Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Ήδη η πυρά ανέλαμψε θερμώς σελαγίζουσα εις απόστασιν. Προς τον βορράν ηγείρετο ο τοίχος της εκκλησίας, όπισθεν εγγύς τοίχος οικιών και εν τω στενώ διαδρόμω εστάθμευον οι ποιμένες. — Δε μπορέσαμε να μάθωμε για το καράβι, ήρχισε να ομιλή η μία πλαγιασμένη κάπα.
Η Κρατήρα αφαιρέσασα τότε το τσόχινον μπαμπουκλί της και περιβληθείσα μίαν λευκήν και χονδρήν φανέλλαν, καταβαίνουσαν μέχρι της οσφύος, ήρχισε να παραθέτη την τράπεζαν εγγύς της πυράς επί του σοφά.
Κατά την ώραν εκείνην ήτο μόνος. Κατεδύετο από βάθους εις βάθος ανεξερευνήτου δεινοπαθείας, μέχρις ου, εις την εγγύς προσπέλασιν του θανάτου όστις επειδή ήτο Θεός, και όμως είχε γείνη άνθρωπος ήτο φοβερώτερος προς Αυτόν! ότι ηδύνατο να είνε εις πάντα υιόν ανθρώπου, εφάνη ως εάν η θεία ανθρωπότης Του δεν θα ηδύνατο πλέον να υποφέρη.
Εκράτει το δόρυ με την δεξιάν, και οι οφθαλμοί αυτής εφαίνοντο δεινοί την όψιν. Έστη εγγύς εμού κοιμωμένου. Με ήγγισε με την άκραν του δόρατός της, και με αφύπνισεν. Εθαύμασα και μετετράπην.
Εφάνταζεν εις το όμμα, έμελπεν εις το ους, εψιθύριζεν εις την ψυχήν φθόγγους αρρήτου γοητείας. Οι κλώνες, οι ράμνοι, το φύλλωμά της, εις του ανέμου την σείσιν, εφαίνοντο ως να ψάλλωσι μέλος ψαλμικόν, το «Ως εμεγαλύνθην». Μ' έθελγε, μ' εκήλει, μ' εκάλει εγγύς της.
Ο φόβος μη καή αυτός, ο τρόμος μη πυρποληθή το πλοίον κατέβαλον αίφνης την έξαψίν του, κ' ενώ μετ' αγώνος υπερανθρώπου προσεπάθει να περιστείλη τας φλόγας, κλείων από το επάνω μέρος την θερμάστραν, αισχυνόμενος και να φωνάξη, κατέπεσεν επί της εγγύς καθέδρας του, εν ατονία βλέπων τας τελευταίας αναλαμπάς της φλογός.
Δήλον γίνεται εξ αντιπαραβολής τον Λουκά προς τους άλλους δύο ευαγγελιστάς, ότι ο Ιησούς έστρεψε τους λογισμούς των μαθητών του προς δύο ορίζοντας, ένα εγγύς, και ένα απώτερον. Η μεθόρειος γραμμή εκατέρου ορίζοντος εσημείου την συντέλειαν του αιώνος.
Τα λόγια τούτα ενώ 'λεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους, 290 σκυλί κειτάμεν' ώρθωσε τ' αυτιά και το κεφάλι, ο Άργος, οπ' ο αδάμαστος ανάστησε Οδυσσέας, αλλά δεν τον εχάρηκεν ότ' είχε αναχωρήσει 'ς την θείαν Ίλιο πρότερα• 'ς άλλους καιρούς οι νέοι, λαγούς, ζάρκαδ', αγριόγιδα, να κυνηγούν, τον παίρναν• 295 τώρ' οπ' ο κύριος έλειπεν, έμεν' απορριμμένος 'ς την πολλήν κόπρον, οπ' εμπρός 'ς την θύραν εσωρεύαν βωδιών και αλόγων άφθονην, κ' έπειτ' αυτούθε οι δούλοι την σήκοναν κ' εκόπριζαν τους κήπους του Οδυσσέα. ο Άργος αυτού κείτονταν σκυλόψειραις γεμάτος• 300 αλλά τότ', άμ' ενόησεν εγγύς τον Οδυσσέα, την ουρά κίνησε, τ' αυτιά χαμήλωσε και πλέον να πα δεν είχε δύναμι σιμά 'ς τον κύριόν του. τούτος εστράφη, εσφόγγισε το δάκρυ, κ' εφυλάχθη από τον Εύμαιον εύκολα, κ' ευθύς τον ερωτούσε• 305 «Εύμαιε, τι σκύλος θαυμαστός και κείτεται 'ς την κόπρο! το σώμ' έχει ωραιότατον, αλλ' ήθελα να μάθω εάν με αυτήν του την ειδή και γοργοπόδης ήταν, ή από τα τραπεζόγλειφα σκυλιά, 'που συνειθίζουν οι κύριοι χάριν ευμορφιάς 'ς τα σπίτια τους να τρέφουν». 310
Και όμως εν τη οικία ταύτη εχώρει όχι μόνον η γραία Οθωμανίς μετά του Κιαμήλη, όχι μόνον ο εφέντης μετά της πολυπληθεστάτης αυτού οικογενείας, αλλά και η μήτηρ μου και ο αδελφός μου, και δη πάντες οι εγγύς και μακράν συγγενείς ημών, όσοι ήρχοντο προς επίσκεψίν μου.
Τότε ο κολυμβητής ευρέθη εν αμηχάνω θέσει. Το πλοίον είχε γείνει άφαντον έμπροσθέν του, και η γη είχεν ομοίως εξαφανισθή όπισθεν. Εστράφη και δεν είδε πλέον την ακτήν αφ' ης είχεν αναχωρήσει. Αχανές πέλαγος εξετείνετο εμπρός και οπίσω και πέριξ και εγγύς και πόρρω και πανταχού. Ησθάνθη ότι αι δυνάμεις του εξέλειπον κατ' ολίγον και ήρχισε να βυθίζηται.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν