Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Ο αέρας του απομεσήμερου μετέφερε μυρωδιές από αρωματικά φυτά και πού και πού κάποια φωνή, κάποιον ήχο μακρινό. Η γαλήνη εκείνη μεγάλωνε την ανησυχία του Έφις. Για πρώτη φορά του φανερωνόταν καθαρά, όπως εκείνος εκεί ο βράχος στο βουνό μέσα στο διάφανο αέρα, το λάθος της πορείας του προς την εξιλέωση. Όχι, δεν ήταν εκείνο που είχε ονειρευτεί.

Ο Ιησούς ήκουεν εν θλιβερά σιωπή υποσχέσεις αίτινες έμελλον εν βραχεί να σκορπισθώσιν εις τον αέρα. Ούτω ήλθον εις Γεθσημανή, τόπον απέχοντα ήμισυ μίλιον από των τειχών της πόλεως. Ήτο δε κήπος περικεχαραγμένος διά μικρού φραγμού, και επειδή ήτο συχνόν καταφύγιον του Ιησού μετά των οπαδών Του, δυνάμεθα να εικάσωμεν ότι ανήκεν εις φίλον τινά κτήτορα.

Ανακλάνιζαν τα κερατοφόρα τους κεφάλια πίσω στους παχύσαρκους σβέρκους τους. Εφούσκωναν διάπλατα, φοβερά πέρα δώθε τα ρουθούνια τους εφύσαγαν. Εμύριζαν τον αέρα απάνω θυμωμένα. Έτρεχαν όλα μαζωμένα, τριποδιστά κατά το μακελιό, μανακύλησην άγρια, με μανιακόν ποδοβολητό. Ανέμιζαν τα χώματα στο φοβερό τους δρόμο.

— Α! διαβουλουκούλουκα! εμούγκριξε ο λοχίας λυσσασμένος τόρα, παίζοντας μανιακός το φοβερό λεπίδι στον αέρα ξεμανίκωτο. Και ολοένα αγριεμένος περισσότερο, ξανάειπε, δείχνοντας με το δάχτυλο το δωμάτιο αγνάντια στο σωρό που βρέθη το μαχαίρι·Μέσα του Τρίου ! Μέσα την Παναγιά σας!..

Μίαν ημέραν μετά ταύτα βλέπω μακρόθεν να αρμενίζη ένα καράβι· τότε άρχισα να φωνάζω, και να εξαπλώνω ένα λευκόν μανδύλι εις τον αέρα, κάμνοντας σημείον πως είχα ανάγκην βοηθείας.

Τότε εξεδίπλωσα το πανίον από το φακιόλι μου, και βάνοντάς το εις ένα ξύλον το εσήκωσα εις τον αέρα και το έδιδα σημείον να έλθουν από το καράβι να με πάρουν. Μερικοί δε άνθρωποι που έστεκαν εις την πρύμνην του καραβιού με είδαν και ευθύς απόλυσαν τον σκύφον, και ήλθαν και μ' επήραν, και με έφεραν εις το καράβι τους.

Ένα τραγούδι πίσω φτάνει και τον αέρα αηδόνι κάνει· σιγό δεν είναι μαϊστράλι που πάει να σβήση στο ακρογιάλι, ακράτητο είναι σαν τον μπάτη που φτάνει ολόμακρα απ τα πλάτη και σα μιας νίκης θρύλος σπάζει· χαιρέτισμα στον ήλιο μοιάζει, στον ήλιο που απ τα βάθη πέρα ψηλώνει πάλι στον αιθέρα.

Αι μικραί κόραι έρραινον την συμμαθήτριάν των με ζαχαρωτά, οι γονείς της και οι συγγενείς της την εστόλιζαν με χρυσές κλωστές και με πούλιες. Αι τιμαί αυταί της εγίνοντο, διότι, αφού ετελείωσε το αλφαβητάριον. εννοείται ότι ημπορούσε πλέον να διαβάζη ελεύθερα. Δι' αυτό και το αλφαβητάριον εσχίζετο εκεί εμπρός εις όλους και τα τεμάχια του εσκορπίζοντο εις τον αέρα.

Πούθε το ήξερε; Ή πώς μπορούσε να το λέη με τόση βεβαιότητα, αν δεν ήξερε τίποτε; Είτανε μια απλή σύμπτωση; Και μπορεί να λέη κανένας σύμπτωση ό,τι δεν μπορεί να εξηγήση; Καθόμουνα ώρες κοντά στο κρεβάτι της γυναίκας μας κ' έβγαινα μονάχα έξω για να παίρνω αέρα ή να ησυχάζω.

Κι ένεψε ο βασιλιάςΤην άλλη μέρα σα φώτισε η αυγή τον ουρανό, το κορμί του νέου σειόταν στον αέρα στου πλατάνου τους κλώνους κρεμαστό. Χήτη νεκρή στις πλάτες απλωμένα τα μακρυά κατάμαυρα μαλλιά, τα μάτια άγρια κοιτάζουν πεταγμένα, φριχτή τρομάζει, μελανή η θωριά.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν