Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάποτε όταν έγραψα ένα κομμάτι πρόζας, που ήμουν αρκετά μετριόφρων ώστε να το θεωρήσω απολύτως απαλλαγμένο από λάθος, μια τρομερή σκέψη μου πέρασε από το μυαλό, πως μπορούσε να ήμουνα ένοχος της ανήθικης θηλυπρεπείας να μεταχειρίζωμαι τροχαϊκά και τρισβραχέα μέτρα, εγκλήματος, για το οποίον ένας σοφός κριτικός της εποχής του Αυγούστου ελέχχει με παραπολύ δίκαιη αυστηρότητα τον λαμπρόν αν και κάπως παράξενον Ηγεσίαν.

Έκαμε ο Θεοδόσιος νανοίξη ομιλία και να πη πως κι ο Δαβίδ μαθές όχι μονάχα φονιάς, μα και μοιχός έγινε, κι ως τόσο από τέτοιες τιμωρίες δεν πέρασε. — «Μετάνοιωσε όμως» αποκρίθηκε ο Ιεράρχης «κ' υπόφερε βάσανα και βάσανα από τις αμαρτίες του.

Κατόπι τράβηξε κατά τα Μέγαρα, δίχως να φέρη βλάβη στην Αττική, μόνο που έκαψε το ναό της Δήμητρας και της Περσεφόνης στην Ελεψίνα. Από τα Μέγαρα έπιασε τις πολιτείες με την αράδα και τις κούρσευε. Κόρινθο, Άργος, Σπάρτη, όλες τις πέρασε. Εδώ και κει απαντούσε κάποια αντίσταση, μα από χωρικούς, ασήμαντα πράματα.

Άπλωσε ο γέρο κλέφτης Κ' επήρε από τη ζώστρα του το φοβερό το χτένι, Το πέρασε δυο τρεις φοραίς, απώνα χέρι σ' άλλο, Με φόβο το ψηλάφισε, το κύτταξε ’ς τον ήλιο, Κ' ύστερα σαν να ευρέθηκε με μιας σε ξένον κόσμο Σαν να λησμόνησε με μιας σκοντάμματα και πάθη, Ένα προς ένα εδιάβαζε τα μυστικά σημάδια Και τα παιδιά ακουρμένονται.

Και, άμα τον λόγον άκουσε, κινήθη ο χοιροτρόφος, και, το κατώφλι ως πέρασε, τον είπε η Πηνελόπη• 575 «Εύμαιε, δεν τον έφερες; τι σκέφθηκε ο πλανήτης; ή κάποιος τον ετρόμαξεν, ή κ' εντροπή τον πήρε μέσατο δώμα• είναι κακός ο εντροπαλός πλανήτης».

Μείνανε μερική ώρα όλοι τους αμίλητοι, όλοι στεκάμενοι ο ένας αντίκρυ του άλλου, μες στο χαμώγι. Κι ότι σάλευε ο Πανάγος τ' αχείλι του κάτι να πη, κάτι να μουρμουρίση, χτυπάει αποπάνω η γριάείταν ανήμπορη αυτή κ' έμενε σπίτικαι φωνάζει πως να μην κρυώση ο καφές. Ανέβηκαν, κι άλλαξαν ομιλία. Ελιές, μαζώματα, λαγούς, κάστανα, κυνήγι, Τούρκους, τουφεκιές, μπαλλοτές, κ' έτσι πέρασε κάμποση ώρα.

Κοπιάστε, Κύριοι, εσείς που καταγίνεστε στις Επιγραφές, και ξεδιαλύνετέ το. «Μη δυσανασχέτει, έσο βεβαία περί της σήμερον». Πως κάτι θα γίνη σήμερα, δε χρειάζεται δα και Οικονομίδης να μας το πη. Καταλάβαμε και πως πρέπει να πέρασε θυμωμένη νυχτιά. Μήτε στο κατώφλι δεν πήγε να προβοδίση τον άντρα της. Προσοχή, γιατί την ακούγω κι ανεβαίνει. Δεν έρχεται μέσα ως τόσο. Στην άλλη την κάμαρα τρύπωσε.

Ας είνε καλά ο αδερφός της που τη μάτιασε κει πέρα, και πήγε και τους αγόρασε και τους δυο πρι να τη στείλουν ως το Μισίρι. Κ' έτσι σαν πέρασε η φουρτούνα και κατεβήκαμε στο ρημαγμένο μας το χωριό, μου την έφεραν πάλι πίσω τη Φωτεινή με το στεροπαίδι της. Τανοίξαμε πάλε το σπιτικό μας. Αχ και τι σπιτικό!

Την Κεριακή η Ασήμω την πέρασε, σα δεν πετιούνταν καμιά να τηνε δη και να τη μακαρίση, βγάζοντας κι αραδιάζοντας όσα προικιά τα είχε από χρόνια θησαυρισμένα, και μετρώντας τα και ψάχνοντάς τα.

ΑΜΛΕΤΟΣ Πέρασεένα μοναστήρι· τι το θέλεις να γίνης αμαρ- τωλών γεννήτρα; Κ' εγώ έχω αρκετήν τιμιότητα, όμως θα ημπορούσα να κατηγορήσω τον εαυτόν μου διά πράγ- ματα τέτοια, ώστε θα ήταν καλήτερα να μη με είχε γεν- νήση η μητέρα μου· είμαι πολύ υπερήφανος, εκδικητικός, φιλόδοξος· έχω πρόχειραις τόσαις αδικίαις, όσαις δεν αρκεί ο λογισμός μου να ταις αγκαλιάση, η φαντασία μου να τους δώση μορφήν, και ο καιρός διά να ενεργηθούν.