United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γέμισε η πόλη ξεπεσμένους Αρχόντους, κ' έμεινε αυτός ολομόναχος σαν είδος Διογένης, αφού όχι μονάχα τασιατικά φορέματα των προκατόχων του δεν καταδέχτηκε να φορέση, μα και περηφανευότανε για τακάθαρτα ρούχα του, τάκοβα νύχια, και την όχι πολύ παστρικιά γενειάδα του. Σήμανε τότες η ώρα να εφαρμώση και τα θρησκευτικά του τα όνειρα.

Ίσως το σύστημα είναι όμορφο, συμμετρικό, ευχάριστο, αλλά πάντα σύστημα μένει, δηλαδή θα αφίνει και κάποιο έξω, θάχει και τα στραβά του. Εγώ δε γνώρισα το Χέγκελ, ούτε έμαθα τι πάει να πει δ ι α λ ε χ τ ι κ ή και μ ε τ α φ υ σ ι κ ή μέθοδο. Είμαι πραχτικός άνθρωπος, Ρωμιός, Τουρκομερίτης, ραγιάς καταγίνουμαι σε πολιτικά, εδώ, στην Τούρκικη Ελλάδα, που δεν καταδέχτηκε να στοχαστεί γι' αυτήν ο κ.

Σαρανταεφτά ελεεινές κατηγορίες έφερεν εναντίο του ένας Επίσκοπος κ' ένας Διάκος. Ο Χρυσόστομος όμως μήτε να παρουσιαστή δεν καταδέχτηκε. Τον καταδικάζουνε λοιπόν όπως όπως, επικυρώνει ο Αρκάδιος την απόφαση, και πηγαίνει νύχτα ένας αξιωματικός της Αυλής, πιάνει τον Ιεράρχη, και τονέ φέρνει σε κάποιο ακρογιάλι της Μαύρης Θάλασσας. Μόλις έμαθε ο κόσμος ταποταχύ τα γενάμενα, και γίνεται ανάστατος.

Αλήθεια, αν παραστέκονταν του Δία η κόρη, η αγία Δίκη, στα έργα του και τις βουλές του, ίσως να γένουνταν κι αυτό° μα ούτε σα βγήκε απ’ τα σκοτάδια της μητρός του, ούτε στα χρόνια τα παιδικά του, ούτε στην πρώτη ακόμη νιότη, κι ουδέ σαν άδρυναν οι τρίχες του γενειού του, η Δίκη καταδέχτηκε να τον κοιτάξη, κι ουδέ λοιπόν στο ρήμαγμα της πατρικής του της γης, θαρρώ, πως δίπλα του να στέκη τώρα.

Ο ντον Πρέντου απάντησε με ένα περιφρονητικό νεύμα της κεφαλής, από κάτω προς τα επάνω, καταδέχτηκε όμως να στήσει αυτί για ν’ ακούσει τι αγόραζε ο υπηρέτης. «Δώσε μου ένα σκούφο, Αντόνι Φραντσί, αλλά να είναι μακρύς και όχι σκοροφαγωμένος….» «Δεν τον πήρα δα και από το σπίτι των κυράδων σου», απάντησε ο κακόγλωσσος Μιλέζος.

Κι αντίς να καθίση να διορθώση τα σφάλματα του, στενοχωρέθηκε πάλι ο φιλόσοφος ο Ιουλιανός! Δεν καταδέχτηκε όμως να δείξη και την οργή του με τιμωρίες, ξεθύμαινε λοιπόν κι αυτός με τη σάτυρα! Αυτή είναι η ιστορία του σατυρικού του έργου «Μισοπώγων». Στην Αντιόχεια αντάμωσε και τον ακριβό του Λιβάνιο, σοφιστή από τους πρωτοξάκουστους του καιρού του.

Τότε, η Ιζόλδη έκλαψε και είπε: «Δυστυχισμένη εγώ! Πάρα πολύ έζησα, αφού είδα την ημέρα όπου ο Τριστάνος με κοροϊδεύει και με ντροπιάζει. Άλλοτε, για τόνομά μου, και ποιον εχτρό δε θ' αντιμετώπιζε; Είναι γενναίος. Αν έφυγε μπρος στο Μπλεχερή, αν δεν καταδέχτηκε να σταθή στ' όνομα της φίλης του, α! — είναι γιατί τον κατέχει η άλλη Ιζόλδη.

Τώρα λες όχι, αργότερα όμως θα πεις το ναι. Είναι για γέλια;» «Σαρδόνια γέλιαειρωνεύτηκε από πίσω η Πατσάνα, χαμηλόφωνα και έσπρωξε την Στεφάνα για να την κάνει ν’ απαντήσει άσχημα στο αφεντικό. Η γυναίκα όμως ήταν πολύ αξιοπρεπής και δεν καταδέχτηκε να συνεχίσει το αστείο. Έτσι δεν άνοιξε το στόμα της μέχρι που το αφεντικό με τον Έφις βγήκαν μαζί.