United States or Brunei ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Λελούδα η αντικρυνή του ήτο μόλις τριάντα χρόνων ίσωςωραία, ροδόπλαστος, σεμνή, ταπεινή, πτωχή και άμεμπτος, απροστάτευτη και πεντάρφανη. Ένα μόνον θείον είχε, κ' εκείνος δεν ήτο ικανός να την προστατεύση. Εσκέφθη να την απαγάγη, και να δωροφορήση έναν παπάν, ή και να τον βιάση με φοβέρανεπειδή ήτο γνωστόν ότι τα είχε καλά με τους Τούρκουςνα τους στεφανώση.

Όσο για τους θρόνους, ο θρόνος του πατριάρχη στεκότανε δίπλα στ' Αγιοβήμα από τη νότια τη μεριά ανάμεσα σε τέσσερεις αργυρές κολώνες, και του αυτοκράτορα από την αντικρυνή τη μεριά. Ψηφιδώματα πως είχε αμέτρητα ο ναός σε κάθε του μέρος είναι βέβαιο, αν και δεν είναι γνωστό σε ποιά εποχή βάλθηκαν όλα.

Ο γέρο-Σκοινάς όμως, καθώς εκάθητο αναπαυτικά με το τσιμπούκι του, πολύ βολικά του ήρχετο να κυττάξη καταπάνω, στον πεύκο. Και τι βλέπει; ένα δισάκκι παμπάλαιο, πέτσινο, καταμουχλιασμένο, εκρέματο ανάμεσα στα πυκνά κλωνάρια του παλαιού δένδρου. Πέρασε μισή ώρα. Ο ήλιος έγερνε, και κατέβαινε για να κρυφθή στο βουνό, στη μεγάλη στεριά την αντικρυνή.

Σύγκαιρα το Δημητράκη τον κυρίεψε παράδοξη ανησυχία. Τα νεύρα του έτρεμαν, σαν το βελόνι που το πλησιάζει ο μαγνήτης. Ένα κεφάλι κόρης εφάνηκε στην αντικρυνή μάντρα, μισοκρυμμένο στα φύλλα μιας καστανιάς. Μαύρα μαλλιά πέφτανε ζερβόδεξα κυματιστά και λαμπερά. Το σταράτο πρόσωπο, στολισμένο με μαύρα φρύδια σμιχτά και ισκιερά ματόκλαδα καθρέφτιζε γαληνεμένη θάλασσα.

Να, που μαλλώνουν, τ' ανδρόγυνο. — Γιατί τάχα; — Να, από άλλο κόμμα, είνε, λέει, ο άνδρας και από άλλο η γυναίκα. — Μη χειρότερα. — Είνε και άλλα χειρότερα, γειτόνισσα; Και η φαιδρά όψις επανέκλεισε το παράθυρόν κ' έγεινεν άφαντος, ενώ η σκοτεινή μορφή, ήτις δεν εξετίμα εν παντί την χρησιμότητα της λυχνίας, έμεινε πολυπράγμων, κατασκοπεύουσα τα συμβαίνοντα εν τη αντικρυνή οικία.

Από την αντικρυνή όχθη, οι ιππότες του Βασιληά Αρθούρου τους εχαιρέτισαν με τ' αστραφτερά τους λάβαρα. Μπροστά τους, ένας κακομοιριασμένος προσκυνητής, καθισμένος στην όχθη, τυλιγμένος στον μαντύα του, άπλωνε το ξύλινο δισκάκι του και με μια στριγγή και θρηνητική φωνή ζητούσε ελεημοσύνη. Η βάρκες των Κορνουαλλών επλησίαζαν.