Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Έπειτα γράφει πάλιν, αφίνει τον κάλαμον χάριν του καφέ, και τούτον χάριν του σιγάρου, και στηρίζων την κεφαλήν του εις τους αγκώνας του βυθίζεται εις σκέψεις. Ο βλέπων αυτόν ούτως εσκεμμένον και άθυμον θα υπέθετεν ίσως, ότι ο Μιμίκος γράφει στίχους, και μάτην θηρεύει δύσκολόν τινα ομοιοκαταληξίαν εις τελείωσιν του στίχου του.
Σ' είδος που δεν απεικάζω, Έχω δίκιο να θαυμάζω. Η ασίγητή σου γλώσσα, Πώς μπορεί να κόφτη τόσα, Και με τέτια γληγοράδα, Που ποτέ σχεδόν αράδα Σε κανέναν δεν αφίνει, Άντα βάνεται να κρίνη. Κι' όσο ομπρός αυτή πηγαίνει, Οχι μόνον αποσταίνει, Μόνε σα να σου τροχέται, Όσο πλιότερο κινιέται, Έχει πάντα νιόν αθέρα Να μη παύη ολημέρα, Προξενάει σωστήν αιτία Να μπουν όλοι σ' απορία.
Το αξίωμα όσα δίνει 965 Στην υπόληψιν ενού, Μόνε λείψη τον αφίνει Μες το πλήθος του κοινού. Το προτέρημα χαρίζει Αναφαίρετη τιμή, 970 Και τον κάνει να αχρήζη, Και παντού να ευδοκιμή. Κ ό ρ α κ α ς, και Α λ ο υ π ο ύ. Σε δέντρο απάνω ο Κόρακας Εκάθησε απετόντας, Στη μύτη του βαστόντας 975 Μια γρούδα από τυρί. Η Αλουπού διαβαίνοντας Καταλαχού απέκει, Τον βλέπει· κοντοστέκει Η παραπονηρή. 980
Δε θα ξανακούσω πάλε τη λαλιά της; Αγριέβουμαι μέσα στη μοναξιά. Να την πάλε που βγήκε, που πήγε απάνω στο Σταβροδρόμι, που μ' αφίνει. Λέλα μου, Λέλα, είναι μια γλύκα τόνομά σου. Πότε θα σ' αρπάξω να φύγω, να πάμε μακριά οι δυο μας μαζί; Να ξαπλώση από πάνω μας o ουρανός τη γαλανή του τη φορεσιά.
Την ίδιαν την κατάραν εάν σε πάρη ο θυμός, θα δώσης κ' εις εμένα. ΛΗΡ Όχι· κατάραν μου εσύ, Ρεγάνη, δεν θα λάβης. Εσένα η ευαίσθητη καρδιά σου δεν σ' αφίνει να πέσης 'ς την σκληρότητα. Τα 'μάτια της εκείνης είν' άγρια· παρηγορούν, δεν καίουν τα 'δικά σου.
Τανιστορούσε η Μαριγή από τη μια το τι την περίμενε, θυμούνταν από την άλλη το ιερό το λείψανο που μαύρο και καρβουνιασμένο κοιτότανε στου Μελιδονιού τη σπηλιά, το λείψανο του πονεμένου της Μανουσάκη, που ως και τη φωνή του την άκουγε ακόμα, τότες που στο σπίτι τους μέσα την παρακαλούσε να φύγουνε πρι να πλακώση η αρβανιτιά, και κείνη πάσκιζε να μαζέψη και να πάρη τα νυφικά της, ώσπου πλάκωσαν τα θεριά, και θαρρώντας ο δόλιος πως έφυγε κ' η Μαριγή με τη μάννα του, που την έβλεπε κ' έτρεχε κατά το σπήλιο, αφίνει την αγαπημένη του πίσω και φεύγει, και κλειέται στο σπήλιο μαζί με τους άλλους, και σαν είδε ύστερα πως έλειπε η καλή του, τρέλλα και τρέλλα τον πήρε.
Και για να γίνη τέλειο και πιο σταθερό το θρησκευτικό αυτό ξαναγέννημα, για να δώση γερούς καρπούς η θεόσταλτη η επανάσταση, βρέθηκε ξένος Καίσαρας, που σα να πρόβλεπε όλα τα δεινά που φοβέριζαν τον κόσμο, και σα να τον οδηγούσε αθώρητο χέρι, αφίνει τη δοξασμένη του Ρώμη, και με σταυρό στο χέρι και στην καρδιά κατεβαίνει και στήνει άλλη, πιο δυνατή και πιο δυσκολόπαρτη Ρώμη στην καταφρονεμένη μας την Ανατολή.
Ίσως το σύστημα είναι όμορφο, συμμετρικό, ευχάριστο, αλλά πάντα σύστημα μένει, δηλαδή θα αφίνει και κάποιο έξω, θάχει και τα στραβά του. Εγώ δε γνώρισα το Χέγκελ, ούτε έμαθα τι πάει να πει δ ι α λ ε χ τ ι κ ή και μ ε τ α φ υ σ ι κ ή μέθοδο. Είμαι πραχτικός άνθρωπος, Ρωμιός, Τουρκομερίτης, ραγιάς καταγίνουμαι σε πολιτικά, εδώ, στην Τούρκικη Ελλάδα, που δεν καταδέχτηκε να στοχαστεί γι' αυτήν ο κ.
Ο Άγιος Δημήτριος, με μαύρο χιτωνίσκο ίσαμε τα γόνατα, δεμένο στη μέση με σκοινί, έχει τα χέρια πιασμένα με αλυσσίδα σιδερένια, που του αφίνει ελεύθερη κάθε χειρονομία. Ξυπόλητος. Τα μαλλιά του ακατάστατα και το πρόσωπό του άσπρο σαν το σουδάριο. Είναι γονατισμένος κι' έχει ακουμπισμένο το κεφάλι του στον τοίχο.
Ποία δικαιότερη και τρομερώτερη μάστιγα εις τον κακούργον άνθρωπο παρά το να ξεσκεπασθούν ταπόκρυφα της ψυχής του; Ο Άριελ, κατά την προσταγή του Πρόσπερου, αποκοιμίζει τον βασιλέα και τους αυλικούς του, και αφίνει έξυπνους τον Αντώνιο, και τον Σεβαστιανό· ύστερος αποκοιμιέται ο βασιλέας, διότι η μαγική ενέργεια του πνεύματος ευρίσκει μεγαλύτερη αντίσταση εις την λύπη, που κατακυριεύει την καρδιά του πατρός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν