Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όμως, δι' εμέ, τι είναι τούτη η πεμπτουσία του χώματος; ο άνθρωπος δεν μ' ευχαρι- στεί, όχι, ουδέ η γυνή, μ' όλον ότι, μ' εκείνο σας το χα- μόγελο, δείχνετε ότι δεν το πιστεύετε. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Κύριέ μου, τούτο δεν μου πέρασε καθόλου από τον νουν. ΑΜΛΕΤΟΣ Διατί λοιπόν εχαμογελάσετε όταν είπα ότι «ο άνθρω- πος δεν μ' ευχαριστεί

Ανοίγει τα μάτια του χαμογελώντας και ξαφνισμένος και καλός, ψιθυρίζει: — Μπα! με πήρε ο ύπνος· πέρασε η ώρα. Πάμε να κοιμηθούμε...

Κατά την αυγή, οι τέσσερες σύντροφοι ανέβαιναν στο Λιντάν, όταν είδαν νάρχεται πίσω τους ένας άνθρωπος που ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο καβάλλα στο άλογό του που πήγαινε βήμα σιγά σιγά. Ερρίχτηκαν πίσω από τα δέντρα, κι' ο άνθρωπος πέρασε χωρίς να τους δη γιατί ήταν κοιμισμένος. Ο Τριστάνος τον ανεγνώρισε. — Αδερφέ, είπε σιγανά στον Καερδέν, είναι ο ίδιος ο Ντινάς ντε Λιντάν. Κοιμάται.

Έφτασε σιγά-σιγά κάτω στο γιαλό και πέρασε την ξύλινη σκάλα. Η «Μαχώ» η βάρκα του τον περίμενε, γλυκοσαλεύοντας παραπονεμένη απάνω στα νερά. Σαν πέσανε τα μάτια του απάνω της τούρθανε τα κλάματα. Στάθηκε και κούνησε το κεφάλι του, το γέρικο κεφάλι με τάσπρα μακρυά μαλλιά, το κούνησε λυπητερά και κατάπιε μέσα του τα δάκρυά του. Έλυσε το σχοινί και πήδησε μέσα, όπως έκανε πάντα.

Αφού δυο χρόνια του αντιστάθηκαν οι Βυζάντιοι, παραδόθηκαν τέλος, και την πλέρωσαν τότες ακριβά την παλικαριά τους· επειδή κάθε τους στρατιώτη και κάθε τους προύχοντα τους πέρασε ο Σεβήρος από το σπαθί του. Δημεύτηκαν οι περιουσίες τους, γκρεμίστηκαν τα τείχη τους και κατάντησε το Βυζάντιο μικρό και ταπεινωμένο χωριό. Τους τα ξανάδωσε τα προνόμια τους ο Καρακάλλας, μα του κάκου.

Δεν ήταν βέβαια κανένας από τους Ολυμπίους και είχε όλες τις ατέλειες ενός Τιτάνος. Δεν έβλεπε συνολικά, και σπάνια μπορούσε να ψάλλη. Η εργασία του χάλασε με την πάλη, τη βία και τον κόπο και δεν πέρασε από το αίσθημα στη φόρμα, αλλ' από τη σκέψη στο χάος. Μολαταύτα ήταν μεγάλος. Τον είπαν penseur, και πράγματι ήταν ένας άνθρωπος που πάντα σκεπτόταν, και σκεπτόταν μεγαλόφωνα.

Χώρια απ' αυτό στην Αγγλία οπωσδήποτε το κοινό πέρασε κάποια μεταμόρφωση· τώρα υπάρχει μεγαλύτερη εκτίμηση της ομορφιάς παρά προ ολίγων χρόνων και μολονότι το κοινό μπορεί να μην έχη γνώση των αυθεντιών και των αρχαιολογικών χρονολογιών των αντικειμένων που του δείχνουν, όμως ξέρει κι απολαμβάνει ό,τι αξιολάτρευτο παρατηρεί. Και το σπουδαίο αυτό είναι.

Όλη εκείνη τη βραδινή την πέρασε η θεια Πασκαλιά στης γειτονιάς τα κατώφλια. Όχι και πως πολυπήγαιν' εκεί, γιατί όντας λιγάκι ξεμωραμένη την πείραζαν, κ' έτσι την απόφευγε την πολλή συντροφιά. Απόψε όμως άλλο πράμα. Πήγε και παραπήγε. Δος του ψαλίδισμα η γλώσσα της για το ριζικό της ανιψιάς της. Έτρεξαν και μερικές να τηνε συχαρούν την Ασήμω.

Δεν πέρασε πολλή ώρα, και πήγαινε καπνός το βιολί, βρόνταγε το λαούτο, και δος του χορό οι λεβέντηδες, δος του χορό κ' η Μιχάλαινα, οδηγώντας το γυριστό απατή της, πυργόστεκη, με το μαντίλι στο χέρι, που το στριφογύριζε και πήγαινε ομπρός.

Είναι δηλαδή σήμερα δεκατέσσερα χρόνια που είμαστε παντρεμένοι κι ο χρόνος που πέρασε είταν ο δυσκολώτερος. Ο χρόνος που πέρασε είταν ο δέκατος τρίτος — ο κατεξοχή δίσεχτος χρόνος. Είναι σα να πιστεύω πως κάποιος ή κάτι αποδώ και σήμερα θέλει να ισιάξη το δρόμο μας, ή σα να αιστάνουμαι πως κάτι μέσα μου κοντεύει να γιατρευτή.