United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έτσι πήγαινε η δουλειά, όντας μια μέρα το μπεόπουλο της χώρας γυρίζοντας απ' το κυνήγι, πέρασε με τ' ασκέρι του απ' το μύλο κοντά το μεσημέρι. Ο μυλωνάς σα ραγιάς τους δέχτηκε χαρούμενος, θέλοντας μη θέλοντας. Έσφαξε καπόνια κι έστειλε στη χώρα για κρασί. Το μεσημέρι κάθισαν στην τάβλα το μπεόπουλο και τα συντρόφια του καμιά εικοσαριά.

Και οι Τούρκοι όμως της Σμύρνης ήσαν εις το σκότος εισέτι ως προς τα διατρέχοντα, ουδ' είχον ακριβώς εννοήσει ότι οι ραγιάδες αφ' εαυτών επανέστησαν. Ενόμιζον ότι εκ Ρωσσίας επέρχεται ο κίνδυνος. Ουχ ήττον, ευθύς απ' αρχής ο φανατισμός αυτών εξηγέρθη. Επρόκειτο περί πολέμου κατ' απίστων• άρα πας χριστιανός εχθρός, πας δε ραγιάς πρόχειρον θύμα.

Τόσο που αν είχε πρόληψες ο Τσαϊπάς θα νόμιζε πως το κόνισμα άρχισε απ' αυτόν τα θάματά του. Μα δεν ήταν τέτοιος κ' ήξερε καλά τον εαυτό του. Ο ραγιάς ήταν ακόμη στο αίμα και του αλυσόδενε τη θέληση. Ναι δυστυχώς! το σκαρί κ' εκεινού δεν ήταν διαφορετικό από το σκαρί των αλλονών, όχι!... Κ' έξω φρενών για την αρρώστεια του, γύρισε το θυμό εναντίον του.

Αι κοινωνίαι, αρτιπαγείς, συνεκροτούντο ακόμη από γέροντας, των οποίων η ζωή διέρρευσε μέσω βαρυστενάκτου δουλείας, μεσήλικας και νέους, ανατραφέντας μέσω των καπνών του υπέρ ανεξαρτησίας πολέμου και γνωρίζοντας πόσας φοράς η Πατρίς εστηρίχθη επί της θρησκείας και ο καταδυναστευόμενος και από παντού πολεμούμενος ραγιάς που είχε προσηλωμένην την αλύγιστον ελπίδα του.

Αφτός με τυραγνά ο καημός, τι μάτωσε η καρδιά μου, 55 γιατί τη νια που χώρισε πρεσβιό ο στρατός για μένα και πήρα με τη σπάθα μου πατώντας καστροχώρια, αφτή ξανά οχ τα χέρια μου την πήρε ο Αγαμέμνος, τ' Ατρέα ο γιος, σα νάμουνα λες του σωρού ραγιάς του.

Ο Βόλος είταν ακόμα Τουρκιά. Μα ο Χαραλαμπίδης, μ' ένα χαρτάκι και μερικές βούλλες απάνω, το κατάφερε από ραγιάς να βαφτιστή «ΈλληνΠήγαν καλά κ' οι δουλειές του, — κ' ήρθε και ρίζωσε μέσα στην Πόλη. Έστησε αυτό το Κάστρο που βλέπεις, κ' έφερε μέσα τη λευτεριά μ' όλα της τα καλά. Μήτε του πουλιού το γάλα δεν του έλειπε του Χαραλαμπίδη.

Τώρα αφού ο χάρος πλάκωσε και πια δεν έχω ολπίδα, 300 έτσι ας μην πέσω σα ραγιάς δίχως τιμή, μα ας δείξω 304 καν άξια πριν παλικαριά που να βουήξει ο κόσμος305

Είναι ο ραγιάς, ο δούλος, ο δεμένος, ο άμαχος, ανάμεσα του Τσερκέζου και του Κοζάκου, κοπάδι για τα χέρια και για τα μαχαίρια δυο μακελλάρηδων.

Μα τουρκιάς καιρός τότε, σου λέει ο άλλος. Δεν ήταν τρόπος νάβρη ο ραγιάς καταφύγι. Και δεν ήταν πρεπειό για τον Τούρκο, να τα βολέψη ο μαβρο-χριστιανός, και νάβρη σύντρεξη και νάβρη παρηγοριά και παραθάρι· να καψογύρη ναλαφρώση τον πικρόν πόνο του. Οι καταδότες δεν απολείπουν πάντα από τον κοσμάκη, οπού λες. Κι από τα πολλά κάποιο ρεμένο στόμα πάει και το προδόνει!