Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
V ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ Από τη Σαντορίνη. Το παράπονό μου το παλιό θέλω πάλε να τακούσης. Μοναχό γιατί να μ' αφίνης; Θυμάσαι, ψυχή μου, θυμάσαι; Έξη χρόνια τώρα και παραπάνω!
Είναι νόμος ιστορικός· όσο προδέβει, όσο προχωρεί και φωτίζεται ένα έθνος, τόσο περισσότερο καλλιεργεί, πλουτίζει και σέβεται τη δημοτική του γλώσσα, τόσο περισσότερη διαφορά έχει αφτή η γλώσσα με την αρχαία που τη γέννησε· το παιδί χωρίζεται από τη μάννα του, γιατί μπορεί να περπατήση μοναχό του. Ο νους μεγαλώνει· υψώνουνται οι ιδέες· η γλώσσα γίνεται ανεξάρτητη και κείνη.
Αρνήθηκε να σκύψη το γόνα στον Βάαλ, και στο τέλος, κι αν ακόμα το λεπτό πνεύμα του ανθρώπου δεν επαναστατούσε ενάντια στις θορυβώδεις βεβαιώσεις του ρεαλισμού, το ύφος του θ' αρκούσε, μοναχό του αυτό, να κρατήση σε σεβαστήν απόσταση τη ζωή. Μ' αυτό φύτεψε γύρω στον κήπο του ένα φράχτη γεμάτο αγκάθια κι ολοκόκκινον από θαυμάσια τριαντάφυλλα.
ΚΡΕΟΥΣΑ! Τούτο θα ειπώ, τη συφορά να σου τη φανερώσω. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και πως τον κράτησες κρυφό του Απόλλωνος το γάμο; ΚΡΕΟΥΣΑ Εγέννησα• περίμενε και θα τ' ακούσης, γέρο. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πού, ποιός σε ξεγέννησε; εγέννησες μονάχη; ΚΡΕΟΥΣΑ Μονάχη, μέσα στη σπηληά που είχα γνωρίση εκείνον. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Που είνε το παιδί,—να ειπής και συ παιδί πως έχεις; ΚΡΕΟΥΣΑ Πέθανε, γέρο• στα θεριά μονάχο το είχ' αφήση.
Συνηθισμένος ο Μυλόρδος από τέτοια συστήματα, την παρεκάλεσε να μην κοπιάζη, μόνο ας τον αφήση μονάχο ώσπου νάρθη κι ο νοικοκύρης. Δεν έμεινε πολλήν ώρα μονάχος του ο Μυλόρδος, παρά πρι να προφτάση να ξεδιαλύνη αν τόνομα του χωριού είνε κι αυτό της αρχαιότητας απομεινάρι ή της σκλαβιάς απλό γέννημα, ήρθε ο Προεστός ο Αλεξαντράκης, και μαζί του κι ο Σφακιανός.
Εκεί που πασχίζανε μαζί, την πήρε κατά μέρος η γειτόνισσα και της τάπε όλα, τα τι λέγανε για το κορίτσι στο δρόμο οι γυναίκες. Έγινε η θεια Ελέγκω θεριό μονάχο. Σαν αποτελείωσαν τη δουλειά τους, είπε της Λιόλιας: Έλα μάζεψε τα ρούχα σου ναρθής σπίτι μου, στο μενούτο!
Έπιασαν τόπο κι αυτοί στο παράθυρο, πίσω απ’ το Νίκο και τη Λιόλια, και βοηθάγανε γερά στον πόλεμο. Πήραν κ’ έδωσαν τώρα τα γέλοια, γιατ’ ήτανε χωρατατζήδες και με κέφια οι φίλοι του Νίκου και δεν άφησαν ούτε μασκαρά, ούτε αμασκάρευτο να μην τον κοροϊδέψουν. Προπάντων εκείνος ο «χοντρέλης», καθώς τον έλεγε ο Νίκος που τονέ φώναζε και «κολοκύθα» και «ντολμά», ήτονε σπίρτο μοναχό.
Κι' έτσι είπε αναστενάζοντας μες στη γερή καρδιά του «Ωχού, τι θα γενώ; Ντροπής αν τραβηχτώ από δείλια στον όχλο ομπρός· χειρότερα, αν πάλι εδώ με πιάσουν 405 μονάχο, αφού το φόβισε το πλήθος τ' άλλο ο Δίας.
Πώς στο ακρογιάλι ένα κύμα μονάχο απ τα μάκρη φερμένο φουσκωτό, ορμά να ρίξη σύντριμμα το βράχο κι έξαφνα σβήνει μ' έναν κούφιο αχό, έτσι κι ο νέος σταμάτησε γυρνώντας κατά το πλήθος θλιβερή ματιά: «Δεν ανασαίνει», ρώτησε βογκώντας, «στα στήθη κανενός γερή καρδιά; Σας την έχει η σκλαβιά τόσο αρρωστήσει, κάθε αναφτέρωμα έλειψε από σας; Τα σίδερα, λαέ, έχεις συνηθίσει, τη λεημοσύνη μόνο λαχταράς;
Για να χαθή το χ, έπρεπε πρώτα να προφέρουν το χ σα δασεία, έπειτα κ' η δασεία ξεψύχησε· τότες βρέθηκαν τα δυο ι κοντά το ένα στάλλο, και τάλεγαν και τα δυο μαζί· το πρώτο λιγόστεβε με τον καιρό, ώςπου να μην ακουστή, κ' έμεινε το δέφτερο μοναχό του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν