Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
Αυτός δε στρεφόμενος αναδρομικώς και συγκρουόμενος, διότι επήρε νέαν ορμήν αντίθετον προς εκείνην η οποία ετελείωσε, έκαμε εντός του μέγαν σεισμόν και επροξένησε πάλιν μεγάλην καταστροφήν των διαφόρων ζώων.
Δεν ημπορώ να σας διηγηθώ τον μέγαν αριθμόν των οστρειδίων που εβγάλαμεν· εκάμαμεν τρεις ημέρες ολόκληρες διά να τα ανοίξωμεν, και διά να μοιρασθούμεν τα μαργαριτάρια· τόσον που καθένας έμεινεν ευχαριστημένος διά το μερτικόν του. &Συμβεβηκός Ε'. του Αμπουλβάρη.&
Βεβαιότατα. Μήπως λοιπόν άραγε και όστις βλέπει μέγαν πλούτον ή τιμάς οικογενειακάς ανωτέρας ή και οτιδήποτε παρόμοιον και ειπή αυτά τα ίδια, δεν τα είπε αποβλέπων εις αυτό, ότι δηλαδή δι' αυτό ημπορούν να εκτελεσθούν εις αυτόν όλα όσα επιθυμεί ή τα περισσότερα και σπουδαιότερα; Αυτό φαίνεται τουλάχιστον.
Ιδίως ευφράνθη η κυρά- Μανωλάκαινα, όταν είδε τον γέροντα εφημέριον του ναού, φέροντα χρυσόμαυρον πένθιμον φαιλόνιον, μυστηριωδώς απαστράπτον εν τω φωτί των λαμπάδων, όστις κρατών εις χείρας αργυρούν δίσκον πεπληρωμένον τρυφερών φύλλων ρόδων και ίων και βιολετών και δενδρολιβάνου, προσήλθε παρά το ιερόν κουβούκλιον, εν μέσω των χορών κείμενον υπό τον μέγαν πολυέλαιον με τα ωραία του φαναράκια αναμμένα εις τας τέσσαρας γωνίας και με της λαμπαδίτσαις του κύκλω περί το ξεστόν γείσωμα, και ψάλλων το Έρραναν τον τάφον , έρραινε διά των ανθέων τον χρυσοκέντητον εν τω κουβουκλίω Επιτάφιον θρήνον , και είτα τους παρισταμένους χριστιανούς εν αμυθήτω του πολιού προσώπου του λάμψει, το οποίον εκάστοτε την νύκτα του Επιταφίου ελάμβανεν αίγλην μυστικήν, ως να κατηυγάζετο υπό ουρανίων ακτίνων.
Και ουδείς τολμά λαλήσαι, αλλ' όλους εφίμωσεν· άγιέ μου, άγιε φοβερέ και δυνατέ, δος αυτώ κατά κρανίον, ίνα μη υπεραίρεται· καγώ σοι τον βουν τον μέγαν προσαγάγω εις ευχήν».
Εις τον τρίτον αιώνα έταξα μεθ' όρκου να κάμω μέγαν και ισχυρόν μονάρχην τον ελευθερωτήν μου και να του χαρίσω καθ' ημέραν τρία ζητήματα της ορέξεώς του εφ' όρου ζωής του και να στέκω πάντοτε εις συντροφιάν του πρόθυμος να εκπληρώνω κάθε θέλησίν του· όμως παρήλθε και ο τρίτος αιώνας παρομοίως με τους άλλους ανωφελώς και εγώ έμενα εις την αυτήν φυλακήν.
Ανεσηκώθη και ησθάνετο μέγαν σπαραγμόν, αλλά συγχρόνως και καλλιτέραν σωματικήν άνεσιν. Ο σύντομος εκείνος ύπνος είχεν εξαλείψει παρ' αυτή το νευροπαθές και το ανήσυχον. Εψηλάφησεν, εύρε τα σπίρτα, ήναψε το κηρίον, επήρε το ραβδί της, το καλάθι της, έβαλε μέσα εις αυτό και τας εμβάδας της, και ανυπόδυτη, με της κάλτσες, εκίνησε να φύγη.
Κ' ενώ τούτα φανέρονα με τάξι των συντρόφων, 165 τ' ωραίο πλοίον έφθασε 'ς την νήσο των Σειρήνων ογλήγορ', όπως το 'σπρωχνε βοηθητικός ο πρύμος. έπεσ' ο άνεμος ευθύς και ανάνεμη γαλήνη έγεινε• θεία δύναμις εκοίμισε το κύμα. σηκώθηκαν οι σύντροφοι, και τα πανιά διπλώσαν, 170 κάτω 'ς το πλοίο τα 'θεσαν, και αράδα καθισμένοι με τα καλόξυστα κουπιά την θάλασσα λευκαίναν. κ' εγώ κεριού μέγαν τροχό μ' ακονητό μαχαίρι ελιάνισα, και το 'θλιβα με τ' ανδρικά μου χέρια• και τα κερί ζεσταίνονταν, ως τό βιαζ' η ανδρειά μου, 175 και ο Ήλιος ο Υπερίονας με την θερμή του ακτίνα. αραδικώς τότ' έφραξα τ' αυτία των συντρόφων• εκείνοι χεροπόδαρα μ' εδέσαν 'ς το κατάρτι ορθόν, κ' έστριψαν των σχοινιών ταις άκραις ς' τον κορμό του, και την λευκή την θάλασσαν έδερναν καθισμένοι. 180 και ότ' είμασθεν εις διάστημα, 'π ανθρώπου βοή φθάνει, 'ς αυταίς σιμά δεν ώρμησε χωρίς να το νοήσουν το γοργό πλοίο, και άρχισαν ψιλόφωνο τραγούδι• «ω καύχημα των Αχαιών, πολύμνητε Οδυσσέα, το πλοίο κράτησ', έλα εδώ, ν' ακούσης την φωνή μας• 185 ότι δεν πέρασε κανείς εδώθε με καράβι, χωρίς το γλυκολάλημα ν' ακούση της φωνής μας. ευφραίνεται και αναχωρεί με γνώσαις πλουτισμένος• τι ξεύρουμ' όσα εμόχθησαν εις την πλατειά Τρωάδα Τρώες και Αργείοι, των θεών ως ήθελεν η γνώμη. 190 και ό,τι συμβαίν' ηξεύρουμε 'ς την γη την πολυθρέπτρα».
Ως τόσον ο βασιλεύς της Γάζνας καταδαμασμένος από την ανδρείαν των στρατιωτών του Κασέμ, άρχισε να χάνη τας ελπίδας του, και να εμβαίνη εις μέγαν φόβον και ευθύς επρόσταξε να συναχθή συμβούλιον διά να ιδή, τι έχει να κάμη· εις το οποίον ο τζοχαντάρης, που ετσάκισε το ποδάρι του ωμίλησε με τον ακόλουθον τρόπον.
Ο βάρβαρος ηγεμών ήθελε να εκβιάση την νίκην διά τοιούτων απειλών, αντιθέτως προς τον Ηράκλειον, ο οποίος εξήπτε διά του λόγου και διά του παραδείγματος την ανδρείαν του στρατού. Οποία διαφορά μεταξύ των δύο αντιπάλων μοναρχών, κατά τον μέγαν εκείνον αγώνα, εκ του οποίου εξηρτάτο η τύχη του τότε κόσμου!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν