Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025


Έπειτα τρέχει στου Διός με τα μαντάτα πάλι 120 'Πατέρα αστραποκέραβνε, του Κρόνου γιε, 'να λόγο θα σου μιλήσω.

Και την επόμενη φορά η ερώτηση του θύμισε με λιγότερο πόνο την παλιά του αυτοπεποίθηση, γιατί ο Ιησούς του είπε μόνο — «Σίμωνα, γιέ του Ιωνά, Με τιμάςΞανά ο Απόστολος ταπεινά του απάντησε με τις ίδιες λέξεις όπως πριν – «Ναι, Κύριε, ξέρεις ότι σε αγαπώ.» «Φύλαξε τα πρόβατά μου». Αλλά ο Σίμωνας Τον είχε τρις απαρνηθεί και έτσι ήταν αρμόζον ότι τρις έπρεπε να διακηρύξει την πίστη του.

Και βρήκε του Πριάμου το γιο τον κοσμοξάκουστο στον κάμπο εκεί, όχι χάμου στρωμένο πια, μον κάθουνταν, κι' ότι είχε συνεφέρει 240 και γύρω γνώριζε ξανά, κι' ο ίδρος το ζιχούνι σταμάταε, αφού τον ξύπνησε τ' Αστράφτη πάλε η γνώμη. Και πήγε στάθηκε κοντά του Δία ο γιος και τούπε «Λεβέντη του Πριάμου γιε, πώς χώρια απ' όλους στέκεις εδώ μισόνεκρος; Σαν τι κακό σε βασανίζει245

Μα τώρα ας κάτσουμε άχαρα λίγο ψωμί να φάμε, κι' άμα χαράξει πρόσταξε, τ' Ατρέα γιε, τους άντρες να κόψουν ξύλα, κι' έπειτα τα χρειαστά να δώσουν 50 όλα όσα πρέπει πίσημος νεκρός μαζί του νάχει σαν πάει μες στ' Άδη τ' άφωτα κι' αραχνιασμένα βάθια, που έτσι απ' ομπρός μας το νεκρό η φλόγα χέρι χέρι να κάψει, κι' ύστερα ο λαός να σύρει στη δουλιά του

Τώρ' αν το ρωτήσης τον Κώστα Θόδωρο για τα Γιάννινα: «Φεύγα, γιέ μ', θα σου πη, από δαύτα, μη μπης εκεί μέσα τι θα πεθάν'ς. Μια ψύχα μπήκα 'γω μέσα μια βολά όλ' όλ' 'ςτη ζωή μ' και πήγε να μ' πιαστή η ανάσα. Φεύγ' από δαύτα μακριά. Βνο και πάλε βνο. Στάν' και πάλε στάν'». — Κ' εγώ το 'χω ακουστά για τον Κώστα Θόδωρο, λέει ο Πολιάνος. — Να σας μολογήσω 'γω άλλο ένα. Λέει ο Μπαρμπούτας.

Γιε μου, καλά έχουνε πη: «η τρέλλα δεν είναι αντρεία». Περίμενε λίγο! .. .» Όταν πήδησε ο Τριστάνος από το γκρεμό, ένας φτωχός άνθρωπος του λαού τον είδε να σηκώνεται και να φεύγη. Έτρεξε στο Τινταγκέλ και γλύστρησε ως το δωμάτιο της Ιζόλδης. — Βασίλισσα, πάψε πεια τα κλάμματα. Ο φίλος σου ξέφυγε. — Δόξα τω θεώ, είπε η Ιζόλδη.

Τότες ο Αίας φώναξε στον άρχο Πολυδάμα «Λόγιασε εδώ, του Πάνθου γιε, και πες μου την αλήθια. 470 Τι λες; Αξιζει αφτός εδώ ο άντρας τ' Αρηλύκου τον άξιο γιό; Όχι ποταπός και ποταπώνε σπέρμα, Μον σα να φαίνεται αδερφός του ξακουστού Αντηνόρου ή γιος· τι εκείνου πιο θαρρώ κορμοστασά 'χει κι' όψηΈτσι είπε τάχαμα καλά τον ήξερεκαι πίκρα 475 μπήκε στων Τρώων την καρδιά.

Και τη φοράδα τότε εφτύς θαν τούδινε όπως είπαν, 540 μα να! άξαφνα σηκώνεται, του γέρου ο γιος Νεστόρου και με το δίκιο του απαντάει και λέει αφτά τα λόγια «Θα γίνουμε από διο χωριά, γιε του Πηλέα, αν κάνεις τώρα ό,τι λεςκαι πρόσεχε σου λέω, θα μ' αδικήσειςτάχα γιατί είχαν ατυχιά τ' αμάξια κι' άλογά του 545 κι' αφτός είναι άξιος και καλός.

Τώρ' αν το ρωτήσης τον Κώστα Θόδωρο για τα Γιάννινα: «Φεύγα, γιε μ', θα σου πη, από δαύτα, μη μπης εκεί μέσα τι θα πεθάν'ς. Μια ψύχα μπήκα 'γω μέσα μια βολά όλ' όλ' 'ςτή ζωή μ' και πήγε να μ' πιαστή η ανάσα. Φεύγ' από δαύτα μακριά. Βνο και πάλε βνο. Στάν' και πάλε στάν'». — Κ' εγώ το 'χω ακουστά για τον Κώστα Θόδωρο, λέει ο Πολιάνος. — Να σας μολογήσω 'γώ άλλο ένα. Λέει ο Μπαρμπούτας.

Έλα όμως που ο πόνος της γρηάς για το «φτωχικό» της ήταν μεγάλος και δεν «ήταν τσαρές» για να στρέξη να χτισθή καινούργιο ψηλό σπίτι απάνω του. — Σαν έχς σκοπό να το γκεμίσης, γιε μ', τούλεγεν η γρηά, γρέμσε με κ' εμένατο λάκκο μου μαζί του. Βάλε με να πλακωθώ κ' εγώ αποκάτ' από τη σκέπη του. Άσε με κάνεμ να κλείσω τα μάτια μ' εγώ, και τότες κάμε ό,τι θελς εσύ.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν