Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουλίου 2025
Τότε άρχισα να στοχάζωμαι διά να γυρίσω εις την πατρίδα μου, και μετ' ολίγον έβαλον τον στοχασμόν εις έργον.
Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• 375 Όποια και αν ήσαι των θεών εσύ, θα σ' απαντήσω. δεν θέλω το και μένω εδώ, αλλά των αθανάτων, 'πώχουν τον μέγαν ουρανόν, αμάρτησα, λογιάζω. αλλά συ 'πε μου, — κ' οι θεοί γνωρίζουσι τα πάντα,— ποιος μ' εμποδίζει των θεών και μ' έδεσε εις τον δρόμο, 380 και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσω.
ΥΠΗΡΕΤΗΣ Κύριε, ήρθε ο κύριος κόμης και κρατεί από το χέρι μια κυρία. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ω! Θεέ μου! κ' έχω ακόμη μερικές παραγγελίες! Πες τους πως θα γυρίσω αμέσως. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Ο κύριος είπε πως θα γυρίση αμέσως. ΔΟΡΑΝΤ Πολύ καλά. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Δεν ξαίρω, κύριε Δοράντ· αυτό που κάνω μου φαίνεται πολύ παράξενο πράγμα· νάρθω μαζί σας σ' ένα σπίτι που δε γνωρίζω κανένα.
Τήραγα έπειτα γύρω, και θωρώντας την ομορφιά της περιξάκουστης Πόλης, ονειρεύουμουν από τώρα τις ιστορίες που θα είχα να δηγούμαι σα γυρίσω με το καλό. Μια τέτοια πανώρια βραδινή κάθουμουν απάνω στον ηλιακό και σεριάνιζα ύστερ' από τις μελέτες μου.
Ο πατέρας σου κάθεται ως τις δυο από τα μεσάνυχτα και παίζει. Δε θαφίση το παιγνίδι του ναρθή να σ' εύρη. Το ξέρεις καλά. Μήπως δεν το ξέρεις; Εγώ θέλω περισσότερο από σένα να μείνω μαζή σου. Γιατί είσαι κακός; Κι' αν θέλω να γυρίσω στην κάμαρά μου, το ξέρεις, θα κλαίω όλη τη νύχτα, ως το πρωί θα κλαίω μοναχή μου . . . ΝΙΚΟΣ — Καλά γύρισε. Δε σε βιάζω. ΔΩΡΑ — Μου το λες θυμωμένα.
Τα πόδια μου βαστούσανε καλά, μα η ψυχή μου ένοιωθα πως γινότανε παραλυτική μέσα μου, σαν το κορμί του ζητιάνου. — Χωρίς άλλο, είπα με τον εαυτό μου, αυτός ο παραλυτικός είναι ένας ανόητος και δεν ξέρει τι λέει. Ας γυρίσω στη δουλειά μου.... Κοντοστάθηκα μια στιγμή κ' ύστερα γύρισα βιαστικός, σαν να με κυνηγούσαν. Πέρασα τον κάμπο γλήγορα — γλήγορα κ' έφθασα πάλι στη μεγάλη στράτα.
Είμαι σαν τον στρατιώτη που πήγε στον πόλεμο: επιστρέφω, αλλά δεν μπορώ να φοράω αυτά τα ρούχα.» «Πες μου τουλάχιστον, πού πήγες;» «Τίποτε το σπουδαίο, θέλησα να γυρίσω λίγο τον κόσμο.
Και είμαι εγώ εκείνος που τα σκάρωσε όλα!» Στην πόρτα η Νοέμι έστρεψε για να του κάνει αντίο με το χρυσό σταυρό. Αντίο. Κι εκείνος, όπως συνέβη και με τον Τζατσίντο, σχημάτισε την εντύπωση πως εκείνη ήταν που πέθαινε. Έβγαιναν όλοι, έφευγαν. Η ντόνα Έστερ έσκυψε απάνω του, σαν να ήθελε να τον σκεπάσει με τις μαύρες φτερούγες της. «Θα γυρίσω σύντομα, εγώ, μόλις τους συνοδεύσω.
Ω ωραιοτάτη βασιλοπούλα, εφώναξεν ο Δερβύσης, η απόφασις εις την οποίαν σε βλέπω, μου δίδει περισσοτέραν δύναμιν και καρδιά· θέλω το λοιπόν ή να λάβω μίαν δόξαν αθάνατον ή να χαθώ· μείνατε αυτού το λοιπόν, και αν εις διάστημα μιας ώρας δεν γυρίσω, θέλει είνε σημείον πως δεν απόλαυσα το ποθούμενον και στοχασθήτε με διά χαμένον.
Μα ο Θεός μας, ο δικός μου ο Θεός που δεν πιστεύεις συ, τον Γυιο του έστειλε ανάμεσό μας κι' αυτός μας είπε ν' αγαπάμε όποιον μας μισεί και αν μου δώσης ένα ράπισμα εσύ, εγώ να σου γυρίσω και το μάγουλο το άλλο. Στην καρδιά μου σκέψι να μη βάλω για τίποτε κακή! Να έχω θέλησι καθώς το πρόβατο λευκή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν