Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Και θα μείνη πάλι φτωχή και ταπεινή ψαρούδισα η Βενετιά και η Πόλη μας θα γίνη αιώνων καύχημα και στόλος της Οικουμένης, όπως πριν την μαράνη του Βενετσάνου το προδοτικό αγκάλιασμα και το βάρβαρο ποδάρι του Τούρκου. Ναι· θα ζήσουμε και θα θεριέψουμε και θα δοξασθούμε πάλι. Είμαστε άντρες εμείς· είμαστ' Έλληνες!...»
Εγώ — να το ξέρτε — δε γεννήθηκα για να πεθάνω εύκολα... Μα τι κάθουμαι και σας ψέλνω· επρόσθεσε σκάζοντας τα γέλοια. Κ' εσείς θα ζήστε· θα ζήσουμε μαζί ακόμα για πολύ· αργεί η ώρα σας. Οι γέροι κούνησαν μονόγνωμοι το κεφάλι σα να έλεγαν: «από το στόμα σου και στου θεού τ' αυτί». Εκείνη την ώρα ακούστηκαν έξω αλυχτήματα και βαρειά πατήματα, σαν κάποιος να πλησίαζε στο σπιτάκι.
Τώρα όμως μου φαίνεται πως δεν έχω άλλον πόθο παρά να ζήσω με σε και τα παιδιά. Ήθελα να μην υπήρχε άλλο τίποτες από τη ζωή που έχουμε να ζήσουμε συ και γω. Θέλω να ζήσω μαζί σου όσο να μεγαλώσουν τα παιδιά και ναποκατασταθούν. Έπειτα να γεράσουμε μαζί — εσύ και γω — τίποτες άλλο δεν μπορώ να στοχαστώ. — Δεν πιστεύεις πως μπορεί να υπάρχη κάποια άλλη ζωή; ρώτησα.
Τότες του λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Παιδί μου, ναι όλα αφτά σωστά τα μίλησες και δίκια. Εγώ 'χω αθρώπους και πολλούς — εγώ 'χω ναι και γιους μου 170 παράξιους — που μπορούν να παν το μήνυμα να δώκουν. Μα το στρατό πολύ βαριά τον πλάκωσε φουρτούνα, τι από 'να ράμα κρέμεται η τύχη μας πια τώρα, :τάχα θα ζήσουμε ή γραφτό το ρέμα να μας πάρει.
— Ναι· τρέξε γλήγορα να δώσης πίσω τα πλάτικα. — Μωρέ μάνα, δε βλέπεις που δε βρίσω δουλειά. Πώς θα ζήσουμε όλον τον καιρό; Τι θα φάμε; — Τίποτα να μη φάμε· τίποτα! Να ψωφήσουμε στην ψάθα! Ο πατέρας σου το είπε ρητά: Κάλλιο ζητιάνος παρά σφουγγαράς! Την άκουσα τη μάνα μου· έδωκα πίσω την προκαταβολή. Όχι τάχα πως ήμουν και τόσον υπάκουος.
Κι' εγώ 'θαρρούσα πως αυτή δεν αγαπά κανένα, κι' από την χήραν ήλπιζα τρελλά ν' αγαπηθώ, εγώ γι' αυτή, κι' αυτή για 'με να ζήσουμε 'στα ξένα, και ήμουν έτοιμος ευθύς τη Ρώσσα ν' αρνηθώ. Κι' από τη φρίκη φαίνεται ακόμη πιο φρικτό, συ από έρωτα αγνόν και άγιον ν' ανάπτης, να έχης εις αισθήματα το στήθος ανοικτό, κι' ως σκώληκα να σε πατή χυδαίος φραγκορράπτης.
Πότε πότε κάποιος έσκυβε για να πάρει από το έδαφος ένα ποτήρι κρασί. «Πιες, διάολε!» «Γεια μας!» «Να ζήσουμε εκατό χρόνια και να’ μαστε καλά για να το θυμόμαστε αυτό το πανηγύρι.» «Πιες, που να σε πάρει ο διάολος!» Ο ποιητής Σεραφίνο Μασάλα από το Μπουλτέι, με ελληνικό προφίλ και ντυμένος σαν ομηρικός ήρωας, τραγουδούσε: Ο Τούρκος δε θέλει να παραδοθεί Για πόλεμο η καρδιά του φτερουγίζει.
— Με συμπαθάς· απάντησε ο Δημητράκης ατάραχος· η λέξη δεν ήταν πρόστυχη, ήταν το νόημά σου. Με μαλώνεις πως δεν τιμώ τους προγόνους μας. Τους τιμώ και τους δοξάζω. Ήταν μεγάλοι άνθρωποι, ναι· μα πρέπει να ζήσουμε κ' εμείς. Και να ζήσουμε τη σημερινή ζωή, όπως έζησαν κ' εκείνοι τη δική τους· Ξέρεις ένα πράμα; — Τι;
Έχουμε τα κακά μας — δεν λέγω τ' όχι· επήραμε δρόμο στραβό σαν το κακοκυβερνημένο πλεούμενο· μα δεν είμαστε και για πέταμα. Και να είμαστε για πέταμα δεν θα χαθούμε. Θέλουμε δεν θέλουμε θα ζήσουμε. Θα ζήσουμε και θα θεριέψουμε και θα δοξασθούμε όπως και πρώτα.
Ο άθρωπος πάντα μιλεί φυσικά. Τώρα θα δήτε τι θα γίνη... γιατί, να το ξέρετε, ο ουρανός να πέση, αφτός ο όμορφος ουρανός της Αθήνας, η δημοτική θα ζήση· μπορεί να μη ζήσουμε μεις· αφτή θα ζήση... το λέγαμε σήμερις και με τον Παλαμά... Λοιπόν, ελάτε τώρα να δήτε τι θα γίνη. Απ' αφτούς τους δασκαλικούς τύπους που λέγαμε, ο λαός παίρνει μερικούς, μα τους ξεχνάει αμέσως.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν