Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Η αίσθησή του της δραματικής τοποθετήσεως ήταν ασύγκριτη, κι αν δεν μπορούσε να λύση τα δικά του προβλήματα, μπορούσε τουλάχιστο να προτείνη προβλήματα· και τι περισσότερο πρέπει ένας καλλιτέχνης να κάμη; Αν τον πάρουμε σαν πλάστη χαρακτήρων, έρχεται δεύτερος στη σειρά ύστερ' από το δημιουργό του Hamlet. Αν ήταν και στο λόγο δυνατός, ίσως θα κάθονταν στο πλάι του.
ΠΡΟΣΠ. Το στοχάζεσαι, πνεύμα; ΑΡΙΕΛ. Η δική μου βέβαια, κύριε, αν ήμουν άνθρωπος. ΠΡΟΣΠ. Και η δική μου πρέπει. Γροικάς εσύ, που δεν είσαι παρά αγέρι, ένα άγγιγμα, μια αίσθηση από τες θλίψες τους, κ' εγώ, ένας από το είδος τους, που αισθάνομαι το κάθε πάθος σφιχτά σαν αυτοί, δεν πρέπει νάχω τρυφερώτερα από σε σπλάχνα.
Και ξαφνικά μια αίσθηση χαράς τον έκανε να πεταχτεί επάνω, τον διαπέρασε ολόκληρο, όπως ο ήλιος, που του στέγνωνε τα ρούχα και του ζέσταινε τα ξυλιασμένα μέλη. Και να, άρχισε πάλι να σκέφτεται τις κυράδες του, τις αγαπούσε πάντα και περίμενε τον ντον Πρέντου για να μάθει νέα τους. Αλλά ο ντον Πρέντου δεν κατηφόριζε.
Όταν μπήκα μέσα, είδα τη γυναίκα μου να τρέμη από σπασμούς, που φαινόντανε πως αρχίζανε από το πρόσωπο κι απλώνονταν αποκεί σε τρόπο που να της τραντάζουν όλο το κορμί. Δεν μπορούσαμε να κάμουμε τίποτε. Κι απ' ώρα σ' ώρα ξαναρχόντανε οι φοβερές προσβολές. Ο γιατρός τις ησύχασε μ' ενέσεις κ' η προτητερινή γαλήνη ξαναήρθε, όχι όμως κ' η αίσθηση. Η αναισθησία κράτησε σχεδόν δυο μέρες.
Οι τραγωδίες του, τολμηρές τόσον ως σύνθεσή τους, όσο και σαν πλοκή, έχουν ταυτόχρονα πολύ έντονη την αίσθηση και την ψυχολογία του φυσικού και του πραγματικού, ώστε να δονούνται από τον παλμό της πιο σφρίγουσας ζωής. Ο Αισχύλος αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο τέλεια ποιητική εκδήλωση του ελληνικού μεγαλείου.
Το χειμώνα οι κυρίες Πιντόρ δεν βγήκαν από το σπίτι και ούτε έκαναν κουβέντα για το αν θα πάνε στο Πανηγύρι του Ριμέντιο, αλλά όσο μεγάλωναν οι μέρες και το χορτάρι θέριευε στο παλιό νεκροταφείο, τη ντόνα Έστερ έμοιαζε να την κατέχει μια αίσθηση κούρασης, μια ατονία, όμοια με εκείνη που κάθε χρόνο την άνοιξη έκανε χλωμή τη Νοέμι.
Στην αρχή αυτή η αγάπη ήτο στην αίσθηση, προ πάντων στην αφή· γιατί μάρεσαν κατά προτίμηση οι άσπρες και παχουλές. Το αίσθημα του αρμονικού συνόλου και της έκφρασης φαίνεται ότι δεν το είχα στην αρχή ή το είχα πολύ αδύνατο, ίσως και διαφορετικό.
Όσο ένα γένος φωτίζεται, άλλο τόσο η αίσθησή του ψιλαίνει σε κάθε είδος, και η γλώσσα του αποχτήνει την γλυκάδα και ημεροσύνη, οπού αποχτούν και τα ήθη του. μον αυτό δεν τ' απολαμβάνει με μια. χρειάζεται να περάση καιρός· και αν δοκιμάση να ριχτή από το πατινό στο κορφινό σκαλίδι, στο πέσιμό του φέρει μαζή και τον κίνδυνο να μη μπορέση να μεταορθωθή ποτέ του.
Έκλεισε τα μάτια και τράβηξε το χράμι επάνω στο κεφάλι του. Και να που ξαναβρέθηκε επάνω στο τοιχάκι του μικρού κτήματος. Τα καλάμια μουρμούριζαν, η Λία και ο Τζατσίντο κάθονταν σιωπηλοί μπροστά στην καλύβα και κοίταζαν προς τη θάλασσα. Του φάνηκε πως αποκοιμήθηκε. Ξαφνικά όμως τινάχτηκε, είχε την αίσθηση ότι γκρεμιζόταν από το τοιχάκι. Είχε πέσει από την άλλη μεριά, στην κοιλάδα του θανάτου.
Τότε ο Έφις πετάχτηκε επάνω, τον έπιασε από τους ώμους και του ψιθύρισε στο αυτί: «Κλέφτη!» Ο Τζατσίντο είχε την αίσθηση ότι τον άρπαξε ένα όρνιο∙ άνοιξε τα χέρια και το γράμμα έπεσε καταγής. Κεφάλαιο έβδομο Με το ξημέρωμα ο Έφις ξεκίνησε για το χωριό. Τα αηδόνια τραγουδούσαν και όλη η κοιλάδα είχε πάρει ένα χρυσαφί χρώμα – ένα γαλάζιο χρυσαφί από την αντανάκλαση του φωτεινού ουρανού.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν