United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΠΡΟΣΠ. Εύγε σου, Πνεύμα! Ποίος ευρέθη τόσο σταθερός, τόσον ακλόνητος, ώστε να μείνουν γερά τα λογικά του σε τόση αντάρα; ΑΡΙΕΛ. Παντού της τρέλλας η μάνητα, παντού τα καμώματα της απελπισίας· όλοι, όξω από τους ναύταις, εβούτησαν μέσα στους πικρούς αφρούς, κι' άφησαν το καράβι όλο φλόγες μ' εμένα πιασμένο. ΠΡΟΣΠ. Α! έτσι σε θέλω, Πνεύμα μου! Αλλά δεν εγίνηκε αυτό σιμά στ' ακρογιάλι;

Μόν' ο Γιάννης ο Σερέτης στην αρχή της ταραχής εγίνηκε άφαντος, καθώς εγίνηκαν άφαντοι και όλοι οι χωριανοί απ' όξω, από φόβο μη βρουν τον μπελάτους. Έκαμε πολύ κρότο το ασυνείθιστο σκάνδαλο και όλα τα ριξαν απάνω στον παππά Συνέσιο, γιατί ο Κεριάκος την άλλη μέρα, ξεμέθυστος, τα εφανέρωσαν όλα στο σπίτι του Κοντοπάνη, που δεν τον άφηκε πλιο να εύγη από μέσα.

Δεν μπορούσε να ξεχάση ό,τι εγίνηκε, και άλλοι ελέανε πως ήκλαιε για την προσβολή, άλλοι πως ελυπότανε πως ήχασεν το Ζώη. Γιατί ο Ζώης έφυε από το νησί ευτύς και για πολύν καιρό, δεν ήξερεν κανείς τι εγίνηκε. Εμάθανε, ύστερ' από καιρό πως εταξείδευενε με Ιγγλέζικα και Αμερικάνικα καράβια.

Με ακούς; Αφ' ότου η καϋμένη ψυχή μου εγίνηκε κυρία της εκλογής της και ικανή να ξεχωρίζη μεταξύ των ανθρώπων, έχει με σφραγίδα σέ σημειώση διά δικόν της, αφού σ' είδα τα πάντα να υπομένης και να μη τα δείχνης.

Μηνόντας διαλαλίζοντας τη μάχη φανερόνει· Και τη φωνή για ν' ακουστή με δύναμι σηκόνει. 290 » Ω Μπακακάδες, πόλεμον, οι Ποντικοί με στέλλουν, » Να σας κηρύξω σήμερα· και αυτόν με δίκιο θέλουν. » Γιατί ο Φουσκομάγουλος με πονηριά και δόλο, » Καθώς εγίνηκε γνωστό κοινά στον κόσμον όλον, » Στη λίμνη μέσα εφόνεψε τον άκακο Τριμμούδη, 295 » Του θρόνου μας το διάδοχο, της νιότης το λουλούδι. » Και ανίσως έχετε καρδιά, και παλληκάρια αν ήστε, » Σα σας βαστάει, εδώ είμεστε, ελάτε, πολεμήστε.

Και ετελείωσε τα γνωμικά του μ' έναΟξ, ντε! που εφώναξε του μουλαριού, αφού του ετίναξε από πίσω μια με τη δράφη του. Εσιώπησεν ο Βασίλης, εγώ όμως, οπού ήθελα το τέλος της ιστορίας, τον αρώτησα. — Και ύστερα τι ακολούθησε με την Σμαραγδούλα; Και άλλαξε πολύ από τότες· μηδέ γέλοια, μηδέ χωρατά, μηδέ τίποτα. Εγίνηκε άλλη γυναίκα, ως και δακρυσμένη ήτυχε να τη διούνε.

Την έφαγες τη γυναικούλα σου, Κυρ-Νίκο· δε βλέπεις πως εγίνηκε; Μα δεν ήτον από του Νίκου τα φιλιά που έρρεβε η καημένη η Βεργινία. Κάθε άλλο!

Της είπε του κόσμου τους επαίνους. «Είντα ώμορφος απού 'ν' ο γυιός σου, Ρηγινιό. Δύο τρεις φορές απού τον έχω θωρώντα απομείνανε τα μάτια μου απάνω του. Σα θάνε οι νιοι έτσα νάνε! Μα κεμένα η θυγατέρα μου εγίνηκε μια κοπέλλα, που 'ν' ένα τόνομά τση στη χώρα!. .. . Και πόσοι δεν τηνε ζητούνε! Μα 'γώ θέλω να τήνε παντρέψω στο χωριό να την έχω κοντά μου. Ένα παιδί τόχω ... .»

ΑΣΤ. Τ' όνομα σου; ΚΥΠ. Σολομώς. ΚΥΠ. Απέ την Τζίπρον είμαι. ΑΣΤ. Και πες μου δα εσύ· πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού;

Όπως πηδάει στη μάννα του το γίδι, έτσι κι ο Δάφνις τα χέρια κροταλίζοντας πήδησ' απ' τη χαρά του. Κι όπως η νύφη ντρέπεται, παρόμοια κι ο Δαμοίτας εζάρωσε κι ανάνοιωσε τη λύπη στην καρδιά του. Κι ο Δάφνις πρώτος στους βοσκούς εγίνηκε από τότε, κι άγουρος επαντρεύτηκε κ' επήρε τη Νεράιδα.