United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτε είχα παρατηρήσει την παρουσίαν της Μοσχούλας, της ανεψιάς του κυρ Μόσχου, εκεί σιμά. Αυτή έτυχε να έχη ανοικτόν το παράθυρον. Ο τοίχος του περιβόλου του κτήματος, και η οικία η ακκουμβώσα επάνω εις αυτόν, απείχον περί τα πεντακόσια βήματα από την θέσιν όπου ευρισκόμην εγώ με τας αίγας μου. Καθώς ήκουσε τας φωνάς μου η παιδίσκη ανωρθώθη, προέκυψεν εις το παράθυρόν και έκραξε·

Η νεάνις ήνοιξε τα ώτα και μετ' ου πολύ τας αγκάλας εις τον έρωτα του νέου διακόνου, αλλ' ο μιτροφόρος αυτής κηδεμών συλλαβών νύκτα τινά τους νεανίσκους κόπτοντας απηγορευμένους καρπούς εις τον κήπον της Επισκοπής, της μεν ανεψιάς του έκοψε την κόμην, τον δε Κορβίνον, αφού κατέστησεν . . . ουδέτερον, έστειλεν έπειτα εις την Μονήν της Φούλδας, ίνα κλαύση την αμαρτίαν.

Και πού θα απέθετον τον θησαυρόν, αν τον εύρισκον, όπως έμελλον ασφαλώς να τον εύρουν; Εις χήρας ή υπάνδρους αδελφάς του Γιαννιού, κ' εις ένα σωρόν ανεψιάς του, δεν έπρεπε να εμπιστευθούν. Αυτός δε ήτο ξένος εις τον τόπον, και δεν είχεν άλλην κατοικίαν ειμή την «Επτάλοφον». Ενώ, αν έπαιρνε προικώαν οικίαν, κατά το έθος του τόπου, εκεί ασφαλώς θα έκρυπτον τον θησαυρόν.

Αυτά εσυλλογιόταν η Σμαραγδούλα, ενώ η καϋμένη η γρηά θεία της είνε να χάση το νου της με το φυσικό της ανεψιάς. Να την αγαπούνε τόσοι, να την κυνηγούνε, να είνε έτοιμοι να φαγωθούν, κι' αυτή να θυμώνη, να τους βρίζη, να μη θέλη να τους ξέρη. Η πατινάδες και τα τραγούδια, εκείνο που για της άλλες κοπέλλες ήταν χαρά και πανηγύρι και καύχημα, για την Σμαραγδούλα ήταν αφορμή θυμού.

Δεν εχρειάζετο πολύς νους διά να εννοήσω ότι η αποχώρησις αύτη της θείας και της ανεψιάς συνεβιβάσθη διά να μη ιδή τον Νίκον η Κυρία Ελένη. Το πράγμα εξοικονομήθη ούτω διά σήμερον. Τι άρά γε θα μηχανευθή διά την επαύριον; — Λοιπόν, υπέλαβα, δεν θα έχωμεν την τιμήν και την ευχαρίστησιν να ίδωμεν την Κυρίαν θυγατέρα σας; — Βεβαίως! Το εσπέρας θα επανέλθη.

Αλλά πλην της Ιωάννας υπήρχε, δυστυχώς, εις Φούλδαν και άλλος αγένειος μοναχός, ο πάτερ Κορβίνος, ον πάντες απέφευγον ως το επώνυμον αυτού δυσοίωνον πτηνόν , ο δυστυχής ούτος Βενεδικτίνος ηράσθη νέος ων της ανεψιάς του Επισκόπου της Μουγουντίας, παρά τω οποίω υπηρέτει ως διάκονος, κρατών την ουράν της πορφύρας του κατά τας τελετάς και πίνων το ύδωρ, δι' ου η αυτού Αγιότης έπλυνε τας χείρας μετά την μετάληψιν.

Δεν ήτο έγγαμος, ευτυχώς, ο Γιάννης ο Κάνταρος, όταν τον απεβίβασε το πέραμα εις την νοτιοδυτικήν ακτήν της Σ., εις τον Στροφυλιά, σιμά εις το άλσος των πιτύων και την γλυκείαν λίμνην με τα πολλά χέλια. Είχεν αφήσει πολλάς θείας, εξαδέλφας, κι' ανεψιάς και χήρας και ορφανάς, οπίσω εις την Εύβοιαν, και ούτε ηρώτησεν ούτε έμαθε ποτέ τι είχον γίνει τα πλάσματα εκείνα.