Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Όταν τώπαιζα με τόση λαχτάρα στο πιάνο, εδώ και τόσα χρόνια, γύρευα στο σπαραγμό του μιαν ανακούφιση για ένα δικό μου πόνο. Θυμάσαι τη Βέρα, γιατρέ; ΜΗΣΤΡΑΣΤην πρώτη σου αγάπη στην Κηφισσιά; Πώς δε θυμάμαι; Μια δυστυχισμένη αγάπη. Το πείσμα ενός πατέρα . . . ΦΛΕΡΗΣ — Κ' η αδυναμία η δική μου, γιατρέ. Μούλειψε η δύναμη ναρπάξω με τα χέρια μου την ευτυχία που μούστειλε ο ουρανός.

Βουνό να κατρακυλήσης απάνω του, και πάλε ξεσπάνει ο τάφος και ξαναφέρνει στον κόσμο μια λάκερη κόλαση. Φωνή τρομερή με ζωντάνεψε, αν είνε ζωή αυτός, του θανάτου ο θάνατος. Την άκουγα τη φωνή της, και γύρευα να ξεσκίσω την παγωμένη μου σάρκα, να τα τραβήξω σύρριζα τα μισοχυμένα μαλλιά μου.

το μυστικό το θείο που κλεις θερμό βαθιά στα στήθη σκόρπιζε αρμονικά, και με ό τι μέσα ασίγαστο σου τρώει κι εσέ τα βύθη δίνε σ' εμάς χαρά. Τραγούδα, φίλε· κι αν γλυκό, κι αν άλλο αγαπημένο δε μ' έδενε στη γης, θα γύρευα απ τον ουρανό να με άφηνε να μένω ν' ακούω που τραγουδείς. Το παραθύρι, κάτου κατά τον κάμπο ανοιεί που απλώνει τ' όραμά του πέρα χλωρό, πλατύ.

Τι σ' έκαμε και ξέπεσες ως εδώ, τονε ρώτηξα μια φορά. — Τι σ' έκαμε κ' ήρθες του λόγου σου! Να! τύχη γύρευα κ' ήρθα. — Και πότε λες να ξαναγυρίσης να τους δης τους δικούς σου; Είμουν πέντε χρόνια ξενιτεμένος σα συχωρέθηκε η μάννα μου· πατέρα δε γνώρισα. Ταδέρφια μου σκορπιστήκανε δω και κει, και πια δεν τάκουσα. Τι να πάω να κάμω εκεί τώρα! Εμένα οι δικοί μου είνε τώρα εδώ.

— «Αχ! αδερφούλη μου, Φώτο! Εγώ σε γύρευα ανάμεσα στους ζωντανούς, και συ βρίσκεσαι ανάμεσα στους πεθαμένουςΛέγοντας αυτά ξαπλώθηκε ψηλά στο χορταριασμένο μνήμα, κλαίοντας και μύροντας, σα μικρό παιδί. Κανένας δε ζύγωσε να τον παρηγορήση, για μια τέτοια μεγάλη δυστυχία. Έκλαιγαν κι' άλλοι γύρα του σκυμμένοι σε φωτισμένα μνήματα, αλλά καθένας έκλαιγε τον πόνο του.

Κάτι κατσουφιασμένος, πατέρα· τι τρέχει; είπε στο γέρο Μαλαματένιο, παύοντας τα γέλοια της. — Μπα! εδώ είστε; είπε τάχα ξαφνισμένος ο γέρος· έφαγα τον κόσμο να σας γυρεύω. Σας γύρευα εκεί ψηλά κι άξαφν' ακούω το λάλημα στα πόδια μου. Φαντάσου! να γυρεύω το πουλί στο κλαρί και να το βλέπω χωμένο στ' αγκάθια. Φαντάσου! είπε εξακολουθώντας να γελά, ενώ τα δάκρυα τρέχανε από τα μάτια του.

Ίσως έλεγε μέσα του: «Τι ήθελα, τι γύρευα εγώ να του πω τέτοια πράμματα να τον δειλιάσω;... Αυτός είνε έτοιμος... αφορμή εγύρευε να μείνη μες τη μέση... και να κάμη Ανάστασι στον άγιο Χαράλαμπο».

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν