Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Άμα πέρασε ο Γαϊνάς από τη Χαλκηδόνα στην Πόλη και θρονιάστηκε εκεί μ' όλη του τη δόξα, πρώτη του έννοια στάθηκε να λευτερώση τους Αρειανούς Γότθους από τα Θεοδοσιακά τα ψηφίσματα, και να τους παραχωρήση εκκλησιά για να λειτουργιούνται. Με το να βρήκε όμως απρόσμενο κι αλόγιστο αντίπαλο το Χρυσόστομο, απότυχαν αυτά του τα μέτρα.
Καθίζει στο γραφείο, κι αμέσως γεννάει το κοντύλι του προσταγές, νόμους, σονέττα, δράματα, ιστορίες, παραμύθια. Είδος μηχανή που βγάζει σουζούκια. Μια και δοθή αφορμή στη μηχανή να γυρίση, κ' έρχεται η &Δόξα&, η θεά που τραβάει κατόπι της όλο αυτό το κοπάδι, φορτωμένη δάφνες και μεγαλεία. Μη βλέπης που πηγαίνει στο σπίτι του και ξαπλώνεται πεινασμένος.
Μα τώρα στάσου εσύ να δεις, τι θα σ' το πιώ το αίμας εδώ θαρρώ, κι' απ' τ' άρματα σφαγμένος τα δικά μου, δόξα σ' εμένα, την ψυχή στον Άδη θα χαρίσεις.» Είπε, κι' εκείνος σήκωσε τα φράξο ναν του ρήξει, 655 και τα κοντάρια πήδηξαν μαζί κι' απ' τα διο χέρια.
Ο τελετάρχης διέκοψε την έκστασιν εκείνην τού νεοκηρύκτου Πάπα, προσκαλέσας αυτόν να καθίση επί χαμηλής τινος έδρας, καλουμένης κοπρανικής, εφ' ης ετοποθετείτο μετά την αναγόρευσίν του ο Ποντίφηξ, ίνα ενθυμηθή ότι καίτοι τριπλούν φέρων στέμμα, υπέκειτο όμως, ως και ο έσχατος των υπηκόων του, εις τας ευτελεστέρας της φύσεως υποχρεώσεις . Ενώ δε εκάθητο εκεί η αυτού Αγιότης, οι ιερείς έψαλλον το «Κ ύ ρ ι ο ς α π ό κ ο π ρ ι ά ς», καίοντες συγχρόνως άχυρα και στυπίον, ίνα ενθυμίσουν αυτώ ότι, καθώς η φλοξ εκείνη, ούτω σβέννυται και παρέρχεται εν τω κόσμω τούτω η δόξα.
Μόνον οι Μούσες φέρνουνε τη δόξα στους ανθρώπους, και τα πολλά τα χρήματα, που οι πεθαμμένοι αφήνουν, τα τρώνε και τα χαίρονται όσοι απομένουν πίσω. Μ' αν θέλης το φιλάργυρο να τόνε μεταλλάξης είνε σαν να σου πέρασε να πας στο περιγιάλι και να μετράς τα κύματα που στέλνει εκεί ο αγέρας, ή σαν να θες με το νερό ν' ασπρίση η μαύρη πέτρα.
Την στιγμήν εκείνην και το λεπτόν απόγαιον εναρμονίως φυσών, λέγεις, απετέλει μυστικήν υμνωδίαν, ήτις εν τη θεσπεσία ταύτη ώρα προ του απλού των ποιμένων ομίλου και της φεγγοβολούσης εκκλησίας επανελάμβανε τους αγγελικούς ύμνους: «Δόξα εν Υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία!»
Αυτά είνε διά τα οποία σας συνεκάλεσα και δεν είνε ασήμαντα, ω θεοί, εάν σκεφθήτε ότι πάσα τιμή και πρόσοδος και δόξα ημών από τους ανθρώπους προέρχεται.
Έτσι εκατάφερε να παντρέψη ως τόρα τις τρεις αδερφές του, να συγγενέψη με τα καλήτερα σπίτια. — Ε, του λέγω Μανωλιό, μόλις τον είδα. Τόρα που έβγαλες αποπάνω σου το βάρος να κυτάξουμε να παντρεφτής κ' εσύ. — Εγώ; λέγει μ' ένα πικρό χαμόγελο. Εγώ παντρεύτηκα. Πήρα τέσσερες γυναίκες. — Τις αδερφάδες σου λες; Εκείνες με τη δόξα του θεού τις ξέκαμες.
Είπε, και σιώντας τίναξε το σουγλερό κοντάρι 280 και στην ασπίδα τον βαράει· κι' εκείνη ως πέρα πέρα πετάει, η μύτη η χάλκινη, και μπαίνει στα τσαπράζα. Κι' έσκουξε τότε ο Πάνταρος με μια φωνή μεγάλη «Σούσκισα ως μέσα την κοιλιά! Πολύ δε θα βαστάξεις λέω όρθιος πια, και μούδωκες μεγάλη εμένα δόξα!» 285 Μα δίχως φόβο απάντησε ο δυνατός Διομήδης «Δε βρήκες, μον αστόχησες.
Βουνά του νησιού, γελαστά και χαριτωμένα. Λες κ' η φύση τα χαδεύει, κι αυτά ραχατεύουν. Νυσταγμένα κι αυτά, ξέννοιαστα και βαριά. Μήτ' ένας στεναγμός δεν ταράζει τον ύπνο τους! Χύνε το φως σου, φεγγάρι μου, μέσα στο μαγευτικό αυτό κοιμητήριο! Ας κοιμούνται οι άλλοι. Σώνει που σε θωρούν και σε καμαρώνουνε τρεις. Οι δυο μας, κ' ένας Θεός. Συνηθισμένο είσαι από τέτοια άδοξη δόξα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν