United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ιδού, πάλι σου την παραδίνω· τα παθήματά σου άλλο δεν ήταν παρά τόσες δοκιμές, που ηθέλησα να βάλω της αγάπης σου, και, θαύμα! αυτή εφάνη καθαρό χρυσάφι. Εδώ, στην όψη του ουρανού, βεβαιώνω το πλούσιό μου δώρο. Ω Φερδινάνδε, μη μου χαμογελάς, πως την έχω καύχημα, επειδή θα την ιδής να περάση τον έπαινο τόσο, ώστε αυτός να κουτσαίνη κατόπι της.

Αυτά εσυλλογιόταν η Σμαραγδούλα, ενώ η καϋμένη η γρηά θεία της είνε να χάση το νου της με το φυσικό της ανεψιάς. Να την αγαπούνε τόσοι, να την κυνηγούνε, να είνε έτοιμοι να φαγωθούν, κι' αυτή να θυμώνη, να τους βρίζη, να μη θέλη να τους ξέρη. Η πατινάδες και τα τραγούδια, εκείνο που για της άλλες κοπέλλες ήταν χαρά και πανηγύρι και καύχημα, για την Σμαραγδούλα ήταν αφορμή θυμού.

ΚΟΡΔ. Παρακαλώ, αφού εγώ την τέχνην δεν την έχω άλλα να έχω εις τον νουν και εις την γλώσσαν άλλα, κι' αφού το ό,τι σκέπτομαι πριν το ειπώ το κάμνω, παρακαλώ και δέομαι φανέρωσε, αυθέντα, ότι δεν μ' απαρνήθηκες την χάριν κ' εύνοιάν σου διότι μ' εκηλίδωσε φόνος ή έγκλημ' άλλο, ή άσεμνον ατόπημα ή στραβοπάτημά μου, αλλά διότι είμαι πτωχήαν και το έχω πλούτον, — ώστε μου λείπει κ' η 'ματιά που 'ξεύρει να ζητεύη, κ' η γλώσσα... οπού καύχημα το έχω να μου λείπη. κι' αν χάνω την αγάπην σου, διότι δεν την έχω!

Αλλ' ο αδελφός μου διά πολλών εντέχνων λόγων με κατέπεισε να υποστώ το δεινόν τούτο, και τότε έγραψα προς την σύζυγόν μου να στείλη την κόρην μας εδώ ίνα την δώσω εις γάμον προς τον Αχιλλέα, του οποίου η έξοχος φήμη θα ήναι τιμή και καύχημα του οίκου μας. Διότι, έγραψα, ο Αχιλλεύς αρνείται να συμπλεύση μετά των Αχαιών, εάν πρότερον δεν φέρη την κόρην ημών ως σύζυγόν του εις την Φθίαν.

Τι κάθεσαι ακόμη άψυχο ξύλο και βάρυπνο; Δεν εβαρέθηκες του δάσους την νάρκη και την άβουλη ζωή; Ντροπή σου! Έβγα έξω στον ήλιο, στον αέρα, στο φως· έβγα να παλαίψης με το κύμα και να το νικήσης· ώρμησε στηθάτο να ξεσχίσης κουρέλια τον άνεμο. Έλα να γίνης φθόνος της φάλαινας, σύντροφος στο δελφίνι, του γλάρου ανάπαυσις, τραγούδι των ναυτών, καύχημα του καπετάνιου σου.

Ω πόλις των Θηβαίων, καύχημα της Ασιατικής γης, από την οποίαν ήλθα άλλοτε με πολύχρυσα στολίδια εις τα ανάκτορα του βασιλέως Πριάμου, ως σύζυγος δοθείσα εις τον Έκτορα. Εις εκείνον τον καιρόν όλοι εζήλευαν την Ανδρομάχην, αλλά τώρα δεν υπάρχει ούτε θα γεννηθή ποτέ γυναίκα δυστυχεστέρα από εμέ.

Πάγει και αυτό, είπεν η σακκορράφα. Αλλ' εγώ δεν σαλεύω απ' εδώ. Είμαι πολύ λεπτή· αυτό δα είναι το προτέρημά μου και το καύχημά μου! Και εκάθητο εκεί υπερήφανα, και εσυλλογίζετο τα μεγαλεία της. — Αν μ' έλεγε κανείς ότι εγεννήθηκα από μίαν ακτίνα του ηλίου δεν θα μ' εφαίνετο παράξενον. Είμαι τόσον λεπτή! Και μα την αλήθειαν, νομίζω ότι αι ακτίνες του ηλίου με αναζητούν πάντοτε εδώ κάτω.

Είτα, όταν ήλθεν εις την πατρίδα, έτρωγε γαλατερά κ' έπινε δι' αναψυκτικόν βυσσινάδα, κατά συγκατάβασιν, δι' όλου του θέρους. Όχι άπαξ παρέβαινε τον αυστηρόν ιατρικόν κανόνα. Κατεβρόχθιζε μπριζόλαν, ψητόν της σούβλας, εκείνο που τρελλαίνει τους φράγκους, «Ροτί αλλά παλλικάρ», κ' είνε η απόλαυσις και το καύχημα όλων των Ελλήνων, γενική πανήγυρις και άνοιξις και πρωτομαγιά!

Ήτο διά τούτο ο φθόνος των εχθρών και το καύχημα της οικογενείας ολοκλήρου. Επί εκατόν και πλέον έτη μετέβαινεν από πατέρα εις υιόν, ως ιερά οικογενειακή παράδοσις, εξακολουθούν να τρέφεται με πυρίτιδα και σφαίρας και να στέλλη αδιακόπως τον εμφωλεύοντα εις τα στήθη του Χάρον αμείλικτον εις τους εχθρούς.

Εάν φιλοτιμούμεθα Να την ξαναποκτήσωμεν Μ' ίδρωτα και με αίμα, Καλόν είνε το καύχημα Της αρχαίας δόξης. Στροφή Α Φυσάει σφοδρός ο αέρας, Και το δάσος κυμαίνεται Της Σελλαΐδος· φθάνουσι Μακράν εδώ, όπου κάθομαι, Μουσικά μέτρα. Αφροντίστων ποιμένων Στίχοι δεν είνε, ή γάμου, Ή πανηγυριζόντων Νέων γυναικών και ανθρώπων, Μήτε ιερέων.