα κ' έγλειφε με γλώσσες αργυρές το κατραμαλειμμένο σκαφίδι, έπεφτε μέσα στο κατάστρωμα, στις σκουριασμένες αλυσίδες και τους ξανθούς μουσαμάδες, στους μπαμπάδες και τους μούρσους, στις γούμενες και τις αλτσάνες και τους σκαρμούς, ανέβαινε στα κατάρτια τα βαρυφορτωμένα με σίδερα και σχοινιά, έπεφτε στα πανιά, επερνούσε στις σταύρωσες, άλλα εφώτιζε και άλλα ίσκιωνε, που ενόμιζες το πλεούμενο κρίνον γιγάντιο στη θάλασσα φυτρωμένον.
Αναγέλες τα ψάρια χρυσόφτερα, ασημωμένα, εδιάβαιναν ολόγυρά του με φουσκωμένα τα λαιμά, τα σπάραχνα κατακόκκινα, ψιλό μαργαριτάρι τα δόντια στις δυνατές σαγωνίτσες τους, αεικίνητο τιμόνι την ψαλιδωτή ουρά τους. Πολλά έπεφταν απάνω του τυφλά, επροσόχθιζαν σαν ακυβέρνητα ξύλα στην περικεφαλαία του· άλλα εδιάβαιναν σαγίτες αργυρές από τα σκέλια του.
Σαν ήρθε η ώρα των αυλών και του πιοτού, ο γέρος είπε να πάρουν τα μικρά, τα πειό τρανά να φέρουν απ' τα ποτήρια του κρασιού, πειο γρήγορα να φθάσουν στου μεθυσιού την ηδονή• έφεραν τότε πλήθος από φιάλες αργυρές κι' από χρυσές• κ' εκείνος παίρνοντας την πειο όμορφη, τάχα πως χάρι κάνει στο νέο τον αφέντη του, γεμάτη του τη δίνει, βάζοντας μέσα στο κρασί και δυνατό φαρμάκι, που, καθώς λένε, του 'δωκε να ρίξη η κυρά του, που το παιδί ν' αφανισθή από το φως της μέρας.
Η Αγιατράπεζα άλλο θεόλαμπρο έργο· όχι μονάχα η αρχιτεχτονική της, μα και τα ολόχρυσα κι αργυρά της στολίδια, τ' αρίθμητά της διαμάντια και μαργαριτάρια. Απάνω της στέκουνταν το λεγάμενο Κιβώριο , τέσσερεις καμάρες στηριγμένες σε τέσσερεις αργυρές κολώνες, κι από κάθε της πλευρά κρέμουνταν τέσσερα χρυσοΰφαντα σκεπάσματα με μεγάλη μαστοριά δουλεμένα.
Η Κόρη κάθονταν ψηλά σε γυάλινον εξώστη Και κένταε μ’ αργυρές κλωστές, χρυσές και μεταξένιες, Απάνω σε κατάλευκο μεταξωτό μαντήλι, Όλα τα λούλουδα της γης και τ’ ουρανού τ’ αστέρια, Μαντήλι μοσκομάντηλο και της χαράς μαντήλι, Που θα φορούσε τη Λαμπρή, σαν θάσαρνε με χάρη Το σαραντάδιπλο χορό στο χωροστάτι μέσα, Κι’ εκεί που βαρυοξόμπλιαζε κ’ εκεί π’ ωριοκεντούσε Την πούλια, τον αυγερινό και τον αποσπερίτη, Κι’ έβανε στην εφτάστερη την πούλια αχνή λαμπράδα Κι’ αχτίδες ς’ τον αυγερινό, του ήλιου θυγατέρες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν