Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Κακή αν είναι, διατί μ' αλήθειαν αρχίζει, κ' ευθύς ευθύς ενέχυρον του μέλλοντος μου δίδει; Έγεινα Θάνης Καουδώρ· ιδού! — Καλή αν είναι, ω, διατί ο πειρασμός αυτός με κυριεύει, που μου ορθόνει τα μαλλιά της φρίκης του η σκέψις, και κάμνει ώστε η καρδιά κτυπά εις τα πλευρά μου; σαν να θα 'βγή; Καλλίτερα ο φόβος του παρόντος, παρά διανοήματα απαίσια!

Εταίρος Όχι, μα τον Δία, εγώ τουλάχιστον δεν το πιστεύω αυτό. Σωκράτης Αλλά μήπως και ένας καλός γνώστης των ίππων, όταν ειξεύρη ότι η τροφή την οποίαν δίδει στο άλογό του είναι επιβλαβής, φαντάζεσαι πως αγνοεί ότι το καταστρέφει; Εταίρος Όχι, βεβαίως το γνωρίζει πολύ καλά. Σωκράτης Άρα λοιπόν δεν πιστεύει ότι από το στάρι αυτό της κακής ποιότητος θα έχη κέρδος; Σωκράτης Όχι, δεν το πιστεύει.

Τώρα δε τον ερωτεύονται και η γυναίκες και αυτός κάνει τον δύσκολον και τας περιφρονεί και αν πλησιάζη μερικές, φαίνεται ως να το κάνη από συγκατάβασιν και οίκτον και αυτές φοβερίζουν ότι αν τας αρνηθή θ' αυτοκτονήσουν. Βλέπεις πόσα ευτυχήματα δίδει ο χρυσός, αφού και τους άσχημους μεταβάλλει εις αξιεράστους, όπως η περίφημος ζώνη της Αφροδίτης. Ξέρεις δε και αυτά που έχουν πη οι ποιηταί•

Κατά πρώτον, όταν νυμφεύεται Νασαμών τις, ο νόμος απαιτεί κατά την πρώτην νύκτα η νύμφη να μεταβή από του ενός εις τον άλλον δαιτυμόνα και να μιγή με όλους· έκαστος δε αφού μιγή μετ' αυτής τη δίδει δώρον ό,τι έφερεν εκ της οικίας του.

Και προσεγγίσας προς μεγάλην έκπληξιν του ποιμένος δίδει μια με την ποιμενικήν ράβδον εις την κάπαν ήτις έπεσε κάτω βροντήσασα. Και ήρχισε να γελά. — Παληόπαιδο! είπεν ο ποιμήν εννοήσας πλέον το παιγνίδιον του παιδός, όστις προηγουμένως, διαλαθών τους ποιμένας, έστησεν εκεί αντιθέτως την κενήν κάπαν, ίνα εξαπατήσας φοβίση τους ανθρώπους και γελάση.

Είπε, κ' ευθύς επρόσταξε τους δούλους και υπακούσαν, και αρμάτωσαν καλότροχο φορτωτικόν αμάξι, και εις τον ζυγόν υπόταξαν κ' έζεψαν τα μουλάρια. τα φωτεινά φορέματα μέσ' από τον κοιτώνα έφερνε η κόρη κ' έθεσετο τορνευμένο αμάξι• 75 κ' ένα κανίστρι εφόρτωσε τροφαίς όλο η μητέρα, κάθε λογής, ευφραντικαίς, και με κρασί γεμίζει τράγινο ασκί• κ' η κορασιάτην άμαξ' αναιβαίνει• και λάδ' υγρόολόχρυσο ροΐ της δίδει ακόμη, μαζή με ταις θεράπαιναις το σώμα της να χρίση. 80 και αυτή πήρε τη μάστιγα και τα λαμπρά λουρία, και τα μουλάρια ράβδισε, 'που εκίνησαν με κρότο, και άπαυτα ετρέχαν κ' έφερναν τα ενδύματα κ' εκείνην, μόνην όχι• η θεράπαιναις εβάδιζαν κατόπι. και εις τ' εύμορφον ως έφθασαν και πρόσχαρο ποτάμι, 85 ηύραν εκεί τα πλυσταρειά, και άφθονον αναβρύζει καλό νερό, 'που 'ναι αρκετό να βγάλη κάθε ρύπο. και τα μουλάρια ξέζεψαν αυταίς και τ' απολύσαν εις τ' αφρισμένου ποταμού την άκρη, αυτού να τρώγουν την αγριάδα την γλυκειά• τα ενδύματ' απ' τ' αμάξι 90 σήκωσαν, κ' έμπασαν νερό μαύρο, και όλαις αντάματους βόθρους μέσ' αντίζηλα με βια ποδοπατούσαν. και αφού τα έπλυναν και καλά τους ρύπους εκαθάραν, εις τ' ακρογιάλι τ' άπλωσαν αραδικώς, 'ς το μέρος 'που τα χαλίκιατην ξηράν ελεύκαινε το κύμα. 95 κ' εκείναις, αφού ελούσθησαν και αλείφθηκαν με λάδι, 'ς το πλάγι εκεί του ποταμού γευμάτισαν, και ωστόσο τα ενδύματ' έμεναντου ηλιού την λάμψι να στεγνώσουν. και αφού χαρήκαν την τροφήν η δούλαις με την κόρη, έβγαλαν τα μαγνάδια τους και με την σφαίρα επαίζαν. 100 και η λευκοχέρα Ναυσικά άρχιζε το τραγούδι. και ως η τοξεύτρα Αρτέμιδα τα όρη καταιβαίνει, ταις ράχαις του υψηλότατου Ταϋγέτου ή του Ερυμάνθου, κ' έχειτους κάπρους ηδονή καιτα γοργά τα 'λάφια• και η νύμφαις η αγροκάτοικαις, του Δία θυγατέρες, 105 παίζουν μαζή της, και η Λητώτα στήθη αναγαλλιάζει• και η κεφαλή, το μέτωπον αυτής εξέχ' εις όλαις, και αυτ' είναι καλογνώριστη, αν και όλαις είν' ωραίαις• όμοιαταις κόραις έλαμπεν η ανύμφευτη παρθένα.

Όταν λοιπόν, φίλε μου, ο Αιακός ορίση εις έκαστον τον χώρον της διαμονής τουδίδει δε το πολύ ενός ποδός τόπον—-πρέπει καθένας να περιορισθή εις το μέρος του και να μαζευθή εις αυτό χωρίς να υπερβαίνη το μέτρον.

Άρα δεν είναι αρχική προς την απαισιοδοξίαν τάσις οπού παραλύει την ενεργητικήν δύναμιν του Αμλέτου, αλλά είναι η ηθική του αμηχανία οπού δίδει τοιαύτην τροπήν εις το πνεύμα του.

Μετ' ολίγον ο Κλεόδημος έσκυψε προς τον Ίωνα και του είπε• Βλέπεις τον γέρονταενόει τον Ζηνόθεμιν, διότι ήκουα τα λεγόμεναμε τι λαιμαργίαν τρώγει κι' εκαταλέρωσε το φόρεμά του με ζουμιά. Δεν αρκείται δε μόνον να τρώγη, αλλά δίδει και εις τον υπηρέτην του που στέκει πίσω και νομίζει ότι δεν τον βλέπουν• λησμονεί ότι είνε και άλλοι δίπλα του. Δείξε τον και εις τον Λυκίνον διά να είνε μάρτυς.

Όθεν των Νορβηγών ο γέρος βασιλέας, περίχαρος, του δίδει δώρο τρεις χιλιάδαις κορώναις χρονικώς, και διαταγήν ακόμητων Πολωνών τα μέρη να ριχθή μ' εκείνους τους άνδραις, 'πού 'χε, ως είπα πριν, στρατολογήση. Και σε παρακαλεί, καθώς εδώ σου γράφει

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν