Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Αφού και ετελείωσα να φανερώσω της Ζεμπρούδας ένα συμβεβηκός τόσον παράξενον, το εμετανόησα πολλά, και ήτον καλύτερα που να μην της είχα ειπή την αλήθειαν, διατί αλλοί εις εμένα, ημπορούσε να ζήση· μα τι λέγω; πού χάνεται το πνεύμα μου; δεν ηξεύρω εγώ ότι τα καλά και τα κακά που μέλλουν να έλθουν στέκουν γραμμένα εις τον Ουρανόν; Ως τόσον η Ζεμπρούδα εσυνέλαβε τόσην θλίψιν και πίκραν εις την απάτην που έλαβε, και έδωσε την ευχαρίστησιν εκείνου του τρισαθλίου, που δεν μου εστάθη δυνατόν διά να την παρηγορήσω, δίδοντάς της να καταλάβω ότι το λάθος της ήτον όλον άξιον συμπαθείας, και ότι όλον το ανόμημα ήτον του μιαρού Δερβύση· μα όλες εστάθηκαν μάταιες η παρηγοριές που της έκαμα.
Τότε η θλίψις μου εστάθη τόσον σφοδρά, που υπερέβαινε κάθε όρον, στοχαζόμενος τον χαμόν της ωραίας Δαρδανές, και ήμουν τόσον απαρηγόρητος, που έκανα λογαριασμόν να ξαναπέσω να πνιγώ διά να της κάμω συντροφιά· έκλαιγα με πικρότατα δάκρυα, και δεν είχα παρηγοριά.
Ο Διόνικος επεριποιήθη και τους άλλους και ωδηγούντο διά να κοιμηθούν, εμούντες οι περισσότεροι καθ' οδόν. Ο Αλκιδάμας όμως έμενεν εκεί• εστάθη αδύνατον να τον σηκώσουν, αφού επλάγιασεν εις μίαν κλίνην και απεκοιμήθη. πολλαί μορφαί των δαιμονίων πολλά δ' αέλπτως κραίνουσι θεοί και τα δοκηθέντα ουκ ετελέσθη • διότι αληθώς ήσαν απροσδόκητα όσα συνέβησαν.
Κάθε ένας τον αναθεματούσε, και ο Σουλτάνος της Καρίσμου με όλες τες επιμέλειες που είχε βάλει διά να τον πιάση και να τον θανατώση, δεν του εστάθη ποτέ δυνατόν· επειδή και αυτός ο μάγος ήξευρε να αποφύγη κάθε παγίδα, που του εσταίνονταν, με την μαγικήν του τέχνην.
Ο ταλαίπωρος αγαπημένος του βασιλέως, θλιμμένος διά την νέαν του δυστυχίαν και ηξεύροντας ότι ήτον ανεύθυνος, επάσχισε διά να εύρη το μέσον προς τον βασιλέα διά να δικαιολογηθή, μα εστάθη αδύνατον.
Εστάθη αυτού ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κυττώντας, και ως εθαύμασε τα πάντα εις την ψυχήν του, 'ς το δώμα μέσα εβάδισε περνώντας το κατώφλι. 135 τους αρχηγούς ηύρεν αυτού και άρχονταις των Φαιάκων, 'που με ποτήρια σπόνδιζαν 'ς τον άγρυπνον Ερμεία, ότι 'ς εκείνον ύστερον, πριν κοιμηθούν, σπονδίζαν. περνά το δώμα ο θλιβερός, ο θείος Οδυσσέας, κρυμμένος εις την καταχνιά, 'που 'χε τον ζώσ' η Αθήνη, 140 ως 'π' έφθασε 'ς τους βασιλείς Αλκίνοον και Αρήτην. αγκάλιασε τα γόνατα εκείνος της Αρήτης, κ' εχύθη ευθύς οπίσω του της καταχνιάς το νέφος.
Εστάθη πολλήν ώραν εκεί, εκάθισεν επί της ουράς του μακρού πελωρίου κανονίου, ρεμβάζων, αγναντεύων το βαθύ γαλανόν πέλαγος, και τα άσπρα πετρώδη νησιά, κατοικίας των θαλασσαετών και των γλάρων, ακούων τον ρόγχον των κυμάτων εις τους πόδας του Κάστρου, όπου είνε γιγαντιαίος μονοκόμματος βράχος με δέκα σπιθαμές χώμα στρωμένον επί της κορυφής και της κυματοειδούς πτυχής του, ως πεντακοσίας οργυιάς ύψος από της θαλάσσης.
Αφού δε αυτός εμίσευσεν, ο βεζύρ Αλής ερώτησε την βασίλισσαν ποίος ήτον αυτός ο νέος ο αγνώριστος και του εστάθη μέγας ο θαυμασμός εις το να ακούση από αυτήν πως αυτός είνε ο βασιλεύς της Κίνας.
Ταύτα συμβουλεύσας ο Παγώνδας έπεισε τους Βοιωτούς να κινήσουν κατά των Αθηναίων· και με ταχύτητα εκκινήσας ωδήγει τον στρατόν, διότι επλησίαζεν η εσπέρα. Πλησιάσας τον εχθρικόν στρατόν εστάθη εις μέρος τι, εκ του οποίου οι δύο στρατοί χωριζόμενοι διά λόφου δεν ηδύναντο να βλέπουν αλλήλους. Παρέταξε λοιπόν τους στρατιώτας του και παρεσκευάζετο εις μάχην.
Ευθύς που αυτός με είδε να φθάσω εις την ηλικίαν είκοσι χρόνων, εγύρευσε διά να με υπανδρεύση· έκαμε να έλθουν ένας μέγας αριθμός από σκλάβες νέες και πολλά ωραίες. Εγώ τες εστοχάσθηκα όλες αδιαφόρως, και δεν εστάθη καμμιά που να μου κλίνη την θέλησίν μου. Αυτές εγύρισαν ωσάν κατησχυμένες από την εντροπήν τους, που δεν ημπόρεσε να λαβώση καμμιά την καρδιά μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν